-
1 ἐπί
ἐπί, Thess. (before τ)Aἐτ IG9(2).517.14
(iii B. C.), Prep. with gen., dat., and acc., to denote the being upon or supported upon a surface or point.A WITH GEN.:I of Place,1 with Verbs of Rest, upon,καθέζετ' ἐ. θρόνου Il.1.536
;ἧστο.. ὑψοῦ ἐπ' ἀκροτάτης κορυφῆς 13.12
;ἐ. πύργου ἔστη 16.700
;κεῖται ἐ. χθονός 20.345
: without a Verb expressed, ἔγχεα ὄρθ' ἐ. σαυρωτῆρος (sc. σταθέντα)ἐλήλατο 10.153
; ἔκλαγξαν ὀϊστοὶ ἐπ' ὤμων the arrows on his shoulders, 1.46; ἐ. γῆς, opp. ὑπὸ γῆς, Pl.Lg. 728a: also with Verbs of Motion, where the subject rests upon something, as on a chariot, a horse, a ship, φεύγωμεν ἐφ' ἵππων on our chariot, Il.24.356;οὐκ ἂν ἐφ' ὑμετ έρων ὀχέων.. ἵκεσθον 8.455
;ἄγαγε.. δῶρ' ἐπ' ἀπήνης 24.447
;ἐπὶ τῆς ἁμάξης.. ὠχέετο Hdt.1.31
;ἐπὶ τῶν ἵππων ὀχεῖσθαι X.Cyr.4.5.58
;οὓς κῆρες φορέουσι.. ἐ. νηῶν Il.8.528
;πέμπειν τινὰς ἐ. τριήροιν X.HG5.4.56
, etc.;ἐπ' ὤμου.. φέρειν Od.10.170
; τὴν κλεῖδα περιφέρειν ἐφ' ἑαυτοῦ to carry the key about on his person, Numen. ap. Eus.PE14.7; βαδιοῦνται ἐ. δυοῖν σκελοῖν, ἐφ' ἑνὸς πορεύσονται σκέλους, Pl.Smp. 190d; ἐπ' ἄκρων ὁδοιπορεῖν walk on tiptoe, S.Aj. 1230; of places, upon, if the place is an actual support,νέρθε κἀπὶ γῆς ἄνω Id.OT 416
; ἐ. τοῦ εὐωνύμον on the left, ἐ. τῶν πλευρῶν on the flanks, X.An.1.8.9,3.2.36; but most freq., in, rarely in Hom., ἐπ' ἀγροῦ in the country. Od. 1.190;γᾶς ἐ. ξένας S.OC 1705
(lyr.);νήσου τῆσδ' ἐφ' ἧς ναίει Id.Ph. 613
;ἐ. ξένας δμωῒς ἐπ' ἀλλοτρίας πόλεος E.Andr. 137
(lyr.);οἱ ἐ. Θρᾴκης σύμμαχοι Th.5.35
;τοὺς ἐ. τῆς Ἀσίας κατοικοῦντας Isoc.12.103
; ἐπ' οἰκήματος κατίσαι, καθῆσθαι, in a brothel, Hdt.2.121.έ, Pl. Chrm. 163b;τοὺς ἐ. τῶν οἰκημάτων καθεζομένους Aeschin.1.74
;ἐ. τῶν ἐργαστηρίων καθίζειν Isoc.7.15
; μένειν ἐ. τῆς αὐτῶν (sc. χώρας ) remain in statu quo, Indut. ap. Th.4.118;οἱ ἐπ' ἐρημίας λῃστεύοντες Jul. Or.7.210a
; later of towns,ἐπ' Ἀλεξανδρείας BGU908.16
(ii A.D.), etc.; sts. also, at or near, ἐπ' αὐτάων (sc. τῶν πηγῶν) Il.22.153;κόλπος ὁ ἐ. Ποσιδηΐου Hdt.7.115
; αἱ ἐ. Λήμνου ἐπικείμεναι νῆσοι off Lemnos, ib.6 codd.; τὰ ἐ. Θρᾴκης the Thrace- ward region, Th.1.59, cf. IG12.45.17, etc.; ποταμοὶ ἐφ' ὧν ἔξεστιν ἡμῖν ταμιεύεσθαι.. on, i.e. near which.., X.An.2.5.18; ἐ. τῶν τραπεζῶν at the money-changers' tables, Pl.Ap. 17c; in Geom., αἱ ἐφ' ὧν AA BB [ γραμμαί] the lines AA BB, Arist.EN 1132b6, etc.; ἕλιξ ἐφ' ἇς τὰ ΑΒΓΔ a spiral ABCD, Archim.Spir.13 (cf. B.1.1k); also ἐ. τοῦ βάτου in the passage concerning the bush, Ev.Marc.12.26.2 in various relations not strictly local, μένειν ἐ. τῆς ἀρχῆς remain in the command, X.Ages.1.37; μένειν ἐ. τινος abide by it, D.4.9; ἐ. τῶν πραγμάτων, ἐ. τοῦ πολεμεῖν εἶναι, to be engaged in.., Id.15.11, Prooem.1; ἐ. ὀνόματος εἶναι bear a name, Id.39.21;ἔχεται πόλις ἐ. νόσου S.Ant. 1141
(lyr.).b of ships, ὁρμεῖν ἐπ' ἀγκύρας ride at (i.e. in dependence upon an) anchor, Hdt.7.188; ἐ. προσπόλου μιᾶς χωρεῖν dependent upon an attendant, S.OC 746.c with the personal and reflexive Pron., once in Hom.,εὔχεσθε.. σιγῇ ἐφ' ὑμείων Il.7.195
; later mostly with [ per.] 3rd pers., ἐπ' ἑωυτῶν κεῖσθαι by themselves, Hdt.2.2, cf. 8.32;οἰκέειν κώμην Id.5.98
;ἐ. σφῶν αὐτῶν αὐτόνομοι οἰκεῖν Th.2.63
;ἵζεσθαι Hdt.9.17
;ἐφ' ἑαυτῶν πλεῖν Th.8.8
; ἐπ' ὑμέων αὐτῶν βαλέσθαι consider it by yourselves, Hdt.3.71, etc.;αὐτὴ ἐφ' αὑτῆς σκοποῦσα Th.6.40
; ; ἐπ' ἑωυτῶν διαλέγονται speak in a dialect of their own, Hdt. 1.142; alsoαὐτοὶ ἐφ' ἑαυτῶν χωρεῖν X. An.2.4.10
; , cf. Sph. 217c; τὸ ἐφ' ἑαυτῶν μόνον προορώμενοι considering their own interest only, th.1.17.d with numerals, to denote the depth of a body of soldiers, ἐ. τεττάρων ταχφῆναι to be drawn up four deep, four in file, X.An.1.2.15, etc.; ἐ. πεντήκοντα ἀσπίδων συνεστραμμένοι, of the Thebansat Leuctra, Id.HG 6.4.12; ἐπ' ὀλίγων τεταγμένοι, i.e. in a long thin line, Id.An.4.8.11; ; ἐφ' ἑνὸς ἄγειν in single file, X.Cyr.2.4.2, cf. An.5.2.6; rarely of the length of the line,ἐ. τεσσάρων ταξάμενοι τὰς ναῦς Th.2.90
; in X.,ἐγένοντο τὸ μέτωπον ἐ. τριακοσίων.. τὸ δὲ βάθος ἐφ' ἑκατόν Cyr.2.4.2
; πλεῖν ἐ. κέρως, ἐ. κέρας, v. infr. c.1.3; ἐ. φάλαγγος γίγνεται τὸ στράτευμα is formed in column, An.4.6.6, etc. (but in E.Ph. 1467, ἀσπίδων ἔπι is merely in or under arms): hence, generally, ἐ. ὀκτὼ πλίνθων τὸ εὖρος eight bricks wide, X.An.7.8.14.e c. gen. pers., before, in presence of,ἐ. μαρτύρων.. πράσσεταί τι Antipho 2.3.8
;ἐξελέγχεσθαι ἐ. πάντων D.25.36
; so, before a magistrate or official,ἐ. τοῦ στρατηγοῦ POxy. 38.11
(i A.D.), cf. UPZ71.15 (ii B.C.), Ev.Matt.28.14;γράψομαί σε ἐ. Ῥαδαμάνθυος Luc.Cat.18
;τινὰ εἰς δίκην καὶ κρίσιν ἐ. τῶν στρατοπέδων προκαλεῖν Jul.Or.1.30d
;πίστεις δοῦναι ἐ. θεῶν D.H.5.29
; but ἐπὶ δικασταῖς is f.l. in D.19.243 (leg. ἔπη).f with Verbs of perceiving, observing, judging, etc., in the case of,ἐπὶ νούσων παντοίων ἐπύθοντο Emp.112.10
;ὁρᾶν τι ἐ. τινος X.Mem.3.9.3
;αἰσθάνεσθαί τι ἐ. τινος Pl.R. 406c
, etc.;τὴν γνώμην ἔχειν ἐ. τινος Hyp.Eux.32
;τὰ συμβόλαια ἐ. τῶν νόμων σκοπεῖν D.18.210
; ἐπ' αὐτῶν τῶν ἔργων ἂν ἐσκόπει ib.233, cf. 25.2 (v.l.);ἐφ' ἑνός τι παριδεῖν Lycurg.64
;τὰς ἐναντιώσεις ἐ. μὲν τῶν λόγων τηροῦντες, ἐ. δὲ τῶν ἔργων μὴ καθορῶντες Isoc.13.7
;οὐδεὶς ἐφ' αὑτοῦ τὰ κακὰ συνορᾷ Men.631
;ἀγνοεῖν τι ἐ. τινος X.Mem.2.3.2
; also with Verbs of speaking, on a subject,λέγειν ἐ. τινος Pl.Chrm. 155d
, R. 524e, etc.;ἐπιδεῖξαί τι ἐ. τινος Isoc.8.109
; .3 implying Motion:a where the sense of motion is lost in the sense of being supported, ὀρθωθεὶς.. ἐπ' ἀγκῶνος having raised himself upon his elbow, Il.10.80;ἐ. μελίης.. ἐρεισθείς 22.225
;τὴν μὲν.. καθεῖσεν ἐ. θρόνου 18.389
.b in a pregnant sense, denoting the goal of motion (cf.εἰς A.1.2
,ἐν A.1.8
), νῆα.. ἐπ' ἠπείροιο ἔρυσσαν drew the ship upon the land and left it there, 1.485; περάαν νήσων ἔπι carry to the islands and leave there, 21.454, cf.22.45;ἐ. τῆς γῆς καταπίπτειν X.Cyr.4.5.54
; ἀναβῆναι ἐ. τῶν πύργων ib.7.1.39;ἐπ' Ἀβύδου ἀφικομέναις Th.8.79
(v.l.); freq. of motion towards or (in a military sense) upon a place,προτρέποντο μελαινάων ἐ. νηῶν Il.5.700
;τρέσσε.. ἐφ' ὁμίλου 11.546
(but νήσου ἔ. Ψυρίης νέεσθαι to go near Psyria, Od.3.171); ἐπ' οἴκου ἀπελαύνειν, ἀναχωρεῖν, ἀποχωρεῖν, homewards, Hdt.2.121.δ, Th.1.30,87, etc.; also with names of places,ἰέναι ἐ. Κυζίκου Hdt.4.14
;πλεῖν ἐ. Χίου Id.1.164
, cf. 168; ἀποπλεῖν ἐπ' αἰγύπτου ib. 1;ἀπαλλάσσεσθαι ἐ. Θεσσαλίης Id.5.64
; ὁ κόλπος ὁ ἐ. Παγασέων φέρων the bay that leads to Pagasae, Id.7.193; ἡ ἐ. βαβυλῶνος ὁδός the road leading to B., X.Cyr. 5.3.45, cf.An.6.3.24.c metaph., ἐ. γνώμης τινὸς γίγνεσθαι come to an opinion, D.4.7;ἐπ' ἐλπίδος γενέσθαι Plu.Sol.14
; ὡς ἐ. κινδύνου as if to meet danger, Th.6.34;ἐ. τοῦ ἀλύπως ζῆν
with a view to..,Pl.
Prt. 358b; cf. infr. B. 111.2.II of Time, in the time of,ἐ. προτέρων ἀνθρώπων Il.5.637
,23.332;ἐ. Κρόνου Hes.Op. 111
; ἐ. Κέκροπος, ἐ. Δαρείου, etc., Hdt.8.44,6.98, etc.;ἐ. τῶν τριάκοντα Lys.13.2
;ὀλιγαρχία ἡ ἐ. τῶν τετρακοσίων καταστᾶσα Isoc.8.108
; ἐ. τούτου τυραννεύοντος, ἐ. Λέοντος βασιλεύοντος, ἐ. Μήδων ἀρχόντων, etc., Hdt.1.15,65, 134, etc.;ἐ. τῆς ἐμῆς βασιλείας Isoc.3.32
; ἐπ' ἐμεῦ in my time, Hdt.1.5, 2.46, etc.;ἡ εἰρήνη ἡ ἐπ' Ἀνταλκίδου D.20.54
, cf. X.HG5.1.36;αἱ ἐπ' Ἀσδρούβα γενόμεναι ὁμολογίαι Plb.3.15.5
; ἐπ' εἰρήνης in time of peace, Il.2.797, 9.403;ἐπ' ἐμῆς νεότητος Ar.Ach. 211
(lyr.);ἐ. Λάχητος καὶ τοῦ προτέρου πολέμου Th.6.6
; ἐπ' ἡμέρης ἑκάστης v.l. for -ῃ -τῃ in Hdt.5.117.b later ἐ. δείπνου at dinner, Luc.Asin.3; ἐ. τῆς τραπέζης, ἐφ' ἑκάστης κύλικος, Plu.Alex.23; ἐ. τῆς κύλικος, ἐ. τοῦ ποτηρίου, Luc.Pisc.34, Plu.Alex.53.III in various causal senses:1 over, of persons in authority,ἐπ' οὗ ἐτάχθημεν Hdt.5.109
; οἱ ἐ. τῶν πραγμάτων the public officers, D.18.247; freq. in forged decrees, ὁ ἐ. τῶν ὅπλων στρατηγός ib.38; ὁ ἐ. τῶν ὁπλιτῶν, τῶν ἱππέων, ib.116; ὁ ἐ. τῆς διοικήσεως ib.38 (but cf. c. 111.3); τοῦ ἐ. τῶν ὁπλιτῶν is f.l. in Lys. 32.5;ὁ ἐ. τῆς χώρας στρατηγός Plu.Phoc.32
;οἱ ἐ. τῶν σιτοποιῶν καὶ μαγείρων Id.Alex.23
;ὁ ἐ. τοῦ οἴνου Id.Pyrrh.5
; ὁ ἐ. τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ὄθωνος, = Lat. ab epistulis, his secretary, Id.Oth.9; cf. B. 111.6.2 κεκλῆσθαι ἐ. τινος to be called after him, Hdt.4.45;ἐ. τινος μετονομασθῆναι Id.1.94
:ἐ. τινος τὰς ἐπωνυμίας ἔχειν Id.4.107
; ἐ. τινος ἐπώνυμος γίγνεσθαι ib. 184; alsoἐπ' ὀνόματος καλεῖν Plb.5.35.2
.3 of occasions, circumstances, and conditions, οὐκ ἐ. τούτου μόνον, ἀλλ' ἐ. πάντων, on all occasions, D.21.38, cf. 183;ἐφ' ἑκάστων Pl.Phlb. 25e
;ἐφ' ἑκατέρου Id.Tht. 159c
;ἐφ' ἑκάστης μαντείας D.21.54
; ἐπ' ἐξουσίας καὶ πλούτου πονηρὸν εἶναι in.. ib.138; ἐ. τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ πράγματος ib.72, cf. 18.17;τὴν ἐ. τῆς πομπῆς καὶ τοῦ μεθύειν πρόφασιν λαβών Id.21.180
;ἐ. σχολῆς Aeschin.3.191
;ἐπ' ἀδείας Plu. Sol.22
;ἐπ' ἀληθείας Ev.Marc.12.14
, POxy.255.16 (i A.D.): hence in adverbial phrases, ἐπ' ἴσας (sc. μοίρας) equally, S.El. 1062 (lyr.);ἐ. καιροῦ D.20.90
; ἐπ' ἐσχάτων at the last, LXXDe.17.7 (v.l. ἐσχάτῳ) ; ἐπὶ τοῦ παρόντος for the present, SIG543.6 (Epist. Philipp.).4 in respect of,ἐ. τῶν πραγμάτων Arist.Pol. 1280a17
, cf. EN 1131b18; concerning,τὰ ἐπ' αὐτῶν ἐνεστηκότα PTeb.7.6
(ii B. C.).B WITH DAT.:I of Place, upon, just like the gen. (hence Poets use whichever case suits the metre, whereas in Prose the dat. is more freq.):1 with Verbs of Rest,ἕζεο τῷδ' ἐ. δίφρῳ Il.6.354
;ἧντ' ἐ. πύργῳ 3.153
;στῆ δ' ἐ... νηΐ 8.222
;κεῖσθαι ἐ. τινι X.An.1.8.27
; καίειν ἐ. πᾶσι (sc. βωμοῖς) Il.8.240;ἔβραχε χαλκὸς ἐ. στήθεσσι 4.420
;ἐ. χθονὶ δέρκεσθαι 1.88
, etc.: also with Verbs of Motion, where the subject rests upon something, (v.l. for ἐν); ἐπ' ὤμοις φέρειν E.Ph. 1131
(but ἐφ' ἵππῳ, ἐφ' ἵπποις and the like are never used for ἐφ' ἵππου, etc.); of places, mostly in,ἐ. τῇ χώρῃ Hdt.5.77
;τἀπὶ Τροίᾳ πέργαμα S.Ph. 353
;ἐπ' ἐσχάτοις τόποις Id.Tr. 1100
;ἐ. τῇ ψυχῇ δάκνομαι Id.Ant. 317
; also, at or near,ἐ. κρήνῃ Od.13.408
;ἐ. θύρῃσι Il.2.788
, etc.; of rivers, etc., by, beside,ἐ. ὠκυρόῳ Κελάδοντι.. 7.133
, etc.;ἐπ' ἐσχάρῃ Od.7.160
;ἐ. νηυσί Il.1.559
, etc.; of persons, οὐ τἀπὶ Λυδοῖς οὐδ' ἐπ' Ὀμφάλῃ λατρεύματα in Lydia, in the power of O., S.Tr. 356.b on or over, ἐπ' Ἰφιδάμαντι over the body of Iphidamas, Il.11.261, cf. 4.470; ; also, over or in honour of,ἐ. σοὶ κατέθηκε.. ἄεθλα Od.24.91
; [βοῦς] ἐ. Πατρόκλῳ πέφνεν Il. 23.776
; , cf. Lys.2.80; in [dialect] Dor. and [dialect] Aeol.sepulchral Inscrr., Schwyzer 348,al.c in hostile sense, against, Hdt.1.61,6.74, 88, S.Ph. 1139 (lyr.), etc.; as a check upon,οἱ πρόβουλοι καθεστᾶσιν ἐ. τοῖς βουλευταῖς Arist.Pol. 1299b37
, cf. 1271a39; also, towards, in reference to,ἐ. πᾶσι χόλον τελέσαι Il.4.178
;ἐπ' ἔργοις πᾶσι S.OC 1268
;δικαιότερος καὶ ἐπ' ἄλλῳ ἔσσεαι Il.19.181
, cf. S.Tr. 994 (anap.), etc.;ἐ. τοῖς δυνατοῖς ἔχειν τὴν γνώμην Democr. 191
; τὸ ἐ. πᾶσιν τοῖς σώμασι κάλλος extending over all bodies, Pl. Smp. 210b; ἡ [παιδεία] ἡ ἐ. σώμασι, ἐ. ψυχῇ, Id.R. 376e; τἀπὶ σοὶ κακά the ills which lie upon thee, S.Ph. 806: in [dialect] Att. also, νόμον τίθεσθαι, θεῖναι ἐ. τινι, make a law for his case, whether for or against, Pl.Grg. 488d, Lexap.And.1.87;νόμους ἀναγράψαι ἐ. τοῖς ἀδικοῦσι D.24.5
; νόμος κεῖται ἐ. τινι ib.70; τἀπὶ τῷ πλήθει νενομοθετημένα ib.123, cf. 142; τί θεσμοποιεῖς ἐ. ταλαιπώρῳ νεκρῷ; E.Ph. 1645.d. of accumulation, upon, after, ὄγχνη ἐπ' ὄγχνῃ one pear after another, pear on pear, Od.7.120;ἐ. κέρδεϊ κέρδος Hes.Op. 644
;ἄτη ἑτέρα ἐπ' ἄτῃ A. Ch. 404
(lyr.); πήματα ἐ. πήμασι, ἐ. νόσῳ νόσος, S.Ant. 595, OC 544 (both lyr.).e. in addition to, over and above, besides, οὐκ ἄρα σοί γ'ἐ. εἴδεϊ καὶ φρένες ἦσαν Od.17.454
, cf. 308;ἄλλα τε πόλλ' ἐ. τῇσι παρίσχομεν Il.9.639
, cf. Od.22.264; ἐ. τοῖσι besides, 24.277;ἐ. τούτοις Him.Or.14.10
; so of Numerals,τρισχιλίους ἐ. μυρίοις Plu.Publ.20
, cf. Jul.Or.4.148c, etc.;γυναῖκ' ἐφ' ἡμῖν.. ἔχει E.Med. 694
: with Verbs of eating and drinking, with,ἐ. τῷ σίτῳ πίνειν ὕδωρ X.Cyr.6.2.27
; νέκταρποτίσαι ἐπ' ἀμβροσίᾳ Pl.Phdr. 247e
; esp. of a relish, κάρδαμον μόνονἐ. τῷ σίτῳ ἔχειν X.Cyr.1.2.11
;παίειν ἐφ' ἁλὶ τὰν μᾶδδαν Ar.Ach. 835
: metaph., ἐ. τῷ φάγοις ἥδιστ' ἄν; ἐ. βαλλαντίῳ; Id.Eq. 707; later ἐ. γογγυλίσι διαβιῶναι live on turnips, Ath.10.419a.g. in dependence upon, in the power of,τὰ δ' οὐκ ἐπ' ἀνδράσι κεῖται Pi.P.8.76
; ἐ. τινί ἐστι it is in his power to do, c.inf., Hdt.8.29, etc.;ἐ. σοί ἐστιν ἀναζωπυρεῖν M.Ant.7.2
;ἐ. ἑτέροις γίγνεσθαι Th.6.22
; ἐ. τῷ πλήθει in their hands, S.OC66, cf. Th.2.84; τὸ ἐπ' ἐμοί, τὸ ἐ. ἐκείνῳ, etc., as far as is in my power, etc., X. Cyr.5.4.11, Isoc.4.142, etc.;τὸ ἐ. τούτοις εἶναι Lys.28.14
; ἐ. τοῖς υἱάσι their property, Leg.Gort.4.37.h. according to, ἐ. τοῖς νόμοις Lexap.D. 24.56;ἐ. πᾶσι δικαίοις ποιούμεθα τοὺς λόγους Id.20.88
;ἐ. προφάσει θηρός S.Tr. 662
codd.(lyr.).i. of condition or circumstances in which one is,ἀτελευτήτῳ ἐ. ἔργῳ Il.4.175
, etc.;ἐπ' ἀρρήτοις λόγοις S.Ant. 556
; (lyr.);ταύταις ἐ. συντυχίαις Pi.P.1.36
;ἐπ' εὐπραξίᾳ S.OC 1554
;ἐ. τῷ παρόντι Th.2.36
; ἐπ' αὐτοφώρῳ λαβεῖν, v. αὐτόφωρος; also ἐ. τῷ δείπνῳ at dinner, X.Cyr.1.3.12, Thphr.Char. 3.2;ἐ. τῇ κύλικι Pl.Smp. 214b
;ἐ. θαλίαις E.Med. 192
(anap.).k. Geom., of the point, etc., at which letters are written, κέντρον ἐφ' ᾧ K Hippocr. ap. Simp.in Ph.64.14; ἡ [γραμμὴ] ἐφ' ᾗ HK the line HK, Arist.Mete. 375b22.2. with Verbs of Motion:a. where the sense of motion merges in that of support,ἐ. χθονὶ βαίνει Il.4.443
;θεῖναι ἐ. γούνασιν 6.92
;καταθέσθαι ἐ. γαίῃ 3.114
; ἱστὸν ἔστησεν ἐ.ψαμάθοις 23.853
;ἐ. φρεσὶ θῆκε 1.55
; δυσφόρους ἐπ' ὄμμασι γνώμαςβαλεῖν S.Aj.51
, etc.b. in pregnant construction, πέτονται ἐπ' ἄνθεσιν fly on to the flowers and settle there, Il.2.89; ἐκ.. βαῖνον ἐ.ῥηγμῖνι θαλάσσης Od.15.499
;καθεῖσεν ἐ. Σκαμάνδρῳ Il.5.36
; ἦλθε δ'ἐ. Κρήτεσσι 4.251
, cf. 273;νῆες εἰρύατ'.. ἐ. θινὶ θαλάσσης 4.248
.c. rarely for εἰς c.acc.,νηυσὶν ἔ. γλαφυρῇσιν ἐλαυνέμεν 5.327
, 11.274.d. in hostile sense, upon or against, ἐ. τινι ἔχειν, ἰθύνειν ἵππους, 5.240, 8.110; ἐ. τινι ἱέναι βέλος, ἰθύνεσθαι ὀϊστόν, 1.382, Od.22.8; ἐ. τοιἈκράγαντι τανύσαις Pi.O.2.91
;ἐ. Τυδεΐδῃ ἐτιταίνετο.. τόξα Il.5.97
;ἐφ' Ἕκτορι.. ἀκοντίσσαι 16.358
;κύνας.. σεύῃ ἐπ' ἀγροτέρῳ συΐ 11.293
;ὡρμήθησαν ἐπ' ἀνδράσιν Od.10.214
, cf. E.Ph. 1379, etc.: also ἐ. τινιτετάχθαι Th.2.70
, 3.13;ὅστις φάρμακα δηλητήρια ποιοῖ ἐ. Τηΐοισιν SIG37.2
(Teos, v B.C.).II. of Time, rarely, and never in good [dialect] Att., exc. in sense of succession (infr. 2), ἐ. νυκτί by night, Il.8.529;ἐφ' ἡμέρῃ, αἱ δ' ἐ. νυκτί Hes.Op. 102
; ἐπ' ἤματι τῷδε on this very day, Il.13.234; ἐπ' ἤματι for to-day, 19.229, 10.48, Od.2.284; αἰεὶ ἐπ' ἤματι every day, 14.105;ἐπ' ἡμέρῃ ἑκάστῃ Hdt.4.112
, 5.53, cf. D.S. 34/5.2.1;ὁ ἥλιος νέος ἐφ' ἡμέρῃ ἐστίν Heraclit.6
;ἐ. τρίς Act.Ap.10.16
, PHolm.1.18.2. of succession, after, ἕκτῃ ἐ. δέκα on the 16th of the month, Chron. ap. D.18.155, Decr.ib.181 ( δεκάτῃ codd.); τετράδιἐ. δέκα IG12.304.62
; πρὸ τῆς ἕκτης ἐ. δέκα ib.22.1361.19; ἐπ' ἐξεργασμένοισι, = Lat. re peracta, Hdt.4.164, etc.; ἐ. τινι ἀγορεύειν, ἀνίστασθαι, E.Or. 898, 902, X.Cyr.2.3.7, etc.;ἐ. διεφθαρμένοισι Ἴωσι Hdt.1.170
, τὰ ἐ. τούτοισι, = Lat. quod superest, Id.9.78, cf. Th.1.65, A.Ag. 255, etc.;τοὐπὶ τῷδε πῆμα E.Hipp. 855
(lyr.), etc.3. in the time of (cf. A. 11) only in Arc., A 21, cf. 666 (Orchom.).III. in various causal senses:1. of the occasion or cause, τετεύξεται ἄλγε' ἐπ' αὐτῇ for her, Il.21.585; ἐ. σοὶ μάλα πόλλ' ἔπαθον for thee, 9.492: freq. with Verbs expressing some mental affection,ἐπὶ παντὶ λόγῳ ἐπτοῆσθαι Heraclit.87
; μέγα φρονεῖν ἐ. τινι to be proud at or of a thing, Pl.Prt. 342d, X.HG3.4.11, etc.; χλιδᾶν ἐ . τινι S.El. 360; ἀγάλλεσθαι, ἀγανακτεῖν ἐ. τοῖς παροῦσι, X.An.2.6.26, Isoc.4.122;ὀνομαστὸς ἐ. τινι γεγονέναι X.Mem.1.2.61
; also ἐφ' αἵματι φεύγειν to be tried on a capital charge, D.21.105; πληγὰς λαμβάνεινἐ. τινι X.Cyr.1.3.16
;ζημιοῦσθαι ἐ. τινι D.24.122
, etc.: in adverbial phrases [δικάσσαι] ἐπ' ἀρωγῇ with favour, Il.23.574;δολίῃ ἐ. τέχνῃ Hes. Th. 540
;ἐ. μιῇ αἰτίῃ ἀνήκεστον πάθος ἔρδειν Hdt.1.137
, etc.; ἐ . κακουργίᾳ καὶ οὐκ ἀρετῇ for malice, Th.1.37; ἐπ' εὐνοία, ἐπ' ἔχθρα, D. 18.273, 21.55; ἐπ' ἀγαθῇ ἐλπίδι with.., X.Mem.2.1.18, cf. Ep.Rom. 4.18; ἐφ' ἑκατέροις in both cases, Pl.Tht. 158d, cf. Xenoph.34.4; ἐ.δάκρυσί τινα καταστένειν E. Tr. 315
(lyr.); ἐ. τῇ πάσῃ συκοφαντίᾳ καὶ διασεισμῷ Mitteis Chr. 31 vI (ii B.C.), etc.2. of an end or purpose,υἱὸν ἐ. κτεάτεσσι λιπέσθαι Il.5.154
, cf. 9.482; ἐ. δόρπῳ for supper, Od.18.44;ἐ. κακῷ ἀνθρώπου σίδηρος ἀνεύρηται Hdt.1.68
;ἐ. διαφθορῇ Id.4.164
;ἐ. σῷ καιρῷ S.Ph. 151
(lyr.);ἐ. τῷ κέρδει X.Mem.1.2.56
; δῆσαι ἐ. θανάτῳ or τὴν ἐ. θανάτῳ, Hdt.9.37, 3.119, cf.1.109, X.An.1.6.10;ἐ. θανάτῳ συλλαβεῖν Isoc.4.154
; ἐπ' ἐξαγωγῇ for exportation, Hdt.5.6; χρηστηριάζεσθαι ἐ. τῇ χώρῃ with a view to gaining.., Id.1.66;ἐ. τούτοις ἐθύσαντο X.An.3.5.18
;ἐ. τῷ ὑβρίζεσθαι Th.1.38
, cf.34, etc.;τι κακοτεχνεῖν ἐ. αἰσχύνῃ τοῦ ἀνδρός PEleph.1.6
(iv B.C.).3. of the condition upon which a thing is done, ἐ. τούτοισι on these terms, Hdt.1.60, etc.;ἐ. τοῖσδε, ὥστε.. Th.3.114
; ἐ. τούτῳ, ἐπ' ᾧτε on condition that.., Hdt.3.83, cf. 7.158: in orat. obliq., ἐπ' or ἐφ' ᾧτε folld. by inf., Id.1.22, 7.154, X.HG2.2.20;ἐφ' ᾧ μηδὲν κακὸν ποιήσουσιν Th.1.126
(but ἐφ' ᾧ = wherefore, Ep.Rom.5.12); ἐπ' οὐδενί on no condition, on no account, Hdt.3.38; but, for no adequate reason, D. 21.132; ἐπ' ἴσῃ τε καὶ ὁμοίῃ, ἐπὶ τῇ ἴσῃ καὶ ὁμοίᾳ, on fair and equal terms, Hdt.9.7, Th.1.27; ἐ. ῥητοῖς, v. ῥητός; also of a woman's dowry,τὴν μητέρα ἐγγυᾶν ἐ. ταῖς ὀγδοήκοντα μναῖς D.28.16
; γῆμαίτινα ἐ. δέκα ταλάντοις And.4.13
;τὴν θυγατέρα ἔχειν γυναῖκα ἐ. τῇ τυραννίδι Hdt.1.60
; on the principle of..,ἐ. τῷ μὴ λυπεῖν ἀλλήλους Th.1.71
.4. of the price for which..,ἔργον τελέσαι δώρῳ ἔ. μεγάλῳ Il.10.304
, cf. 21.445; ἐ. τίνι χρήματι; Hdt.3.38; ἐ. πόσῳ; Pl.Ap. 41a; ἐ .ταλάντῳ χρυσίου Ar.Av. 154
; ἐπ' ἀργυρίῳ λέγειν, πράττειν, D.19.182, 24.200;ἐ. χρήμασι λυμαίνεσθαι Id.19.332
;ἐ. πολλῷ ἐρρᾳθυμηκότες Id.1.15
; also of money lent at interest, δανείζεσθαι ἐ. τοῖς μεγάλοις τόκοις ibid.; ἐ. δραχμῇ δανείζειν lend at 12 per cent., Id.27.9; ἐπ' ὀκτὼ ὀβολοῖς τὴν μνᾶν τοῦ μηνὸς ἑκάστου δανείζειν, i.e. at 16 per cent., Id.53.13;ἐ. διακοσίαις εἴκοσι πέντε τὰς χιλίας
for per mille, i.e. 22.5 per cent., Syngr. ap. eund.35.10; also of the security on which money is borrowed,δανείζειν ἐ. ἀνδραπόδοις Id.27.27
; ἐπ' οἴνουκεραμίοις τρισχιλίοις Id.35.18
;ἐ. νηΐ Id.56.3
;δανείζειν ἐ. τοῖς σώμασιν Arist.Ath.9.1
, cf. 2.2, D.H.4.9.5. of names, φάος καὶ νὺξ ὀνόμασται..ἐ. τοῖσί τε καὶ τοῖς Parm.9.2
;ἐ. τῇ τοῦ οἰκείου ἔχθρᾳ στάσις κέκληται Pl.R. 470b
; soὄνομα κεῖται ἐ. τινι X.Cyr.2.2.12
; ὄνομα καλεῖνἐ. τινι Pl.Sph. 218c
, cf. 244b; πότερον ταῦτα, πέντε ὀνόματα ὄντα, ἐ.ἑνὶ πράγματί ἐστι Id.Prt. 349b
(v. supr. A. 111.2).6. of persons in authority, ὅς μ' ἐ. βουσὶν εἷσεν who set me over the kine, Od.20.209, cf. 221;ποιμαίνειν ἐπ' ὄεσσι Il.6.25
;οὖρον κατέλειπον ἐ. κτεάτεσσιν Od.15.89
;σημαίνειν ἐ. δμῳῇσι 22.427
; πέμπειν ἐ. τοσούτῳστρατεύματι Th.6.29
;ἐ. ταῖς ναυσίν X.HG1.5.11
;οἱ ἐ. ταῖς μηχαναῖς Id.Cyr.6.3.28
; οἱ ἐ. ταῖς καμήλοις ib.33;οἱ ἐ. τοῖς πράγμασιν ὄντες D. 9.2
;ἐ. θυγατρὶ.. γαμεῖν ἄλλην γυναῖκα Hdt.4.154
.7. in possession of, possessing,ἐ. τοῖς ἑαυτοῦ μένειν Th.4.105
, cf. 8.86; ζῆν ἐ. παιδίοις, τελευτᾶν ἐ. παιδὶ γνησίῳ, Alciphr.1.3, Philostr.VS2.12.2;ἐ. παισὶ διαδόχοις Hdn.4.2.1
;ἀποθανεῖν ἐ. κληρονόμοις ταῖς θυγατράσι Artem.1.78
, cf. PMeyer6.22 (ii A.D.);ἐ. μόνῳ παιδὶ σαλεύειν Hld. 1.9
.C. WITH Acc.:I. of Place, upon or on to a height, with Verbs of Motion,ἐ. πύργον ἔβη Il.6.386
, cf. 12.375; ἐ. τὰ ὑψηλότατα τῶνὀρέων ἀναβαίνειν Hdt.1.131
;προελθεῖν ἐ. βῆμα Th.2.34
; ἀναβιβαστέον τινά, ἀναβαίνειν ἐ. τὸν ἵππον, Pl.R. 467e, X.An.3.4.35; also ἐξ ἵππωνἀποβάντες ἐ. χθόνα Il.3.265
; ἐξεκυλίσθη πρηνὴς ἐ. στόμα upon his face, 6.43;ἐ. θρόνον.. ἕζετο 8.442
; ὤμω.. ἐ. στῆθος συνοχωκότε drawn together upon his breast, 2.218;Ὀδυσσῆ' εἷσαν ἐ. σκέπας Od.6.212
;θέσθαι ἐ. τὰ γόνατα X.An.7.3.23
;ἐπ' ἀμφότερα τὰ ὦτα καθεύδειν Aeschin.Socr.54
; ἐ. κεφαλήν head- foremost, Pl.R. 553b, Luc.Pisc.48 (v. κεφαλή): less freq. than ἐπί with gen. or dat.b. Geom., αἱ ἐ. τὰς ἁφὰς ἐπιζευγνύμεναι εὐθεῖαι joining the points of contact, Archim. Sph.Cyl.1.8; κάθετος ἐ. perpendicular to (v. κάθετος).2. to,ἦλθε θοὰς ἐ. νῆας Il.1.12
, etc.; ἐ. βωμὸν ἄγων ib. 440; ἴθυσαν δ' ἐ.τεῖχος 12.443
;ἐ. τέρμ' ἀφίκετο S.Aj.48
;ἡ [ὁδὸς] ἐ. Σοῦσα φέρει X. An.3.5.15
;ἡ ὁδὸς ἡ ἀπὸ τῶν Πυλῶν ἐ. τὸ Ποσειδώνιον Th.4.118
; ἐ.τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Id.1.79
: c.acc. pers.,βῆ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδην Il.2.18
, cf. 10.18,85, 150, etc.: sts. in pregn. constr. with Verbs of Rest,ἐπιστῆναι ἐ. τὰς θύρας Pl.Smp. 212d
;παρεῖναι ἐ. τὸν τάφον Th.2.34
, cf. X.Cyr.3.3.12.b. metaph., ἐ. ἔργα τρέπεσθαι, ἰέναι, Il.3.422, Od.2.127;ἰέναι ἐ. τὸν ἔπαινον Th.2.36
;ἐ. συμφορὴν ἐμπεσεῖν Hdt.7.88
codd.; also ἐ. τὴν τράπεζαν ἀποδιδόναι, ὀφείλειν, pay, owe to the bank, D.33.12, Docum. ap. eund.45.31; ἡ ἐγγύη ἡ ἐ. τὴντράπεζαν D.33.10
; τὸ ἐ. τὴν τράπεζαν χρέως ib.24; also εἰσποιηθῆναι ἐ. τὸ ὄνομά τινος to be entered under his name, Id.44.36.c. up to, as far as ( μέχρι ἐ. X.An.5.1.[1]),παρατείνειν ἐπ' Ἡρακλέας στήλας Hdt.4.181
;ἐ. θάλασσαν καθήκειν Th.2.27
,97: metaph., ἐ. πείρατ' ἀέθλωνἤλθομεν Od.23.248
; ἐ. διηκόσια ἀποδιδόναι yield 200- fold, Hdt. 1.193; in measurements,πλέον ἢ ἐ. δύο στάδια X.Cyr.7.5.8
, An.6.2.2; ὅσον ἐ. εἴκοσι σταδίους ib.6.4.5, cf. 1.7.15: freq. with a neut. Adj. or Pron.,τόσσον τίς τ' ἐπιλεύσσει ὅσον τ' ἐ. λᾶαν ἵησιν Il.3.12
; ὅσσονἔφ' 2.616
, cf. 15.358; ἐ. τοσοῦτό γε φρονέω,.. ταύτην μηδὲν σίνεσθαι I am prudent enough, not to.., Hdt.6.97;ἐ. ὅσον δεῖ Th.7.66
; ἐ.πάντ' ἀφίξομαι S.OT 265
;ἐ. πᾶν ἐλθεῖν X.An.3.1.18
; ἐ. τὸ ἔσχατονἀγῶνος ἐλθεῖν Th.4.92
; ἐ. μεῖζον χωρεῖν, ἔρχεσθαι, ib. 117, S.Ph. 259;ἐ. μέγα χωρεῖν δυνάμεως Th.1.118
; ἐ. μακρότερον, ἐ. μακρότατον, Id.4.41, 1.1, Hdt.4.16, 192; ἐ. σμικρόν, ἐ. βραχύ, a little way, a little, S. El. 414, Th.1.118; ἐπ' ἔλαττον, ἐπ' ἐλάχιστον, Pl.Phd. 93b, Th.1.70; ἐπ' ὀλίγον, ἐ. πολλά, Pl.Sph. 254b; ἐ. πλέον still more, Hdt.2.171, 5.51, Th.2.51; rarely with Advs.,ἐ. μᾶλλον Hdt.1.94
, 4.181.d. before, into the presence of (cf. A. 1.2e),ἦγον δή μιν ἐ. τὰ κοινά Id.3.156
(but στὰς ἐ. τὸ συνέδριον standing at the door of the council, Id.8.79);ἐ. ἡγεμόνας καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε Ev.Matt.10.18
.e. in Military phrases (cf. A. 1.2d), ἐπ' ἀσπίδας πέντε καὶ εἴκοσιν ἐτάξαντο, i.e. twenty-five in file, Th.4.93; dub. in X., as ἐ. πολλοὺς τεταγμένοι many in file, An.4.8.11 codd.;ἐπ' ὀλίγον τὸ βάθος γίγνεσθαι Cyr.7.5.2
codd.; for ἐ. κέρας v. infr.3.3. of the quarter or direction towards or in which a thing takes place, ἐ. δεξιά, ἐπ' ἀριστερά, to the right or left, Il.7.238, 12.240, Od.3.171, Hdt.6.33, etc.; ἐ. τὰ ἕτερα or ἐ. θάτερα, Id.5.74, Th.1.87, etc.; ἐ. τὰ μακρότερα , βραχύτερα, on the longer, shorter side, Hdt.1.50; ἐπ' ἀμφότερα νοέων both ways, Id.8.22;ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος Pi.O.13.57
, etc.; ἐ. τάδε Φασήλιδος on this side, Isoc.7.80; ἐ. ἐκεῖνα, v. ἐπέκεινα; ἐφ' ἕν, ἐ. δύο, ἐ. τρία, of space, in one, two, three dimensions, Arist.de An. 404b23, Plot.6.3.13; in Military phrases, ἐ. δόρυ ἀναστρέψαι ,ἐ. ἀσπίδα μεταβαλέσθαι, to the spear or shield side, i.e. to right or left, X.An.4.3.29, Cyr.7.5.6; ἐ. πόδα ἀναχωρεῖν, etc., retire on the foot, i.e. facing the enemy, Id.An.5.2.32; so ἐ. κέρας or ἐ. κέρως πλεῖν, etc., sail towards or on the wing, i.e. in column (v. ): metaph., ἐ. τὸ μεῖζον κοσμῆσαι, δεινῶσαι, etc., with exaggeration, Th.1.10, 8.74, etc.;ἐ. τὸ πλέον ἀγγέλλεσθαι Id.6.34
; ἐ. τὸ φοβερώτερον ib.83; ἐ. τὰ γελοιότερα ἐπαινέσαι so as to provoke laughter, Pl. Smp. 214e; ἐ. τὰ καλλίω, ἐ. τὰ αἰσχίονα, Id.Plt. 293e; ἐ. τὸ βέλτιον καὶ κάλλιον, ἐ. τὸ χεῖρον καὶ τὸ αἴσχιον, Id.R. 381b; ἐ. τὸ ἄμεινον Orac. ap. D.43.66.4. in hostile sense, against,ἰέναι ἐ. νέας Il. 13.101
;ὦρτο δ' ἐπ' αὐτούς 5.590
; στρατεύεσθαι or -εύειν ἐ. τινα, Hdt. 1.71,77, Th.1.26, etc.;ἰέναι ἐ. φάτιν S.OT 495
(lyr.); πλεῖν ἐ. τοὺσἈθηναίους Th.2.90
;πέμπειν στρατηγὸν ἐ. τινας Hdt.1.153
; θύεσθαι ἐ. τινα offer sacrifice on going against.., X.An.7.8.21; ἐφ' ὑμᾶς to your prejudice, D.6.33, 10.57.5. of extension over a space, πουλὺν ἐφ' ὑγρὴν ἤλυθον over much water, Il.10.27: ἐπ' εὐρέα νῶταθαλάσσης 2.159
;ἐ. κύματα 13.27
; ; πλέων, λεύσσων ἐ. οἴνοπα πόντον, 7.88, 5.771;ἐ. πολλὰ δ' ἀλήθην Od. 14.120
;ἄγοισι.. Ἀνδρομάχαν.. ἐπ' ἄλμυρον πόντον Sapph.Supp. 20a
. 7: also with Verbs of Rest, ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα over nine acres he lay stretched, Od.11.577; τόσσον ἔπ' over so much, 5.251, cf. 13.114; διώκοντες ἐ. πολύ over a large space, Th.1.50, cf. 62, etc.; ἐ. πλεῖστον ib.4;ὡς ἐ. πλεῖστον 2.34
, etc.; freq. to be rendered on,δράκων ἐ. νῶτα δαφοινός Il.2.308
; ἵππους.. ἐ. νῶτον ἐΐσας ib. 765;ὅσσα τε γαῖαν ἔπι πνείει 17.447
; ἐ. γαῖαν εἰσὶ δύω [γένη] Hes.Op.11;ἀοιδοὶ ἔασιν ἐ. χθόνα Th.95
;ἐ. γᾶν μέλαιναν ἔμμεναι κάλλιστον Sapph. Supp.5.2
; also, among,κλέος πάντας ἐπ' ἀνθρώπους Il.10.213
, cf. 24.202, 535;δασσάμενοι [κτήματ'] ἐφ' ἡμέας Od.16.385
, cf. Pl.Prt. 322d.II. of Time, for or during a certain time,ἐ. χρόνον Il.2.299
, Od.14.193:πολλὸν ἐ. χρόνον 12.407
;παυρίδιον.. ἐ. χρόνον Hes. Op. 133
;ἐ. δηρόν Il.9.415
;ἐ. πολὺν χρόνον Pl.Phd. 84c
, etc.; ἐπ'ὀλίγον χρόνον Lycurg.7
; ἐ. χρόνον τινά, ἐ. τινα χρόνον, Pl.Prt. 344b, Grg. 524d;γῆν ἀπεμίσθωσαν ἐ. δέκα ἔτη Th.3.68
; ἐ. διετές Lexap.D. 46.20;ἐ. τρεῖς ἡμέρας X.An.6.6.36
; τὸ ἐφ' ἡμέραν ἀρκέσον enough for the day, Id.Cyr.6.2.34, cf. D.50.23, Hdt.1.32; ἐ. πολύ for a long time, Th.1.6, etc.2. up to, until a certain time, εὗδον παννύχιοςκαὶ ἐπ' ἠῶ καὶ μέσον ἦμαρ Od.7.288
;οὐδ' ἐ. γῆρας ἵκετ' 8.226
.III. in various causal senses:1. of the object or purpose for which one goes, ἀγγελίην ἔπι Τυδῆ στεῖλαν sent him for (i.e. to bring) tidings of.., Il.4.384 (dub.); ἐ. βοῦν ἴτω let him go for an ox, Od.3.421;ἐ. τεύχεα δ' ἐσσεύοντο Il.2.808
;ἐλθεῖν πρός τινα ἐπ' ἀργύριον X.Cyr.1.6.12
; πέμπειν εἴς τινα ἐ. στράτευμα ib.4.5.31; ἴτω τις ἐφ' ὕδωρ ib.5.3.49; ἥκειν ἐ. τοὺς τόκους for (i.e. to demand) the interest, D.50.61: less freq. c. acc. pers.,ἐπ' Ὀδυσσῆα ἤϊε Od.5.149
, cf. S.OT 555;κατῆλθον ἐ. ποιητήν Ar.Ra. 1418
;κατέρχονται ἐ. τὸν Ἀγόρατον Lys. 13.23
: with acc. of a Noun of Action, ἐξιέναι ἐ. θήραν go out hunting, X.Cyr.1.2.9; ἔπλεον οὐχ ὡς ἐ. ναυμαχίαν (v.l. for -μαχίᾳ) Th.2.83;ἐ. μάχην ἰέναι X.An.1.4.12
; ἔρχεσθαι, ἵζειν ἐ. δεῖπνον, Il.2.381, Od.24.394;ἐ. δόρπον ἀνέστη 12.439
;κληθεὶς ἐ. δεῖπνον Pl.Smp. 174e
, etc.;καλεῖν ἐ. ξείνια Hdt.2.107
,5.18; ἐ. τὴν θεωρίαν to see the sight, Ev.Luc.23.48, cf. PTeb.33.6 (ii B.C.): freq. with neut. Pron. or Adj., ἐ. τοῦτο ἐλθεῖν for this purpose, X.An.2.5.22, cf. Th.5.87; ἐπ' αὐτὸ , etc.; ἐ. τί; to what end? Ar.Nu. 256;ἐφ' ὅ τι Id.Lys.22
, 481; ἐφ' ἃ ἤλθομεν for which purpose, Th.7.15, etc.; ἐπὶ ἴσα for like ends, Pi.N.7.5 (but ἐ. ἶσα μάχη τέτατο, = ἴσως, Il.12.436); ἐ. τὸ βέλτιον to a better result, X.An.7.8.4; ἀναστῆσαί τινα ἐ. χριστὸν Θεοῦ set up as God's anointed, LXX 2 Ki.23.1: after an Adj., ἄριστοι πᾶσανἐπ' ἰθύν Il.6.79
, cf. Od.4.434;ἄπορος ἐ. φρόνιμα S.OT 691
(lyr.); χρήσιμοςἐ... οὐδέν D.25.31
: after a Noun,ὁδὸς ἐ. τι X.Cyr.1.6.21
; ὄργανα ἐ. τι ib.6.2.34.2. so far as regards,τοὐπὶ τήνδε τὴν κόρην S.Ant. 889
;ὅσον γε τοὐπ' ἐμέ E.Or. 1345
; τοὐπί σε, τὸ ἐ. σέ, Id.Hec. 514, X.Cyr.1.4.12;τὸ ἐ. σφᾶς εἶναι Th.4.28
; ὡς ἐ. τὸ πολύ for the most part, Arist.Top. 100b29, etc.;ἐ. πᾶν Th.2.51
; τὸ πρὸς ἅπανξυνετὸν ἐ. πᾶν ἀργόν Id.3.82
;κρείσσων ἐπ' ἀρετήν Democr.181
; ἐ.μέγα Call.Dian.55
.3. of persons set over others, ἐ. τοὺς πεζοὺςκαθιστάναι ἄρχοντα X.Cyr.4.5.58
, cf. HG3.4.20; στρατηγὸς ἐ. τοὺς ὁπλίτας, ἐ. τὴν χώραν, Arist.Ath.61.1, IG22.682.24;ἐ. τὸν Πειραιέα Arist.Ath.
l.c.;ἐ. Ῥαμνοῦντα IG2.1206b
(cf. A. 111.1); οἱ θεσμοθέταιοἱ ἐ. τοὺς νόμους κληρούμενοι D.20.90
.4. according to, by, ἐ. στάθμην by the rule, Od.5.245, 21.44, etc.D. POSITION:— ἐπί may suffer anastrophe ([etym.] ἔπι) and follow its case, as in Il.1.162; it may like wise follow its Verb,ἤλυθ' ἔπι ψυχή Od.24.20
, cf. Il.9.539.II. in Poets it is sts. put with the second of two Nouns, though in sense it also governs the first, ἢ ἁλὸς ἢ ἐ.γῆς Od.12.27
, cf. S.OT 761, Ant. 367 (lyr.).E. ABS., used adverbially, without anastrophe, καὶ ἐ. σκέπαςἦν ἀνέμοιο Od.5.443
; κτεῖνον δ' ἐ. μηλοβοτῆρας as well, Il.18.529; esp. ἐ. δέ.. and besides.., Hdt.7.65,75, etc.;πολιαί τ' ἐ. ματέρες S. OT 182
(lyr.).II. ἔπι, for ἔπεστι, there is, Il.1.515, 3.45, Od.16.315; οὐ γὰρ ἔπ' ἀνήρ.. there is no man.., 2.58; σοὶ δ' ἔ. μὲν μορφὴἐπέων 11.367
;ἔ. δέ μοι γέρας A.Eu. 393
codd. (lyr.).F. PROSODY: in ἐπιόψομαι, ι is not elided before a vowel; also in some words where σ or ϝ has been lost, as ἐπιάλμενος, ἐπιείκελος, ἐπιεικής, ἐπιέξομαι (v. ). [dialect] Dor. ἐπιεργάζομαι (v. ἐπιεργάζομαι).G. IN COMPOSITION:I. of Place, denoting,2. Motion,b. to or towards, ἐπέρχομαι, ἐπιστέλλω, ἐπαρίστερος, ἐπιδέξιος.c. against,ἐπαΐσσω, ἐπιπλέω 11
, ἐπιστρατεύω, ἐπιβουλεύω.e. over a place, as in ἐπαιωρέομαι, ἐπαρτάω.f. over or beyond boundaries, as in ἐπινέμομαι.g. implying reciprocity, as in ἐπιγαμία.3. Extension over a surface, as in ἐπαλείφω, ἐπανθίζω,ἐπιπέτομαι, ἐπιπλέω 1
, ἐπάργυρος, ἐπίχρυσος.4. Accumulation of one thing over or besides another, as in ἐπαγείρω, ἐπιμανθάνω, ἐπαυξάνω, ἐπιβάλλω, ἐπίκτητος.5. Accompaniment, to, with, as in ἐπᾴδω, ἐπαυλέω, ἐπαγρυπνέω: hence of Addition, ἐπίτριτος one and 1/3 more, 1 +1/3; so ἐπιτέταρτος, ἐπίπεμπτος, ἐπόγδοος, etc.6. with Adjs., somewhat, slightly, as in ἐπίξανθος, ἐπίπικρος.II. of Time and Sequence, after, as in ἐπιβιόω, ἐπιβλαστάνω, ἐπιγίγνομαι,ἐπακόλουθος, ἐπίγονος, ἐπιστάτης 1.2
.III. in causal senses:1. Superiority felt over or at, as in ἐπιχαίρω, ἐπιγελάω, ἐπαισχύνομαι.2. Authority over, as in ἐπικρατέω, ἔπαρχος, ἐπιβουκόλος, ἐπιποιμήν.3. Motive for, as in ἐπιθυμέω, ἐπιζήμιος, ἐπιθάνατος.4. to give force or intensity to the Verb, as in ἐπαινέω, ἐπιμέμφομαι, ἐπικείρω, ἐπικλάω. -
2 ἐπι-δέξιος
ἐπι-δέξιος, 1) zur Rechten hin; bei Hom. ἐπιδέξια, adverbial, nach der rechten Seite hin, welche Richtung als Glück bringend u. heilig galt u. bei allen Schmäusen, öffentlichen Versammlungen u. Opfern sorgfältig beobachtet wurde; ὄρνυσϑ' ἑξείης ἐπιδέξια πάντες – ἀρξάμενοι τοῠ χώρου, ὅϑεν τέ περ οἰνοχοεύει, von dem Ehrenplatze neben dem Mischgefäß an immer der Nachbar zur Rechten, Od. 21, 141; τὸν ἐπιδέξια τρόπον πίνειν Ath. XI, 463 f aus Anaxandr., wie πίνειν τὴν ἐπιδέξια Eupol. Poll. 2, 159; ὀρέγειν προπόσεις Critias bei Ath. X, 432 e; περίιϑι τὸν βωμὸν ἐπιδέξια Ar. Pax 957. Daher ἀστράπτων ἐπιδέξια, rechtshin blitzend, d. i. Heil verkündend, Il. 2, 353, wie ἐπιδέξια σήματα φαίνων ἀστράπτει 9. 236, κατακλίναντες ἐπιδέξια πρὸς τὸ πῠρ Plat. Rep. IV, 420 e, vgl. Theaet. 175 e, wo die v. l. ἐπὶ δεξιά, wie man auch im Homer schrieb, wenn der Gegensatz »zur linken Seite« hervorgehoben werden sollte (s. Il. 7, 238; Her. 2, 93. 7, 39; Buttm. Lexil. 1 p. 173 ff. u. Lob. zu Phryn. p. 259 u. oben δεξιός); ἐπιδέξια χειρός νιν ἄγεις vrbdt Pind. P. 6. 19. wie Theocr. 25, 18; πάντα τἀπιδέξια, die ganze rechte Seite, Ar. Av. 1493. – 2) geschickt, gewandt, Aesch. 1, 178; sein, geschmackvoll, neben εὐτράπελος, Arist. Eth. 4, 8; τωϑάσαι, rhet. 2, 4; ἀνὴρ πρὸς τὰς ὁμιλίας ἐπιδέξιος Pol. 5, 39, 6; καὶ προςηνής Plut. Symp. 7, 6, 3; καὶ χαρίεις Aem. Paul. 37; περὶ τὴν ϑήραν D. Cass. 69, 10; vom Schiffe, Antiphil. 41 (IX, 242), u. öfter bei Sp. – Adv. ἐπιδεξίως, geschickt, τοῖς πράγμασι χρῆσϑαι Pol. 3, 19, 13; so auch ἐπιδέξια, Nicom. Ath. VII, 291 c.
-
3 ἐπι-στεφανόω
ἐπι-στεφανόω, bekränzen, βωμόν Pind. Ol. 9, 112; Ath. I, 13 d.
-
4 επι
I.I(перед гласн. - ἐπ΄, перед придых. - ἐφ΄; in crasi: κἀπί, κἀπ΄ - ион. κἠπί = καὴ ἐπί; οὑπί = ὅ ἐπί; τοὐπί = τὸ ἐπί; τἀπί = τὰ ἐπί; анастроф. ἔπι)(1) (на вопрос «где?»)- на(στῆναι ἐπι πύργου Hom.; ἐφ΄ ἵππων καὴ ἐπὴ νεῶν βαίνειν Aesch.; ἐπὴ γῆς καὴ ὑπὸ γῆς Plat.)
ἐπὴ τῶν πλευρῶν Xen. — на флангах;ἐπὴ προσπόλου μιᾶς χωρεῖν Soph. — идти в сопровождении единственной помощницы;ἐπὴ τελευτῆς Arst. — в конце- у, при, близ, подле(κόλπος ὅ ἐπὴ Ποσιδηΐου Her.; μεῖναι ἐπὴ τοῦ ποταμοῦ Xen.)
αἱ ἐπὴ Λήμνου ἐπικείμεναι νῆσοι Her. — острова, лежащие близ Лемноса- в(ἐπὴ τοῦ προαστείου Thuc.; ἐπὴ τῶν ἐργαστηρίων καθίζοντες Isocr.; καταλῦσαι τὸν βίον ἐπὴ τῆς πατρίδος Luc.)
οἱ ἐπὴ Θρᾴκης Thuc. — находящиеся во Фракии;οἱ ἐπὴ τῆς Ἀσίας κατοικοῦντες Isocr. — жители Азии;ἐπὴ τῆς οἰκίας Polyb. — дома(2) (на вопрос «куда?») на(ἐπὴ τῆς γῆς καταπίπτειν Xen.)
— в, к, по направлению (ἐπὴ τοῦ κόλπου πλεῦσαι Thuc.; ἥ ἐπὴ Βαβυλῶνος ὁδός Xen.):ἐπὴ τῆς εὐθείας κινεῖσθαι Arst. — двигаться по прямой (линии);ἀναχωρεῖν ἐπ΄ οἴκου Thuc. — вернуться домой;ἐπί στρατοπέδου ἐλθεῖν Xen. — прийти в лагерь;ἐπὴ γνώμης τινός γενέσθαι Dem. — присоединиться к чьему-л. мнению(3) в присутствии, перед (лицом)(ἐπὴ μαρτύρων Isae., Xen.; ἐπὴ τοῦ δικαστηρίοιυ Isocr., Arst.)
ἐπ΄ ἐκκλησίας Thuc. — в народном собрании(4) (при числах, мерах и т.п.) поἐφ΄ ἑνός Xen. — по одному, поодиночке;
τὸ μέτωπον ἐπὴ τριακοσίων, τὸ δὲ βάθος ἐφ΄ ἑκατόν Xen. — по триста (человек) по фронту и по сто в глубину;ἐπὴ ὀκτὼ πλίνθων τὸ εὖρος Xen. — по восемь кирпичей в ширину(5) во время, в, при(ἐπὴ Κρόνου Hes., Plat.; ἐπὴ τῶν ἡμετέρων προγόνων Xen.; ἐπὴ δείπνου Luc.; ἐπὴ τῶν δείπνων Diod. и ἐπὴ τῆς τραπέζης Plut.)
ἐπὴ τῶν πράξεων Xen. — при наличии дела, когда нужно действовать;ἐπὴ τῆς ἐμῆς ζόης Her. — при моей жизни, пока я жив;ἐπ΄ ἐμεῦ Her., ἐπ΄ ἐμοῦ Dem. — в мое время;οἱ ἐφ΄ ἡμῶν Xen. — наши современники;ἐπὴ σχολῆς Aeschin. — в свободное время, на досуге;ἐπὴ τοῦ παρόντος Arst. — в настоящий момент, пока;ἐπὴ καιροῦ Dem. и ἐπὴ τῶν καιρῶν Aeschin. — вовремя, кстати:ἐπὴ μιᾶς ἡμέρας Luc. — в один (и тот же) день;ταύτας (τὰς πόλιας) ἐπ΄ ἡμέρης ἑκάστης αἵρεε Her. — (Даврис) брал эти города по одному в день(6) по поводу, насчет, относительно, о(ἐπί τινος λέγειν Plat., Arst.; ἐπί τινος σκοπεῖν Xen.; ἐπὴ πάντων ὀργίζεσθαι Dem.)
κρίνειν τι ἐπί τινος Dem. — высказывать какое-л. суждение о чем-л.(7) в соответствии с (чем-л.), на основании, по(8) (выраж. отношение, зависимость, причастность, должность и т.п.; в переводе часто опускается)ἐπὴ νόσου ἔχεσθαι Soph. — быть пораженным болезнью;
ἐπὴ τῆς φιλότητος Arst. — под влиянием любви;(αὐτὸς) ἐφ΄ ἑαυτοῦ Her., Thuc., Xen., Plat.; — сам по себе, тж. отдельно, самостоятельно;ἐπὴ ὀνόματός τινος εἶναι Dem. — носить какое-л. имя;ἥ ἐπ΄ Ἀνταλκίδου εἰρήνη Xen. — Анталкидов мир;τὸ ἐφ΄ ἑαυτῶν Thuc. — их собственные дела, их личные интересы;μένειν ἐπὴ τῆς ἀρχῆς Xen. — оставаться у власти;οἱ ἐπὴ τῶν πραγμάτων (ὄντες) Dem. — государственные деятели;ὅ ἐπὴ τῶν δεσμῶν Luc. — тюремщик;ὅ ἐπὴ τῶν ὁπλιτῶν Dem. — начальник гоплитов;ὅ ἐπὴ τῶν ἐπιστολῶν Plut. — писец, секретарь;ὅ ἐπὴ τοῦ οἴνου Plut. — виночерпий;οἱ ἐπ΄ ἀξίας Luc. — высокопоставленные лица(9) (преимущ. в нареч. оборотах) в, приἐπὴ πάντων Dem. — во всех случаях, при всех обстоятельствах;
ἐπὴ ἡσυχίας τινός Dem. — при (ввиду) чьей-л. беспечности;ἐπ΄ ἀδείας Plut. — в условиях безопасности;ἐπὴ σπουδῆς Plat. — прилежно, усердно;ἐπὴ ῥοπῆς μιᾶς εἶναι Thuc. — быть на волосок от гибели;ἐπ΄ αὐτῆς τῆς ἀληθείας Dem. — как оно действительно и есть (было), со всей истинностью;ἐπὴ κεφαλαίων Dem. — в общих чертах;ἔσται ὅ λόγος ἐπὴ παραδείγματος Aeschin. — скажем к примеру;ἐπ΄ ὅρκου Her. — клятвенно;ἐπ΄ ἴσας Soph. — равным образом, точно так же;οὐδ΄ ἐπὴ σμικρῶν λόγων Soph. — ни одним словечком, т.е. нисколько, никак(10) (по)среди, в числеοὐδεὴς ἐπ΄ ἀνθρώπων Soph. — никто из людей
(1) (на вопрос «где?») на(ἐπὴ πᾶσιν βωμοῖς καίειν τι Hom.; ζωέμεν ἐπὴ χθονί Hes.; ἐπὴ τῇ πυρᾷ κεῖσθαι Plat.)
ἐπὴ ταῖς οἰκίαις ἐπεῖναι Xen. — находиться на домах;ἐφ΄ ἵππῳ Xen. — на коне (верхом);ἐπὴ τῷ εὐωνύμῳ (sc. κέρᾳ) Xen. — на левом фланге:ἐπ΄ ἀμφοτέροις Arst. — с обеих сторон;— внутри, в (ἐπὴ δώμασιν ἕλκειν μακρόπονον ζωάν Eur.; ἐπὴ ταῖς οἰκίαισι τὰς δίκας δικάζειν Arph.);— при, у, возле (ἐπὴ Κελάδοντι μάχεσθαι Hom.; ἐπὴ θαλάττῃ οἰκεῖν Xen.):ἐπὴ δόξῃ κτίσαι τινά Plut. — прославить кого-л.(2) (на вопрос «куда?») на(ἐπὴ γαίῃ καταθέσθαι Hom.: ἐπὴ γᾷ πίπτειν Soph.)
— в, к, по направлению (βλέπειν ἐπί τινι Soph.):καταδεῖν ἵππους ἐπὴ κάπῃσιν Hom. — привязать лошадей к яслям;ἐπὴ οἷ καλέσας Hom. — подозвав к себе(3) в присутствии, перед(4) против(ἐπ΄ ἐχθροῖς χεῖρα τρέπειν Soph.; ἐπί τινι μηχανήν τινα ἱστάναι Eur.; τινὰ ἐπί τινι συνιστάναι Her.)
ἐφ΄ Ἕκτορι ἀκοντίζειν Hom. — метать в Гектора копья(5) (вслед) за(τῷ δ΄ ἐπὴ ὦρτο Διομήδης Hom.)
ἐπ΄ ἐξειργασμένοις Aesch., Her.; — после того, как дело свершилось;ἐπὴ τούτῳ ἀνέστη Προκλῆς καὴ εἶπεν Xen. — после него встал Прокл и сказал(6) кроме, помимо, сверх(ἐπὴ τούτῳ, ἐπὴ τῷδε и ἐπὴ τούτοις Her., Eur., Xen., Arst.)
τὰ λοιπὰ τὰ ἐπὴ τούτοισι Her. — то, что после этого осталось;τρισχίλιοι ἐπὴ μυρίοις Plut. — три тысячи сверх десяти тысяч, т.е. тринадцать тысяч;μεῖζον ἐπὴ κέρδεϊ κέρδος Hes. — огромная прибыль;φόνος ἐπὴ φόνῳ Eur. — непрерывный ряд убийств(7) за, позадиοἱ ἐπὴ πᾶσιν Xen. — следующие за всеми, т.е. арьергард:
(8) в честь, в память(ἐπί τινι λέγειν, sc. ἔπαινον Thuc., Lys., Plat.)
ὅ λίθινος λέων ἕστηκεν ἐπὴ Λεωνίδῃ Her. — каменное изваяние льва воздвигнуто в честь Леонида(9) (выраж. принадлежность или зависимость; в переводе обычно опускается)τἀπὴ σοὴ κακά Soph. — твои несчастья;
ἐπί τινι τήν ἀρχέν ποιεῖσθαι Plut. — передать кому-л. (свою) власть, т.е. назначить кого-л. своим преемником;καταλείπειν τι ἐπί τινι Arst. — предоставить что-л. на чьё-л. усмотрение;ἐπί τινι εἶναι Xen., Plat.; — быть в чьей-л. власти, находиться в чьём-л. распоряжении:ἐπὴ τῷ πλήθει κράτος, sc. ἐστίν Soph. — власть принадлежит народу;τὰ πάντα τότ΄ ἦν ἐπὴ τοῖς τότ΄ ἔθεσι Dem. — все было тогда обусловлено тогдашними нравами;τὸ ἐπὴ τούτοις εἶναι Lys. — насколько это от них зависит(10) (об управлении, начальствовании или владении) во главеἐπὴ τοσούτῳ στρατεύματι Thuc. — во главе столь большого войска;
ναύαρχος ἐπὴ ταῖς ναυσίν Xen. — флотоводец;ὅ ἐπὴ τοῖς καμήλοις Xen. — погонщик верблюдов;ἀπολιπεῖν τινα κληρονόμον ἐπὴ πολλοῖς κτήμασιν Plut. — оставить кого-л. наследником больших богатств(11) во время, в течение(ἐφ΄ ἡμέρῃ ἠδ΄ ἐπὴ νυκτί Hes.)
ἐπ΄ ἤματι Hom. — днем, но тж. в течение (одного) дня;ἐπὴ τῷ δείπνῳ ( или σίτῳ) Xen. — за трапезой;ἥλιος ἧν ἐπὴ δυσμαῖς — солнце клонилось к закату;ἐπὴ (τῇ) τελευτῇ Arst. — в конце;ἐπὴ κυνί Arst. — во время каникул, т.е. в самое знойное время года(12) сообразно, согласно, соответственно(ἐπὴ τοῖς νόμοις Dem.; καλεῖσθαι Ῥώμην ἐπὴ Ῥωμύλῳ τέν πόλιν Plut.)
κεκλῆσθαι ἐπί τινι Plat. — быть названным по имени чего-л.;ἐπὴ πᾶσι οικαίοις Aeschin., Dem.; — по всей справедливости(13) вследствие, по поводу, из-за(ἐπί τινι μάλα πολλὰ παθεῖν Hom., γελᾶν ἐπί τινι Aesch.)
ἐπ΄ εὐνοία τῆς πόλεως Lys. — из любви к отечеству;ἐφ΄ αἵματι φεύγειν Dem. — подвергнуться изгнанию за убийство(14) с целью, ради, дляἐφ΄ οἶς ἐλήλυθας Soph. — (то), ради чего ты прибыл;
ὀδόντες ἐπὴ τῷ διαιρεῖν Arst. — зубы для разрезания (пищи), т.е. резцы;ἐπὴ θανάτῳ συλλαβεῖν Isocr., Diod., Luc.; — схватить и предать смерти;ἐπὴ σωτηρίᾳ κοινῇ Plut. — для общего блага;ἐπ΄ ὠφελείᾳ τῶν φίλων Plat. — на пользу друзьям;ἐπ΄ ἀγαθῷ τινος Xen. — для чьего-л. блага(15) в отношении, что касается (до)ἐπὴ ἐπῶν ποιήσει Ὅμηρον μάλιστα τεθαύμακα Xen. — в области эпической поэзии я больше всего восторгаюсь Гомером
(16) (в мат. и проч. обозначениях)τὸ ἐφ΄ ᾦ — В Arst. ( нечто), обозначаемое буквой В
(17) против(ἥ ἐπὴ τῷ Μήδῳ συμμαχίᾳ Thuc.; νόμους ἐπὴ τοῖς ἀδικοῦσι ἀναγράψαι Dem.)
(18) ( об условии) на, заἐπ΄ ἀργύρῳ Soph., ἐπ΄ ἀργυρίῳ Dem., Arst. и ἐπὴ χρήμασιν Dem. — за деньги;
ἐπὴ κέρδεσι Soph. и ἐπὴ κέρδει Xen. — из-за выгоды;ἐπ΄ οὐδενί Her. — ни за что;ἐπὴ μεγάλοις τόκοις Dem. — за высокий процент;δανείζειν ἐπὴ νηΐ Dem. — давать ссуду под залог корабля;ἐπὴ τοῖς εἰρημένοις Eur. и ἐπὴ ῥητοῖς Thuc. — на (заранее) установленных условиях;ἐπὴ τῇ ἴσῃ καὴ ὁμοίᾳ Thuc. — на равных и одинаковых условиях(1) (на вопрос «где?») наἐπὴ πολύ Thuc., Xen.; — на далеком расстоянии;
ἐπ΄ ἀμφότερα Her., Arst.; — по обе стороны, с обеих сторон, в обоих направлениях;— у, при, в (ἐπὴ τὰς εἰσόδους στῆναι Xen.)(2) (на вопрос «куда?») наἡ ἀχθεῖσα ἐπὴ τέν βάσιν (sc. γραμμή) Arst. — опущенная на основание (прямая) линия, т.е. перпендикуляр;
— в, (по направлению) к (ἐπὴ βωμὸν ἄγειν Hom.; ἐπὴ συμφορέν ἐμπίπτειν Her.; ἐπὴ τέν περιφέρειαν φέρεσθαι Arst.; ἥ ὁδὸς ἐπὴ Ἐκβάτανα φέρει Xen.):ἐπὴ τέρμα ἀφίκετο Hom. — от достиг цели;ἐπὴ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Thuc. — мнения сошлись(3) на протяжении, через, поπουλὺν ἐφ΄ ὑγρήν Hom. — по широко раскинувшемуся морю;
ἐπὴ πολλὰ ἀλήθην Hom. — я обошел много стран;ἐπὴ εἴκοσι σταδίους Xen. — на расстоянии двадцати стадиев(4) среди, между(κλέος πάντας ἐπ΄ ἀνθρώπους Hom.)
τὸ κάλλιστον γένος ἐπ΄ ἀνθρώπους Plat. — красивейшее из человеческих племен(5) против(πέμπειν στρατηγὸν ἐπί τινα Her.; ἰέναι ἐπὴ τοὺς πολεμίους Xen.)
ταῦτ΄ ἐφ΄ ὑμᾶς ἐστιν Dem. — это направлено против вас(6) во время, в течениеἐπὴ χρόνον Hom., Her. и ἐπὴ χρόνον τινά Plat. — в течение некоторого времени;
ἐπὴ δύο ἡμέρας Thuc. — в течение двух дней;ἐπὴ βραχύ Arst. — вскоре и вкратце(7) (вплоть) до(ἐπ΄ ἠῶ Hom.)
ἐπὴ γῆρας ἱκέσθαι Hom. — дожить до старости(8) сообразно, согласноἐπὴ στάθμην ἰθύνειν Hom. — выравнивать по (натянутому) шнуру;
ἐπὴ τοῦτον τὸν λόγον Lys. — на основании этих слов(9) ( разделительно) поἐπὴ πέντε καὴ εἴκοσιν Thuc. — по двадцати пяти;
ἐπὴ μίαν ναῦν Polyb. — по одному кораблю в ряд, т.е. в кильватерной колонне(10) ( при указании промежутка времени) на(ἐπὴ δέκα ἔτη Thuc.)
ὅσον ἐπ΄ ἀνθρώπων γενεάν Xen. — сколько хватило бы на (всю) человеческую жизнь;ἐπ΄ ἡμέρην ἔχειν Her. — иметь дневное пропитание(11) ( при указании числа или меры) в пределах, около, до(ἐπὴ διηκόσια Her.)
μέ ὅλος ψευδής, ἀλλ΄ ἐπί τι Arst. — ложный не вполне, а частично(12) что касается (до), в отношении(τοὐπὴ τήνδε τέν κόρην Soph.)
ἵπποι ἐπὴ νῶτον ἔϊσαι Hom. — кобылицы, равные по хребту, т.е. одинакового роста(13) с целью, дляἥκειν ἐπὴ πρᾶγος πικρόν Aesch. — прийти по печальному делу;ἐπὴ τὸ βοηθεῖν τινι Arst. — для оказания помощи кому-л.;χρήσιμος ἐπὴ οὐδέν Dem. — ни на что не годный(14) ( в наречных выражениях)ἐπὴ πᾶν Thuc., Arst. и ἐπὴ πάντα Plat. — в общем, в целом, вообще;
ἐπὴ βάθος Thuc. — в глубину;ἐπὴ διπλάσιον Xen. — вдвое;ἐπὴ πλέον καὴ μᾶλλον ἢ ἐπ΄ ἔλαττον καί ἧττον Plat. — в большей или в меньшей степени;ἐπὴ ἶσα Hom. — поровну, ( о борьбе) без чьего-л. перевеса;ἐπὴ ὅσον δεῖ Thuc. — (на)сколько нужно;ἐπὴ (σ)μικρόν Soph., Arst.; — немного, мало;ἐπὴ μεῖζον κοσμῆσαί τι Thuc. — чрезмерно разукрасить что-л.;ἐπὴ γελοιότερα Plat. — выставляя на смех;ἐπὴ τὸ ἄπειρον Arst. — до бесконечности, бесконечно;ἐπὴ τὸ χεῖρον Arst. — к худшему, во вред;ἐπὴ (τὸ) πολύ Xen., Arst.; — во многих случаях, (очень) частоIIadv.1) поверх, наверху, сверхуἐπὴ ἄλφιτα πάλυνεν Hom. — поверх (Гекамеда) насыпала муки;
χυτέν ἐπὴ γαῖαν ἔχευαν Hom. — сверху (над могилой Патрокла) насыпали курган2) тогда, затем3) а также, сверх того, далееἐπὴ δὲ πλήξιππον Ὀρέστην Hom. — (Гектор и Арей убили) также искусного наездника Ореста
II.Iанастрофически = ἐπί См. επι IIIοὐ γὰρ ἔπ΄ ἀνήρ, οἷος Ὀδυσσεὺς ἔσκεν Hom. — ибо нет мужа, каким был Одиссей;
ἔπι τοι καὴ ἐμοὴ θάνατος Hom. — ибо ведь и надо мной нависла смерть -
5 βωμός
βωμός, ὁ (βαίνω, βάω, entstanden aus ΒΑΟΜΌΣ), jede Erhöhung, um etwas anderes darauf zu setzen, od. hinauf zu steigen, Gestell, Untersatz, für einen Wagen Iliad. 8, 441, ἅρματα δ' ἂμ βωμοῖσι τίϑει, plural. Homerisch statt des singular., v. l. ἀμβώνεσσι, s. Scholl. und vgl. Apollon. Lex. Homer. p. 53, 20; für Bildsäulen Odyss. 7, 100 χρύσειοι δ' ἄρα κοῦροι ἐυδμήτων ἐπὶ βωμῶν ἕστασαν αἰϑομένας δαΐδας μετὰ χερσὶν ἔχοντες, v. l. βουνῶν, s. Scholl.; so noch Sp. vom Fußgestell der Statuen, wie gew. βάσις, Christod. 1, 1. Gew. Altar, Hom. oft, wie alle Folgenden; von der ἐσχάρα durch seine Höhe und Stufen unterschieden; ἱεροὺς βω-μούς Iliad. 2, 305, ϑεῶν ἱεροῖς ἐπὶ βωμοῖς Odyss. 3, 273; ϑεῶν ἐτετεύχατο βωμοί Iliad. 11, 808; Ἀπόλλωνος παρὰ βωμῷ Odyss. 6, 162; ohne Zusatz ἐπὶ βωμόν Iliad. 1, 440; βωμοὺς ἱδρύεσϑαι Plat. öfter. Die Dichter, bes. Tragg., brauchen öfter den plur. für den sing., z. B. Soph. Tr. 238. 752. – Sp. auch Grabhügel, Ep. ad. 691 ( App. 262).
-
6 ἵζω
Aἷζον Il.20.15
, E.Alc. 946, [dialect] Ion.ἵζεσκον Od.3.409
: [tense] aor.εἷσα Il.23.359
, Hdt. 3.61, IG3.701, Hymn.Is.5, etc.; imper.εἷσον Od.7.163
codd.; part.ἕσας 10.361
, Cyren. acc. ἕσσαντα (v. infr.); inf.ἕσσαι Pi.P.4.273
(the only tenses in Hom.): [tense] aor.ἵζησα D.C.50.2
, 58.5, etc.: [tense] pf. ἵζηκα ([etym.] ἐν-) Gal.2.691, 15.452, ([etym.] συν-) Philostr.Im.2.20:—[voice] Med., v. infr. 1 and 111, and cf. ἕζομαι.—Mostly in Poets and late Prose, the [dialect] Att. Prose form being καθίζω: (Redupl. si-sd-ō, [tense] aor. (augmented) e-sed-s-, cf. ἕζομαι, ἑδος):I causal, make to sit, seat, place, set,μή μ' ἐς θρόνον ἵζε Il.24.553
, cf. Hdt.3.61;βουλὴν ἷζε Il.2.53
;ἵζει μάντιν ἐν θρόνοις A.Eu.18
; ὅς μ' ἐπὶ βουσὶν εἷσ' set me over the oxen, Od.20.210; σκοπὸν εἷσε set as a spy, Il.23.359; λόχον εἷσαν laid an ambush, 4.392; εἷσεν δὲ (v.l. δ' ἐν) Σχερίῃ settled [them] in Scheria, Od.6.8, cf. Il.2.549;ἐπὶ χώρας ἕσσαι Pi.P.
l.c.;ἐπὶ τὸ δεῖπνον ἵζειν τοὺς βασιλέας Hdt.6.57
; ἕσσαντα ἐπὶ τῷ ὠδῷ having caused (the suppliant) to sit on the threshold, Berl.Sitzb.1927.170 ([place name] Cyrene): rare in Trag., σὺ γάρ νιν εἰς τόδ' εἷσας αὔχημ ' for thou didst throne her in this pride, S.OC 713 (lyr.).2 later in [tense] aor. 1 [voice] Med. εἱσάμην, [ per.] 3sg.εἵσατο IG12(5).615
(Iulis, v B.C., written εσατο), 2.1298.4 (ii B.C.), 1336.1 (ii B.C.):— set up and dedicate temples, statues, etc. in honour of gods, Thgn.12, Hdt.1.66;τέμενος ἕσσαντο Pi.P.4.204
;ἕσσατο βωμόν Id.Oxy.408.37
: [dialect] Dor. [ per.] 3sg.hίσατο IG9(1).704
(Corc., vi B.C.), ἵσσατο ib.4.569 ([place name] Argos); [ per.] 3pl. [ἥ]σσαντο BCH33.171
(ibid., iii B.C.); part.ἑσσάμενος IG4.840.7
, 841.23 (Calauria, iii B.C.): [dialect] Att. part. prob. ἑσάμενος, θυσίας τὰς πατρίους τῶν ἑσαμένων (ἑσς-, ἐσς-, εἰς- codd.)..ἀφαιρήσεσθε Th.3.58
; laterεἱσάμενος IG22.1364
(i A.D.), Plu.Them. 22, Thes.17, Pyrrh.1, Luc.Syr.D.1, also Hdt.1.66 codd.: late [tense] fut.εἵσομαι ἱερόν A.R.2.807
.II intr., sit, sit down, Il.2.96, 792, etc.; ἷζε ἐν μέσσοισι he sat in the midst, 20.15;ἵζειν ἐς θρόνον Od.8.469
, Hdt.5.25; ;ἐπὶ θρόνου Il.18.422
, cf. Od.17.339; ἐπὶ [λίθοισιν] 3.409;ἐπ' ἄκριας ἠνεμοέσσας 16.365
; ἐπὶ κώπην, of rowers, Ar.Ra. 199;ἐπὶ κώπᾳ πηδαλίῳ τε E.Alc. 441
(lyr.);ἐπὶ τοὺς νεώς Epicr.3.12
;νέφεσσι.. Ὀλύμποιο.. ἵζων Ζεύς Pi.Pae.6.93
: c. acc. loci,ἵζειν θρόνον A.Ag. 982
(lyr.); : c. acc. cogn.,ἵ. κλωπικὰς ἕδρας Id.Rh. 512
.2 sit still, be quiet, h.Merc.457 (dub.).3 metaph., sink, εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν πόλιν sink into.., Pi.O.10(11).38;εἰς ἑτέραν ἵζει ἕδραν Pl.Ti. 53a
.III [voice] Med. in signf. 11, sit,πάροιθ'.. ἵζευ ἐμεῖο Il.3.162
;Διὸς.. ποτὶ βωμὸν ἑρκείου ἵζοιτο Od.22.335
;ἱσσάμενος ἐπὶ τῷ δαμοσίῳ ἱαρῷ Berl.Sitzb.1927.169
([place name] Cyrene); late [tense] fut.εἵσεται Phylarch.44J.
: [dialect] Dor. [tense] pres. imper. Papers of Amer.Sch.at Athens3
No. 437 ([place name] Pisidia); lie in ambush,ἔνθ' ἄρα τοί γ' ἵζοντ' Il.18.522
; freq. of an army, take up a position,ἵζεσθαι ἀντίοι τινί Hdt.9.26
; ἵζεσθαι ἐν τῷ Τηϋγέτῳ, ἐς τὸ Τηΰγετον, Id.4.145, 146; ἐν τῷ Ἰσθμῷ, ἐς τὸν Ἰσθμόν, Id.8.71; of a fleet, Id.6.5: generallyἐς ἱρὸν Ἀφροδίτης Id.1.199
;ἐς τὰ πρόθυρα Id.3.140
; in Trag.,ἐν ἁγνῷ ἵζεσθε A.Supp. 224
;ἐς θρόνους E. Ion 1618
: c. acc.,ἵζεσθαι κρήνας Id.IA 141
(lyr.).2 of things, settle down, subside,ἡ νῆσος ἱζομένη Pl.Ti. 25c
. -
7 βωμός
βωμός (-ός, -οῖο, -ῷ, -όν; -ῶν, -οῖς, -ούς)1 altar τύμβον ἀμφίπολον ἔχων πολυξενωτάτῳ παρὰ βωμῷ (sc. Πέλοψ. i. e. the altar of Zeus at Olympia) O. 1.93 πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων (sc. Ζηνί. at Olympia) O. 3.19 βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν (sc. Ψαῦμις) ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις at Olympia O. 5.5 εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε μαντείῳ ταμίας Διὸς ἐν Πίσᾳ (the Iamidai were hereditary priests of the oracle of Olympian Zeus: δἰ ἐμπύρων ἐν Ἤλιδι Ἰαμίδαι ἐμαντεύοντο. Σ.) O. 6.5 cf. Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν (sc. Ἴαμον Ἀπόλλων) O. 6.70 ὡς ἂν θεᾷ πρῶτοι κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα i. e. to Athene in Rhodes O. 7.42 Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν at Opous O. 9.112 Διός, ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος βωμῳἑξάριθμον ἐκτίσσατο (βωμῷ, -ῶν codd. contra metr.) O. 10.25τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βώμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101
ἀνὰ βωμῷ θεᾶς κοιμάξατο (of Athene at Korinth: a ref. to ἐγκοίμησις) O. 13.75 κελήσατό μιν θέμεν Ἱππίᾳ βωμὸν εὐθὺς Ἀθάνᾳ at Korinth O. 13.82 μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ the altar of Zeus on Mt. Lykaion O. 13.108 ἀγέλα ταύρων ὑπᾶρχεν καὶ νεόκτιστον λίθων βωμοῖο θέναρ an altar to Poseidon on the Black Sea P. 4.206 πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες (sc. Αἰακίδαι at Aigina) N. 5.10 τῷ μὲν (sc. Ἡρακλεῖ) Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν αὔξομεν ἔμπυρα χαλκοαρᾶν ὀκτὼ θανόντων (the altar to the eight children of Herakles by Megara. v. νεόδματος) I. 4.62 ]καὶ θυοε[ντα ] βωμὸν[ Pae. 3.9
γέρονθ' ὅτι Πρίαμον πρὸς ἑρκεῖον ἤναρε βωμὸν ἐπενθορόντα (= Διὸς ἑρκείου βωμόν) Πα.. 11. βω[μο (supp. Zuntz) Πα. 13. 1. θεῶν ἐπὶ βωμοῖς (haec verba praebet Plutarchi citatio, consol. ad Apoll. 35; desunt in Π.) Θρ.. 1. ζαθέας Πάρου ἐν γυάλοις ἕσσατο (sc. Ἡρακλέης) ἄνακτι βωμὸν πατρί τε Κρονίῳ fr. 140a. 64 (38). ] ωβωμ[ P. Oxy. 2442. fr. 104. -
8 καθίζω
Aκάθιζον Il.3.426
,al.; in Proseἐκάθιζον X.HG5.4.6
, Din.2.13: [tense] fut.καθέσω Eup.12.11
D.; καθίσω (intr.) Apollod. Com.5; [dialect] Ion. κατίσω (trans.) Hdt.4.190; [dialect] Att. alsoκαθιῶ X.An.2
. 1.4, D.24.25, 39.11, IG22.778.13 (iii B.C.); [dialect] Dor. : [tense] aor. 1καθεῖσα Il.18.389
, al., subj. καθέσω h.Ap.ap.Th.3.104; inf.καθέσαι IG22.46
aB*21, 25 (v/iv B.C.); poet.κάθεσσα Pi.P.5.42
codd.; this [tense] aor. καθεῖσα has Ms. authority in E.Hipp.31 ( ἐγκαθ-, [voice] Med.), Ph. 1188, Hdt.1.88, 4.79, Th.7.82, but we also find [dialect] Ep. κάθῐσα, [dialect] Ion. κάτ- (for which κάθεσα, κάτεσον, etc., shd. perh. be restored), Il.19.280 (v.l. κάθεσαν), al., Hdt.1.89, 2.126, , Th.6.66 (leg. καθεῖσα), laterἐκάθῐσα X.Cyr.6.1.23
, Men.544, etc., cf. Poll.3.89; also [dialect] Ep. part.καθίσσας Il.9.488
; [dialect] Dor.καθίξας Theoc.1.12
, subj. καθίξῃ ib.51; late part. καθιζήσας, subj. - ζήσῃ, D.C.54.30, 37.27: [tense] pf.κεκάθῐκα D.S.17.115
, Ep.Hebr.12.2, A.D.Synt.323.23:—[voice] Med., [tense] impf.ἐκαθιζόμην Ar.V. 824
,κὰδ.. ἵζ- Il.19.50
: [tense] fut.καθιζήσομαι Pl.Phdr. 229a
, Euthd. 278b, ([etym.] προς-) Aeschin.3.167, laterκαθίσομαι Ev.Matt.19.28
, Plu.2.583f, , al.: [tense] aor. 1καθεσσάμην Anacr.111
; alsoἐκαθισάμην SIG975.6
(Delos, iii B. C.), Hsch., ([etym.] ἐπ-, παρ-) Th.4.130 codd., D.33.14; [dialect] Ep.ἐκαθισσάμην Call.Dian. 233
,καθισσάμην A.R. 4.278
, 1219:—[voice] Pass., [tense] aor. 1 part.καθιζηθείς D.C.63.5
:I causal, make to sit down, seat,ἄλλους μὲν κάθισον Τρῶας Il.3.68
;μή με κάθιζ' 6.360
; ;κὰδ δ' εἷσ' ἐν θαλάμῳ 3.382
;τὴν μὲν.. καθεῖσεν ἐπὶ θρόνου 18.389
;κατίσαι τινὰ ἐπ' οἰκήματος Hdt.2.121
.έ; καθιεῖν τινα εἰς τὸν θρόνον, i.e. to make him king, X. An.2.1.4;ἐπὶ θρόνον Phld.Vit.p.22
J.2 set, place,τὸν μὲν.. καθεῖσεν ἐπ' ἠϊόεντι Σκαμάνδρῳ Il.5.36
;κὰδ δ' ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν 2.549
;Κρόνον.. Ζεὺς γαίης νέρθε καθεῖσε 14.204
; ; κ. στρατόν encamp it, Id.Heracl. 664, cf. Th.4.90;κ. τὸ στράτευμα ἐς Χωρίον ἐπιτήδειον Id.6.66
;σύλλογον εἰς Χωρίον κ., Χωρὶς μὲν τοὺς ὁπλίτας, Χωρὶς δὲ τοὺς ἱππέας Pl.Lg. 755e
.b post watchers, guards, etc.,σκοπὸς ὅν ῥα καθεῖσεν Αἴγισθος Od.4.524
; κατίσαι φυλάκους set guards, Hdt.1.89, cf. X.Cyr.2.2.14;ἄλλους κάτισον ἀγαγὼν κατὰ τὰς.. πύλας Hdt.3.155
;κ. ἐνέδραν Plu.Publ.19
: rarely of things,τι ἐπὶ τηγάνοις Pherecr.127
.4 cause an assembly, court, etc., to take their seats, convene,ἀγορὰς ἠμὲν λύει ἠδὲ καθίζει Od.2.69
; ὅταν καθέσωσιν ἀγῶνα h.Ap.ap.Th.3.104;κ. τὸ δικαστήριον Ar.V. 305
, cf. D.39.11, IG22.778.13;νομοθέτας D.24.25
, prob. in Id.3.10; but κ. τινὶ δικαστήν appoint a judge to try a person, Pl.Lg. 874a; ; constitute, establish,δικαστήρια Pl.Plt. 298e
;βουλὴν ἐπίσκοπον πάντων Plu.Sol.19
.5 put into a certain condition, esp. in the phrase κλαίοντά τινα κ set him aweeping, κλάοντα καθέσω ς' Eup. l.c., cf. Pl. Ion 535e, X.Cyr.2.2.15; but ib.14 κλαίειν τινὰ κ. to make him weep: for Theoc.1.51, v. ἀκράτιστος.II intr., take one's seat, sit, abs., Il.3.394, etc.; μετ' ἀθανάτοισι, ἐν θρόνοισι καθίζειν, 15.50, Od.8.422; ἐν [ θώκοισι] Hdt.1.181; ἐπὶ τοῖς ἐργαστηρίοις or τῶν -ίων, Isoc.18.9, 7.15;ἐπὶ σκίμποδα Ar.Nu. 254
;ἐπὶ δένδρου Arist. HA 614a34
(but κ. ἐπὶ κώπην, of rowers, Ar.Ra. 197); of suppliants,κ. ἐπὶ τὸν βωμόν Th.1.126
, Lys.13.24;εἰς γόνυ D.S.17.115
: in Poets also c. acc., , El. 980; βωμόν, ὀμφαλόν, ἱερά, Id.HF48, Ion6, 1317.2 sit, recline at meals, X.Cyr.8.4.2.3 sit as judge, Hdt.1.97, 5.25, Pl.Lg. 659b, Ph.1.382; hold a session, of the πρόεδροι, D.24.89, cf. Hermes 17.5 ([place name] Delos).5 settle, sink down,ἐπὶ τὰ ἰσχία καθίσαι τὼ ἵππω Pl.Phdr. 254c
;καθίσας ὁ φελλὸς ἀνοίξει τὸν κρουνόν HeroSpir.1.20
.6 of ships, run aground, be stranded, Plb.1.39.3, Str.2.3.4.III [voice] Med.in intr.sense, Il.19.50(in tmesi), Theoc.15.3, etc.;εἰς τὸν αὐτὸν θᾶκον Pl.R. 516e
; ἐὰν δὲ καθίζεσθαι κελεύσῃ if he order them to take their seats (among the spectators in the theatre), D.21.56 (nisi leg. καθέζεσθαι, as also ib.162, both readings are found ib.119);καθίζεσθαι ἢ κατακλινῆναι Pl.Phdr. 228e
.2 of birds, settle, alight, Arist.HA 614b23.3 leave goods purchased in a market, SIG975.6 (Delos, iii B.C.).--[dialect] Att. in this signf. acc. to Hsch. -
9 καταφεύγω
Aφεύξομαι D.8.41
:— flee for refuge, ἐς τὸ [ ἱρόν] Hdt. 2.113, cf. 1.145;ἐπὶ Διὸς βωμόν Id.5.46
: c. acc.,οὐκ ἔχω βωμὸν κ. E.IA 911
(troch.); - πεφευγέναι ἐν τόπῳ flee and take refuge in.., Pl.Sph. 260c, cf. X. HG4.5.5; ἐκεῖ, ἐνθάδε κ., Th.3.71, Isoc.14.28; ὅποι .. X. Mem.3.8.10; κ. εἴς τινα flee for protection to him,ὃς ἂν φεύγων καταφύγῃ ἐς τούτους Hdt.4.23
;εἰς ὑμᾶς κ. καὶ ἀντιβολῶ And.1.149
;ἐπί τινα D.18.19
, etc.;πρὸς ὑμᾶς Id.8.41
;παρ' ἡμῖν Isoc.12.194
.2 ἐκ τῆς μάχης κ. escape from.., Hdt.6.75: abs., ἄνω μάλ' εἶσι καταφυγών (sc. ὁ ἀτμός) Alex. 124.17.3 have recourse, ;εἰς σωτηρίαν Id.2.4.1
;εἰς τοὺς λόγους Pl.Phd. 99e
, cf. 76e; ;ἐπὶ τὰς μηχανάς Pl.Cra. 425d
;ἐπὶ τὸν δικαστήν Arist.EN 1132a20
; ἐπὶ τὸν λόγον ib. 1105b13;ἐπὶ Καρχηδονίους Plb.1.10.1
, cf. Plu.Cam.7;πρὸς θεῶν εὐχάς Pl.Phdr. 244e
;ὥς τινας Plb.24.10.11
: c. dat.,τῇ μητρί Ctes.Fr.29.57
.4 εἰς τὴν τοῦ βίου μετριότητα κ. fall back upon, appeal to.., D.25.76; ἐπὶ τὸ φάσκειν .. Phld. D.3.8.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταφεύγω
-
10 τίθημι
τίθημι (ΘΕ), 2. Pers. praes. bei Hom. immer τίϑησϑα, auch impf., Od. 9, 404, inf. τιϑήμεναι für τιϑέναι, Il. 23, 83. 247, τιϑέμεν Hes. O. 746; imperf. ἐτίϑην, τίϑεσαν, Od. 22, 456, in der Iterativform τίϑεσκον, und (von τιϑέω) ἐτίϑουν, ἐτίϑει u. τίϑει, Hom. u. Folgde im gew. Gebrauch, Pind. hat auch praes. τιϑεῖς, P. 8, 11, wie τιϑεῖ Minnerm. 1, 6. 3, 7; fut. ϑήσω, aor. ἔϑηκα u. ἔϑην, conj. ϑῶ, ϑέωμεν, Od. 24, 285, zweisylbig auszusprechen, auch ϑείω, Il. 16, 83. 437 Od. 1, 89, ϑείομεν für ϑείωμεν = ϑῶμεν, Il. 23, 244. 486 Od. 13, 364, sing. ϑήῃς, Il. 16, 96, in der Od. aber schreibt Wolf ϑείῃς, ϑείῃ, int. ϑέμεναι, selten ϑέμεν, wie Hes. O. 61. 67 u. öfter bei Pind.; perf. τέϑεικα; – med. τίϑεμαι, part. auch τιϑήμενος, Il. 10, 34, impf. ἐτιϑέμην, Hom. Il. u. Folgde; fut. ϑήσομαι, aor. I. ·ἐϑηκάμην, ϑήκατο, Il. 10, 31, Hes. Sc. 128, ϑηκάμενος Pind. P. 4, 29. 113; att. nur aor. II. ἐϑέμην, opt. ϑεῖτο, Od. 17, 225, imper. ϑέο, 10, 333, – pass. aor. ἐτέϑην, fut. τεϑήσομαι, perf τέϑειμαι, kommen bei Hom. noch nicht vor, – setzen, stellen, legen, zunächst – 1) im örtlichen Sinne, an einen bestimmten Ort hinsetzen, hinlegen, hinbringen, φύσας μέν ῥ' ἀπάνευϑε τίϑειπυρός, Il. 18, 412; πυρὸς ἐγγὺς εὐνήν, Od. 14, 518; ἅρματα δ' ἂμ βωμοῖσι τίϑει, Il. 8, 441, wie κλάδους βωμοὺς ἐπ' ἄλλους ϑές Aesch. Suppl. 478; u. so zu erklären οὐχ ἱκετηρίαν οὐδεὶς τριήραρχος ἔϑηκε, sc. ἐπὶ τῷ βωμῷ, eigtl. den Zweig, das Zeichen der Hülfeflehenden auf den Altar legen, Dem. 18, 107; κλῶνας ἐξ ἀμφοῖν χεροῖν τιϑεὶς ἐλάας, Soph. O. C. 485. – Von den Präpositionen, die damit verbunden werden, ist zu merken, daß sehr gewöhnlich ἐν dabeisteht, so daß ähnlich, wie beim lat. ponere, collocare in aliquo loco, mit dem Stellen u. Legen zugleich das darauf folgende Sein od. sich Befinden am Orte ausgedrückt wird, ἐν κίστῃ ἐτίϑει ἐδωδήν, Od. 6, 76; ἱστία ϑέσαν ἐν νηΐ, Il. 1, 433; πρώτας ἐν γαίῃ ϑέσαν, 12, 260; ἐν πυρῇ νεκρόν, 23, 165; ἐν τείχει ϑέσαν, Pind. P. 3, 38; ταῠτ' ἐν μέσῳ τίϑημι, Aesch. Ch. 143; πόδα ἐν χέρσῳ, Suppl. 32; ἐν μέσῳ σκάφει ϑέντες σφε, Soph. Trach. 801; ἐν τάφῳ τιϑεῖσα, Ant. 500; auch εἰς ταφὰς ἐγὼ ϑήσω, Ai. 1089; bes. ἐν χερσὶ τίϑει, Il. 1, 585; ἐν χείρεσσ' Οδυσῆϊ τίϑει, 10, 529, u. öfter, was so geläufig war, daß es den allgemeinen Begriff des Einhändigens, Darreichens, Gebens erhielt, u. auch ἵππον ἐν χείρεσσι τίϑει Μενελάου gesagt wurde, Il. 23, 597; vgl. noch σπείσας δ' αἴϑ οπα οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσιν ἔϑηκεν, Od. 14, 448. – Daran reihen sich ursprünglich auch örtlich zu nehmende, auf das Geistige gehende Vrbdgn: ἄλλῳ δ' ἐν στήϑεσσι τιϑεῖ νόον εὐρύοπα Ζεύς, Il. 13, 732; νόον, ὅν τινά οἱ νῠν ἐν στήϑεσσι τιϑεῖσι ϑεοί, Od. 2, 124; ϑυμὸν ἐνὶ στήϑεσσι ϑεοὶ ϑέσαν, Il. 9, 637, u. ä., Einem einen Gedanken, einen Rath. Muth in die Seele legen, eingeben. Auch med., ἐν, στήϑεσσι ϑέτο ϑυμόν, Il. 9. 629, αἰδῶ καὶ νέμεσιν, ἔν φρεσὶ ϑέσϑαι, 13, 121, vgl. 15, 561. 660; ähnlich κότον ϑέσϑαι τινί, gegen Einen Groll bei sich festsetzen, ihm fortwährend grollen, 8, 449; ϑέσϑαι ϑυμὸν ἄγριον ἐν στήϑεσσιν, Zorn in der Brust festsetzen, ἐν ϑυμῷ τίϑεν, Pind. P. 3, 65; u. ohne acc., ἐν φρεσὶ ϑέσϑαι, bei sich festsetzen, im Herzen beschließen, worauf bedacht sein, c. int., Od. 4, 729. – Selten εἰς, Il. 23, 704. 24, 795. 297; τίϑεμαι εἰς καρδίην, M. Arg. 2 (V, 32); Soph. vrbdt ὡς ἐς πυράν με ϑῇς, Trach. 1254; εἰς χεῖρα Τεύκρου δεξιὰν φιλοφρόνως ϑείς, Ai. 739; εἴ τις ϑεῶν ἄνδρα ἕνα ϑείη εἰς ἐρημίαν, Plat. Rep. IX, 578 e; ψυχἡν είς τὸ μέσον α ύτοῠ ϑείς, Tim. 34 b, vgl. Legg. IV, 719 a; auch λόγους ψιλοὺς εἰς μέτρα τι ϑέν τες, II, 669, d, Prosa in Verse bringen. – Ἐπί τινος, Od. 6, 202; Aesch. Pers. 188; Plat. Conv. 222 c; auch ἐπί τινα und ἐπί τινι; übertr., ἐπὶ φρένα ϑῆχ' ἱεροῖσιν, er richtete seinen Geist, seine Aufmerksamkeit auf die Opfer, Il. 10, 46; σίδαρον ἔπὶ κάρα τιϑεῖσα κούριμον, Eur. Or. 964; τὰ ἱμάτια ϑήσει ἐπὶ τὸν ϑρόνον, Her. 1, 9; u. med., κρέα ϑέμενος ἐπὶ τὰ γόνατα, er legte sich das Fleisch auf die Kniee, Xen. An. 7, 3, 23. – Ἀνά τινι, Il. 8, 441. – Ὑπό τινι, Il. 24, 644; δέμνι' ὑπ' αἰϑούσῃ ϑέμεναι, Od. 4, 297, auch ὑπό c. accus., Od. 4, 445. – Ἀμφ' ὤμοισι τιϑήμενον ἔντεα, Il. 10. 34, wie Eur. Med. 1160. – Auch mit dem bloßen, dat., κολεῷ μὲν ἄορ ϑέο, Od. 10, 333. 13, 364 u. sonst. – Ποῦ σφε ϑήσομεν χϑονός, Aesch. Spt. 993; μὴ χαμαὶ τιϑεὶς τὸν σὸν πόδα, den Fuß auf die Erde setzen, Ag. 880; übh. τιϑέναι πόδα für gehen, Ar. Thesm. 1100; vgl. πόϑι γεραιὸν ἴχνος τίϑημι; Eur. Phoen. 1710; Andr. 547 I. T. 32; ϑὲς εἰς χορὸν ἴχνος El. 859, u. öfter. – 2) einsetzen, errichten, aufstellen, gründen, βωμόν, Pind. Ol. 13, 82, στάλαν, N. 4, 81, wie Pol. 25, 1, 72 im med., στήλην τίϑεσϑαι, für sich aufrichten. ϑεμείλια, Il. 12. 29. auch von Pflanzen, φυτά, einsetzen, Xen. Oec. 19, 7; – ἀγάλματα, Weihgeschenke im Tempel aufstellen, Od. 12, 347, vgl. Il. 6, 92; Eur. ὑψηλῶν ἐπὶ νηῶν τέϑεικε σκῠλα πλεῖστα βαρβάρων, El. 7; V alck. Phoen. 577; Wolf Dem. Lept. p. 307. – Vom Künstler, arbeiten, darstellen, ἐν δ' ἐτίϑει νειὸν μαλακήν, Il. 18, 541. 550 u. öfter, vom Hephästus, der den Schild arbeitet; παράδειγμα ϑέσϑαι αὐτό, als Beispiel aufstellen, Plat. Soph. 218, d. – Bes. al τέρματα, ein Ziel stecken, aufstellen, festsetzen, Il. 23, 333 Od. 8, 193 u. sonst; auch τιμήν τινι, Einem eine Ehre bestimmen, zuerkennen, Il. 24, 87. – b) ἀγῶνα, einen Wettkampf ansetzen, festsetzen, κοινοὺς ἀγῶνας ϑέντες, Aesch. Ag. 819; Plat. Menex. 249 b; ἀγῶνα ἔϑηκε, Xen. An. 1, 7, 10; Ἡρακλέα τὸν Ὀλύμ πιον ἀγῶνα ϑεῖναι, Pol. 12, 26, 2. Aehnlich ἀέϑλων κρίσιν καὶ πενταετηρίδα ϑῆκε, Pind. Ol. 3, 22; u. im med., ϑυσίαν ϑέμενοι, Ol. 7, 42; τὰ Πύϑια δι' ἑαυτοῦ ϑεῖναι, sie anstellen u. feiern, so daß er der Ordner ist, Dem. 5, 22, vgl. 9, 32; Bast ep. crit. p. 72. Häufiger noch von den Kampfpreisen, sie aussetzen, ἄεϑλα, Il. 23, 263. 653. 700; ἀέϑλιον, 748; γυναῖκα, βοῦν, δέπας, σόλον, τεύχεα, τόξον, Il. 23, 263. 656. 826 Od. 11, 546. 21, 74; τὰ ἆϑλα τίϑεται, Thuc. 1, 6. So auch ϑεῖναι εἰς μέσσον, Il. 23, 704 (vgl. oben); τιϑέναι εἰς τὸ κοινόν, zum Gemeingut machen, zum Genuß für Alle preisgeben. – c) übh. anordnen, festsetzen, bestimmen; ϑεσμόν, Aesch Eum. 462; πάντα παγκάλως ἔϑεσαν, Pers. 775; τὰ δ' ἄλλα φροντὶς ϑήσει δικαίως, Ag. 881; πρὶν ἄν τις οὕτω λόγον τιϑῇ καὶ διακοσμῇ, Plat. Phaedr. 277 c; – νόμον τιϑέναι, ein Gesetz geben, von dem, der nach eigenem Gutdünken Gesetze giebt, oder dem Gesetzgeber, der vom Volke dazu erwählt ist und für das Volk die Gesetze schreibt; so von Solon, Plat. Rep. I, 339 c; Dem. 24, 102. 22, 30 u. A.; u. pass., τοῖς τεϑήσεσϑαι μέλλουσι νόμοις, Plat. Legg. V, 730 b. Dagegen im med. sich ein Gesetz machen, geben, vom Volke bei demokratischer Verfassung, der gewöhnlichste Ausdruck, wo von griechischer Gesetzgebung die Rede ist, τίϑεται τοὺς νόμους ἑκάστη ἡ ἀρχὴ πρὸς τὸ αὑτῇ συμφέρον, Plat. Rep. I, 338 e. – Auch absolut, verfügen, verordnen, οὕτω νῦν Ζεὺς ϑείη, so verfüge, gebe es jetzt Zeus, Od. 8, 465. 15, 180; auch med., καλῶς ἔϑεντο ταῠτα πατέρες, Eur. Or. 511; c. inf., befehlen, τήν οἱ Θέτις ϑῆκ' ἐπὶ νηὸς ἄγεσϑαι, Il. 16, 223; vgl. Pors. Eur. Or. 1662 u. Seidl. Troad. 1066. So von Lykurg oft bei Xen. Lac. 1, 5 ff. ἔϑηκε mit folgdm acc. c. inf. – Auch als Strafe festsetzen, χαλεπώτερα ϑεῖναι, Dem. 22, 30. – Τέλος ϑέμεν, ein Ende machen, Pind. Ol. 2, 17; τέλος δ' ἔϑηκε Ζεὺς ἀγώνιος καλῶς, Soph. Trach. 26; κήρυγμα ϑεῖναι, Ant. 8, eine Bekanntmachung durch den Herold erlassen; und med., ὅρον ἄλλον ϑέμενος, Plat. Legg. V, 739 d; ἐκ τούτων τὰ δίκαια τίϑενται καὶ ταύτῃ τὴν εἰρήνην ὁρίζονται, Dem. 8, 8. – Aehnlich ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο ϑέσϑαι τὸ παρόν, Thuc. 1, 25, Anordnungen zu treffen (s. unter 5). – d) ὄνομα ϑεῖναί τινι, einen Namen für Einen festsetzen, ihm einen Namen beilegen, geben, Od. 19, 403; gewöhnlich im med. (eigtl. seinem Kinde), ὄνομα ϑέσϑαι, 19, 406. 18, 5; τί δῆτα αὐτοῖς ὄνομα ϑήσονται βροτοί; Aesch. frg. 6; Plat. Crat. oft u. sonst; auch ohne ὄνομα, Theaet. 157 b. – e) beisetzen, von Todten, τὰ ὀστᾶ φασι τεϑῆναι ἐν τῇ Ἀττικῇ, Thuc. 1, 138; ἐν τῷδε τῷ μνήματι ἐτέϑησαν, Plat. Menex. 242 c; Xen. Cyr. 8, 7, 6. – f) Geld niederlegen bei Einem, bes. als Pfand, Plat. Legg. VII, 820 e; φιάλην λαβόντες καὶ ϑέντες ἐνέχυρα μετὰ χρυσίων, Dem. 41, 11, vgl. 52, 4; das med. wird vom Gläubiger gebraucht, als Pfand nehmen, also ὁ ϑείς, der ein Pfand niederlegt, ὁ ϑέμενος, der, bei dem er es niederlegt, Plat. Legg. VII, 820 e; vgl. Lob. Phryn. 468; χρήματα ϑέσϑαι παρά τινι, Geld bei Einem niederlegen, es ihm anvertrauen, Her. 6, 86, 1. Auch Geld erlegen, bezahlen, εἰςφοράς, Dem. 22, 42. 44; τὸν μὴ δυνάμενον τὰ ἑαυτοῠ ϑεῖναι οἴκοϑεν εἰς τὸ δεσμωτήριον ἕλκεσϑαι, 56; κἀκεῖ τὸ μετοίκιον τέϑεικε, 29, 3; τόκον τιϑέναι, Zinsen entrichten, 41, 9 u. öfter. – 3) τὴν ψῆφον τιϑέναι ist eigentlich das Rechensteinchen aufs Brett setzen, damit rechnen, zählen, vgl. Plat. Legg. II, 674 e. Dah. ψῆφον τίϑεσϑαι, sein Stimmtäfelchen abgeben, bes. bei Wahlen und gerichtlichen Abstimmungen; ψῆφον ἐπὶ φόνῳ ϑέσϑαι, Eur. Or. 754; ψῆφον δ' εὔφρον' ἔϑεντο, Aesch. Suppl. 631. 634; Xen. An. 1, 3, 17, übh. seine Meinung, sein Urtheil abgeben; eben so τίϑεσϑαι τὴν γνώμην περί τινος, seine Meinung worüber sagen, Her. 7, 82 u. sonst; daher τίϑεσϑαί τινι, sc. ψῆφον, Einem sein Stimmtäfelchen, seine Stimme geben, beistimmen, κἀγὼ ταύτῃ τῇ γνώμῃ τίϑεμαι, auch ich stimme dieser Meinung bei, Soph. Phil. 1434. – Dah. übertr., meinen, wofür ansehen, es setzen als, τοῠτ' ἐκείνης τίϑημι ἀντίστροφον ἅπαν, Plat. Phil. 51 e; οὐ τίϑημ' ἐγὼ ζῆν τοῠτον, Soph. Ant. 1151, ich erachte das nicht, daß der lebt, das nenne ich nicht ein Leben; δαιμόνιον αὐτὸ τίϑημ' ἐγώ, El. 1262. – Auch annehmen, voraussetzen, für ausgemacht annehmen; ϑῶμεν δύο εἴδη τῶν ὄντων, Plat. Phaed. 79 a; ϑήσω δὲ ἀδικοῠντα, Dem. 23, 76, vgl. 22, 44; mit folgdm acc. c. inf., τίϑημι στασιάζειν αὐτούς, Isocr. 4, 145; ϑήσω τοίνυν ἐγὼ μὴ τοιοῦτον εἶναι τοῦτο, ich will nun annehmen, dies sei nicht so, Dem. 20, 20; τιϑῶμεν γὰρ ταῦτα, Din. 1, 68; vgl. Schäf. D. Hal. C. V. 287; καὶ ἐμὲ κοινωνὸν τῆς ψήφου ταύτης τίϑετε, Plat. Rep. V, 450 a, betrachtet mich als beistimmend; ὡς λέγοντά με τίϑετε, IX, 560 c, vgl. Prot. 343 e; τὰς βλάβας πάσας ἀδικίας τιϑείς, Legg. IX, 861 e. – So auch im med., τὴν τοιαύτην δύναμιν ἀνδρείαν ἔγωγε καλῶ καὶ τίϑεμαι, Plat. Rep. IV, 430 b; ϑέμενος ἡδονὴν εἶναι τἀγαϑόν, Phil. 13 b; τιϑέμενος ψυχὴν εἶναι γένεσιν ἁπάντων πρώτην, Legg. X, 899 c, vgl. Theaet. 158 a Phil. 66 d, Φιλοκράτην μόνον τοιοῦτον εἶναι τίϑεμαι, Dem. 25, 44. – 4) Etwas an einen Platz stellen, oder in eine Klasse setzen, wozu rechnen, auch im med., τίϑεσϑαί τινα ἐν τιμῇ, Einen in Ehren halten, Her. 3, 3; ἐν δόξᾳ ϑέμενος, es als Ruhm erachtend, Pind. Ol. 11, 63; τίϑεσϑαί τι ἐν αἰσχρῷ, Etwas unter die schändlichen Dinge zählen, es für schändlich halten; τίϑεσϑαί τινα ἐν φιλοσόφοις, unter die Philosophen rechnen, vgl. Valck. Diatr. p. 8 f; bes. ἐν μέρει τινός, übh. wofür halten, ansehen, εἰ ἐν ἀρετῆς καὶ σοφίας τίϑης μέρει τὴν ἀδικίαν, Plat. Rep. I, 348 e, vgl. Phil. 31 c; ἐν τοῖς μεγίστοις ὠφελήμασι καὶ τόδε ἐγὼ τίϑημι, Xen. Ages. 7, 2; Thuc. 1, 35; εἰς ἄλλην ἢ τὴν τοῦ ἀγαϑοῦ μοῖραν αὐτὴν τιϑέντες, Plat. Phil. 54 d; εἰς δύο αὐτὰ τίϑεμεν ἐναντία ἀλλήλοιν εἴδη, Polit. 306 c, wir rechnen es zu zwei einander entgegengesetzten Arten; ἐὰν εἰς ταὐτὸν ἀριστοκρατικὸν καὶ βασιλικὸν ϑῶμεν, Rep. IX, 587 d; εἰς ἀνϑρώπων ἤϑη, VI, 580 d; εἰς ταύτην τίϑεμαι τὴν τάξιν αὐτόν, Dem. 23, 24; τοὺς τυράννους εἰς τὸν δῆμον ϑήσομεν, τοὺς δὲ ὀλίγα κεκτημένους εἰς τοὺς πλο υσίους, Xen. Mem. 4, 2, 39; auch c. gen., καὶ ἐμὲ ϑὲς τῶν πεπεισμένων, rechne auch mich zu den Ueberzeugten, Plat. Rep. IV, 424 c; ἀριϑμὸν τῶν ὄντων τίϑεμεν, Soph. 238 a; ἆρ' οὐ τοῦ σώματος ἕκαστα τίϑης, beziehst du es nicht auf den Körper? Theaet. 184 e; τῆς ἡμετέρας ἀμελείας ἂν ϑείη, Dem. 1, 10. Auch μνήμην καὶ ἐπιστήμην τῆς αὐτῆς ἰδέας τιϑέμενος, Plat. Phil. 60 d. – Dah. übh. wofür halten, ansehen, gew. im med., zur Bezeichnung der bloßen Subjectivität des Urtheils, τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίϑεσϑε; warum haltet ihr das für Schimpf? Od. 21, 333; ἀσχολίας ὑπέρτερον ϑήσομαι, höher halten, vorziehen, Pind. I. 1, 3; μὴ 'πίπροσϑε τῶν ἐμῶν τοὺς σοὺς λόγους ϑῇς, Eur. Suppl. 515; in Prosa oft; εὐεργέτημ' ἂν ἔγωγε ϑείην, Dem. 1, 10; μηδὲ τοῠτ' ὡς ἀδίκημα ἐμὸν ϑῇς, sieh es nicht als ein Unrecht an, das ich gethan habe, 18, 193; περὶ ἐλάττονος ϑέσϑαι, geringer achten, Lys. 6, 45; τὴν Σκῦρον οὐδαμοῦ τίϑης, Eur. Andr. 209, d. i. du achtest Skyros gar nicht, wie μὴ ϑῆται παρ' οὐδὲν τὰς ἐμὰς ἐπιστολάς, für Nichts achten, I. T. 732, und παρ' οὐδὲν τίϑεσϑαι τὰ ἡμέτερα πράγματα, Luc. Vit. auct. 13, vgl. sacrif. 3; ἐν οὐδενὶ λόγῳ, Plut. Brut. 45; oft bei Pol., ἐν μεγάλῳ τίϑεσϑαί τι 3, 97, 4, οὐκ ἐν μικρῷ τίϑεσϑαί τι 9, 13, 8, ἐν πλείστῳ 40, 4, 6, ταῦτα ἐν ἐλάττονι τούτου 4, 6, 12; ἡγεμόνα ϑετέον ἄριστον Ἀμίλκαν τῶν τότε γεγονέναι, 1, 64, 6, man muß erachten, daß er der beste Feldherr gewesen ist; εἰς ἀνανδρίαν τιϑέασι τὰ τοιαῠτα τῶν ἐγκλημάτων, 6, 37, 10, wofür annehmen; εἰς τὴν τύχην, dem Schicksal zuschreiben, auf Rechnung des Schicksals schreiben; bei Dem. 27, 34, τὰ ἀναλώματα πλείω τιϑείς, höher anschlagend; vgl. Lys. 32, 28. – 5) an die unter 2 aufgeführten Beispiele reiht sich die Bdtg einsetzen, machen, verursachen, stiften; φιλότητα μετ' ἀμφοτέροισι τίϑησι Ζεύς, Il. 4, 83, woraus sich, im med. bes. bei Pind. u. den Tragg., ein umschreibender Gebrauch erklärt, σκέδασιν ϑεῖναι, Zerstreuung anrichten, = σκεδάσαι, zerstreuen, Od. 1, 116. 20, 225; κρύφον = κρύπτειν, σπουδὴν ἀμφί τινος = σπουδάζειν, Pind. Ol. 2, 97 P. 4, 276; αἶνον = αἰνεῖν, N. 1, 5; ἐπιστροφὴν ϑέσϑαι = ἐπιστρέφεσϑαι, Soph. O. R. 134; τάφον ϑοῦ = ϑάψον, O. R. 1448; συγγνωμοσύνην, Trach. 1255, vgl. Ai. 13; φροντίδα κεδνὴν ϑώμεϑα, Aesch. Pers. 139, u. sonst bei Tragg. Aehnl. bes. bei Pol. u. Sp. συνϑήκας, εἰρήνην πρός τινα τίϑεσϑαι, Pol. 1, 11, 7. 5, 4, 7; ὅρκον, πίστεις, 5, 60, 10. 7, 7, 1; ἀρὰς κατά τινος, Plut. Thes. 35. – Aber πόλεμον ϑέσϑαι ist = den Krieg ruhen lassen, beilegen, Plat. Menex. 245 e; u. ähnl. τίϑεσϑαι τὰ πρός τινα, den Streit mit Einem beilegen, Pol. 5, 60, 9, vgl. 8, 23, 5. – Und wie es in diesen Vrbdgn dem ποιεῖσϑαι entspricht, so heißt es übh. Etwas in eine Lage setzen, wozu machen, einrichten; – a) von Personen; in ein Amt einsetzen, ϑεῖναί τινα μάντιν, ἱέρειαν, ἀρχέπολιν, Od. 15, 253 Il. 6, 300, Pind. P. 9, 54; βασιλῆα, δέσποιναν, Ol. 13, 21 P. 9, 7; μὶν αἰχμητὴν ἔϑεσαν ϑεοί, Il. 1, 290; ἀλλά μ' ἔφασκες Ἀχιλλῆος ϑείοιο κουριδίην ἄλοχον ϑήσειν, Iliad. 19, 298, mich zur Frau des Achilles zu machen, die Heirath zu vermitteln, während ϑέσϑαι τινὰ ἄκοιτιν oder γυναῖκα ist sich ein Mädchen zur Gemahlinn, zur Frau machen, nehmen, Od. 21, 72. 316; auch παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν αὑτᾷ ϑεμένα, Aesch. Spt. 912, zu ihrem Gemahl machend; σῦς ἔϑηκας ἑταίρους, du verwandeltest die Gefährten in Schweine, Od. 10, 338, wie βοῦν τὴν γυναῖκα ἔϑηκε Aesch. Suppl. 295; ähnl. ναῦν λᾶαν ϑεῖναι, ein Schiff zu Stein machen, in Stein verwandeln, Od. 13, 163; ϑεούς τε καὶ γῆν ϑεμένη μάρτυρας, zu Zeugen nehmend, Eur. Suppl. 261; vgl. Pind. N. 3, 22; auch ϑέσϑαι τινὰ γέλωτα, Einen zum Gelächter, lächerlich machen, Her. 3, 29. 7, 209. – Eben so mit Adjectiven, ἥτε με τοῖον ἔϑηκεν, ὅπως ἐϑέλει, die mich dazu macht, wozu sie will, Od. 16, 208; sehr gewöhnl. ϑεῖναί τινα ἀϑάνατον καὶ ἀγήραον, Einen unsterblich und nicht alternd machen; ἀτιμότερον, Einen minder geachtet machen; Il. 2, 318. 482. 6, 139. 9, 483. 16, 90 Od. 5, 136. 6, 229 u. sonst oft; ἀκήριον αἶψα τίϑησιν, Il. 11, 392; παναφήλικα παῖδα τίϑησιν, Il. 22, 490; ἀΰπνους ἄμμε τίϑησϑα, Od. 9, 404, ϑῆκέ μιν ζαλωτόν, Pind. Ol. 7, 6; νώδυνον, N. 8, 50; ϑαητὸν ϑησέμεν, P. 10, 58; ἐνταῦϑα δή σε Ζεὺς τίϑησιν ἔμφρονα, Aesch. Prom. 850; ὡς σφᾶς νηπίους ὄντας τὸ πρὶν ἔννους ἔϑηκα, 442; Ἄρης ἀρὰν πατρὸς τιϑεὶς ἀληϑῆ, macht die Verwünschung wahr, läßt den Fluch in Erfüllung gehen, Spt. 927, u. öfter, u. andere Tragg., vgl. z. B. Eur. I. T. 1445 Andr. 93; seltner in Prosa, οὐ γὰρ ἂν τὸ πραχϑὲν ἀγένητον ϑείη Plat. Prot. 324 b, τίϑεσϑαι πιστόν τινα ἑαυτῷ Xen. Cyr. 8, 7, 13. – Auch mit folgdm inf., ϑῆκε νικῆσαι, er machte, daß er siegte, ließ ihn siegen, Pind. N. 10, 48; ἐπεί σ' ἔϑηκε Ζεὺς ἀμηνίτως δόμοις κοινωνὸν εἶναι χερνίβων, Aesch. Ag. 1006, vgl. 1147; κάμνειν με τήνδ' ἔϑηκε τὴν νόσον, Eur. Heracl. 990. – Bes. merke man noch b) παῖδά τινα τίϑεσϑαι oder υἱόν, Einen zu seinem Kinde machen, d. i. ihn an Kindes Statt annehmen, adoptiren, Plat. Legg. XI, 929 c u. oft bei den Oratt.; ungewöhnlich von Frauen; ϑέσϑαι παῖδα ὑπὸ ζώνῃ, sich einen Knaben unter den Gürtel legen, d. i. schwanger werden, H. h. Ven. 256. 283. – c) eben so auch von Sachen u. Zuständen, machen, bereiten, bewirken, veranlassen; δόρπον, ein Mahl bereiten, Od. 20, 394; γυῖα ἐλαφρά, Einem die Glieder leicht machen, Il. 5, 122; φόως ἑτάροισιν, den Gefährten Licht od. Rettung schaffen, 6, 6; ἔργα ϑεῖναι, Handlungen zu Stande bringen, verrichten, 3, 321; κέλαδον καὶ ἀϋτήν, 9, 547; ὀρυμαγδόν, Od. 9, 235; auch ϑεῖναί τινι ἄλγεα, γόον, πένϑος, κήδεα, Einem Schmerzen, Trauer, Kummer bereiten, Il. 1, 2. 17, 37, h. Cer. 249; πῆμα ϑεοὶ ϑέσαν Ἀργείοισιν, Od. 11, 555; u. eben so im med. mit der Beziehung auf das Subject, für sich bereiten; δαῖτα, δόρπον, sich ein Mahl bereiten, Il. 7, 475. 9, 88 Od. 17, 269; δῶμα, οἰκία, αὖλιν, Il. 2, 750. 9, 232 Od. 15, 241; κέλευϑον, sich den Weg bereiten, sich Bahn machen, Il. 12, 418; μάχην, sich Kampf bereiten, d. i. den Kampf anfangen, 24, 402; μεγάλην ἐπιγουνίδα ϑέσϑαι, sich einen feisten Schenkel machen, fleischige Lenden ansetzen, Od. 17, 225. – So auch act. u. med. bei Pind. u. Tragg.; χάρματ' ἄλλοις ἔϑηκεν, Pind. Ol. 2, 99; δόλον αὐτῷ ϑέσαν Ζηνὸς παλάμαι, P. 2, 39; u. ϑήκασϑαι ἀνδρὸς αἰδοίου πρόςοψιν, sich eines ehrwürdigen Mannes Ansehen geben, P. 4, 29; βλάβην, Aesch. Spt. 187; φοινίαν ἄτην, Ch. 823; μέλλουσι ϑήσειν Ἀγαμεμνονίων οἴκων ὄλεϑρον, Ch. 848; πόλει κατασκαφάς, Sept. 47; ἔϑηκε πᾶσιν εἰρήνην φίλοις, Pers. 755; μεγάλα πάϑεα ταῖς Δαναΐδαις, Eur. I. A. 1335; μάχας ἀνδρῶν τιϑεῖσα καὶ φόνους, I. A. 1419; ὑμῖν πολλὴν ἔϑηκε σωτηρίαν, Med. 915; ϑήσω τοῖς ἐμοῖς ἐχϑροῖς γέλων, Med. 383, u. öfter; μαρτύρια ϑέσϑαι, sich Zeugnisse verschaffen, Her. 8, 55; χάριν τίϑεσϑαί τινι, sich bei Einem Dank oder Gunst erwerben, ihm einen Gefallen erzeigen, 9, 60. 170; Dem. 51, 17 u. A.; – εὖ, καλῶς ϑέσϑαι τι, Etwas für sich gut einrichten, anwenden, in Bereitschaft halten, Her. 7, 236; vgl. Valck. Eur. Hipp. 708. – d) εὖ ϑέσϑαι τὰ ὅπλα, die Waffen wohlgerüstet, in Bereitschaft halten, wie εὖ ἀσπίδα ϑέσϑω, Il. 2, 382; allein ist ϑέσϑαι τὰ ὅπλα (s. ὅπλον) sowohl die Waffen anlegen, sich kampffertig machen, u. daher auch kämpfen, z. B. εἰς δῆριν ἕνεκα πάτρας Epigr. bei Dem. 18, 289, καὶ αὐτὸς ὑπὲρ τοῦ δήμου ϑέμενος τὰ ὅπλα Dem. 21, 145, οὔτε ἐν τῷ Πειραιεῖ, οὔτε ἐν τῷ ἄστει ἔϑετο τὰ ὅπλα Lys. 31, 14, οἱ τὴν ἀσπίδα ϑέμενοι, = ὁπλῖται, Plat. Legg. VI, 756 a, – als auch die Waffen, bes. die großen Schilde u. Spieße der Schwerbewaffneten zusammenstellen, was die Soldaten immer thun, wenn sie dem Feinde gegenüber, oder die Waffenübungen nur auf kurze Zeit unterbrechend, sich ausruhen, also bewaffnet Halt machen; auch τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα εἰς τάξιν od. τάξει; u. so περὶ τεῖχος od. πρὸς πόλιν, bewaffnet die Mauern umgeben, die Stadt belagern; τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα ἀντία, die Waffen gegen den Feind kehren, sich mit den Waffen entgegenstellen, Xen. An. 4, 3, 26 u. sonst; – auch = ein Lager aufschlagen, sich mit den Waffen lagern, Her. 9, 52, oft bei Xen.
-
11 παρά
παρά, πάρ (with apocope often before μ, π, δ; also κ, ς, τ, χ, ζ, β; with anastrophe Pae. 22.10)1 c. acc.,a to, towards with vb. of motion.παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111
παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70
Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3
καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν παρ' Αἰτναῖον ξένον P. 3.69
ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59
οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρόν P. 11.4
Κασσάνδραν πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.21
σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν N. 3.47
ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.19παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33
Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον ἰὼν I. 8.2
Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.8
]παρ' ἁλμυρὸν οἴχεσθον Παρθ. 2. 77.b beside, byπαρ' Εὐρώτα πόρον O. 6.28
σόν τε, Κασταλία, πάρα /Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17
τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βωμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101
χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους O. 14.10
Ἀμένα παρ' ὕδωρ P. 1.67
παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.79
παρ' ἐμὸν πρόθυρον P. 3.78
“ πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμα” P. 4.43πὰρ μέσον ὀμφαλὸν P. 4.74
Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον N. 4.20
πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
παρὰ Κασταλίαν τε (v. l. Κασταλίᾳ) N. 6.37θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46
θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.49
ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57
Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5
χθονὸς ὀμφαλὸν πὰρ σκιάεντα μελπόμεναι Pae. 6.17
γᾶς παῤ ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 5. Αἰγυπτίαν Μένδητα, πὰρ κρημνὸν θαλάσσας ἔσχατον Νείλου κέρας fr. 201. 1.c contrary to, againstἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
“φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ θαμάκι παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνον” O. 4.27μὴ παρὰ καιρὸν O. 8.24
τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10
καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83
τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά. I. 7.47d past, byIπαρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94
μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ, εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων (i. e. εἰ λοξὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγω Σ.) N. 7.69 οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g. παρὰ ναῦν δ' ἰθύει τάχιστα δελφίς fr. 234.II met., beyond, exceeding, pastπαρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.13
e side by side with, in comparison withἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50 σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμὶν v. l. in codd. Aristidis, sed v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. παρὰ Λύδιον ἅρμα πεζὸς οἰχνέων fr. 206.f for the sake ofοὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ κενεὰν παρὰ δίαιταν O. 2.65
g of alternation, Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου every second day P. 11.632 c. gen.,a from of motion from, from besideἵκων δ' παῤ εὐηράτων σταθμῶν O. 5.9
“ ἀντρόθε γὰρ νέομαι πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.1
Θέμιν ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ἆγον fr. 30. 2.b from without motion,Iπαρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.70
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.88
χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59
εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλών P. 5.21
II of place of origin. συμβαλεῖν δ' εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ ἀπὸ Σπάρτας, καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος (Bergk: ῥοὰν codd.) N. 11.36c πὰρ ποδός, atγνόντα τὸ πὰρ ποδὸς P. 3.60
τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
3 c. dat.a beside, by of place.παρ' Ἀλφεῷ O. 1.20
πὰρ ποδί O. 1.74
παρὰ βωμῷ O. 1.93
παρ' Ἀλφειῷ O. 7.15
παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
πὰρ Κρόνου λόφῳ O. 8.17
ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24
παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ O. 10.85
συγγόνῳ παρ' ἑστίᾳ O. 12.14
ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19
κόλποις παρ' εὐδόξοις Πίσας O. 14.23
παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν P. 3.34
“ Καφισοῦ παρ' ὄχθαις” P. 4.46 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων ( καλλίχορον πόλιν Theon) P. 12.26 παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ (Tricl.: πὰρ codd.) N. 2.19Παλίου δὲ πὰρ ποδί N. 4.54
[ παρὰ Κασταλίᾳ τε (v. l. Κασταλίαν) N. 6.37]τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55
Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε N. 9.34
Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ N. 10.18
( χαλκὸν)Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται N. 10.55
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου N. 11.24
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ πὰρ Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
Καίκου παρ' ὄχθαις I. 5.42
παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.76
παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ I. 8.19
Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35
ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.I with, by the side of, amongπαρὰ μὲν τιμίοις θεῶν O. 2.65
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις P. 2.25
παρὰ τυραννίδι P. 2.87
καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93
σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1
παρὰ ματρὶ μένειν P. 4.186
Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213
( Ὑπερβορέων),παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31
γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72
νῦν δὲ παρ' Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58
σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος i. e. in their country Θρ. 7. 7.II met., with καλός τοι πίθων παρὰ παισίν, αἰεὶ καλός in the opinion of P. 2.72 κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ in the judgement of P. 3.28αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὔτ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
4a in tmesis. “ παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός” (v. παρατρέπω) I. 8.10b fragg.τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1 ]ν πάρα Pae. 22.9
νέ]μομαι παρὰ[ fr. 215b. 9. -
12 πάρ
παρά, πάρ (with apocope often before μ, π, δ; also κ, ς, τ, χ, ζ, β; with anastrophe Pae. 22.10)1 c. acc.,a to, towards with vb. of motion.παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111
παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70
Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3
καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν παρ' Αἰτναῖον ξένον P. 3.69
ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59
οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρόν P. 11.4
Κασσάνδραν πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.21
σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν N. 3.47
ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.19παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33
Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον ἰὼν I. 8.2
Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.8
]παρ' ἁλμυρὸν οἴχεσθον Παρθ. 2. 77.b beside, byπαρ' Εὐρώτα πόρον O. 6.28
σόν τε, Κασταλία, πάρα /Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17
τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βωμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101
χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους O. 14.10
Ἀμένα παρ' ὕδωρ P. 1.67
παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.79
παρ' ἐμὸν πρόθυρον P. 3.78
“ πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμα” P. 4.43πὰρ μέσον ὀμφαλὸν P. 4.74
Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον N. 4.20
πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
παρὰ Κασταλίαν τε (v. l. Κασταλίᾳ) N. 6.37θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46
θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.49
ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57
Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5
χθονὸς ὀμφαλὸν πὰρ σκιάεντα μελπόμεναι Pae. 6.17
γᾶς παῤ ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 5. Αἰγυπτίαν Μένδητα, πὰρ κρημνὸν θαλάσσας ἔσχατον Νείλου κέρας fr. 201. 1.c contrary to, againstἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
“φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ θαμάκι παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνον” O. 4.27μὴ παρὰ καιρὸν O. 8.24
τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10
καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83
τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά. I. 7.47d past, byIπαρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94
μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ, εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων (i. e. εἰ λοξὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγω Σ.) N. 7.69 οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g. παρὰ ναῦν δ' ἰθύει τάχιστα δελφίς fr. 234.II met., beyond, exceeding, pastπαρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.13
e side by side with, in comparison withἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50 σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμὶν v. l. in codd. Aristidis, sed v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. παρὰ Λύδιον ἅρμα πεζὸς οἰχνέων fr. 206.f for the sake ofοὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ κενεὰν παρὰ δίαιταν O. 2.65
g of alternation, Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου every second day P. 11.632 c. gen.,a from of motion from, from besideἵκων δ' παῤ εὐηράτων σταθμῶν O. 5.9
“ ἀντρόθε γὰρ νέομαι πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.1
Θέμιν ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ἆγον fr. 30. 2.b from without motion,Iπαρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.70
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.88
χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59
εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλών P. 5.21
II of place of origin. συμβαλεῖν δ' εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ ἀπὸ Σπάρτας, καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος (Bergk: ῥοὰν codd.) N. 11.36c πὰρ ποδός, atγνόντα τὸ πὰρ ποδὸς P. 3.60
τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
3 c. dat.a beside, by of place.παρ' Ἀλφεῷ O. 1.20
πὰρ ποδί O. 1.74
παρὰ βωμῷ O. 1.93
παρ' Ἀλφειῷ O. 7.15
παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
πὰρ Κρόνου λόφῳ O. 8.17
ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24
παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ O. 10.85
συγγόνῳ παρ' ἑστίᾳ O. 12.14
ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19
κόλποις παρ' εὐδόξοις Πίσας O. 14.23
παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν P. 3.34
“ Καφισοῦ παρ' ὄχθαις” P. 4.46 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων ( καλλίχορον πόλιν Theon) P. 12.26 παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ (Tricl.: πὰρ codd.) N. 2.19Παλίου δὲ πὰρ ποδί N. 4.54
[ παρὰ Κασταλίᾳ τε (v. l. Κασταλίαν) N. 6.37]τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55
Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε N. 9.34
Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ N. 10.18
( χαλκὸν)Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται N. 10.55
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου N. 11.24
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ πὰρ Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
Καίκου παρ' ὄχθαις I. 5.42
παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.76
παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ I. 8.19
Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35
ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.I with, by the side of, amongπαρὰ μὲν τιμίοις θεῶν O. 2.65
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις P. 2.25
παρὰ τυραννίδι P. 2.87
καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93
σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1
παρὰ ματρὶ μένειν P. 4.186
Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213
( Ὑπερβορέων),παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31
γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72
νῦν δὲ παρ' Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58
σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος i. e. in their country Θρ. 7. 7.II met., with καλός τοι πίθων παρὰ παισίν, αἰεὶ καλός in the opinion of P. 2.72 κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ in the judgement of P. 3.28αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὔτ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
4a in tmesis. “ παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός” (v. παρατρέπω) I. 8.10b fragg.τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1 ]ν πάρα Pae. 22.9
νέ]μομαι παρὰ[ fr. 215b. 9. -
13 βωμός
2 mostly, altar with a base,ἱερὸς β. Il.2.305
, etc.;πρὸς βωμῷ σφαγείς A.Eu. 305
;βωμὸς ἀρῆς φυγάσιν ῥῦμα Id.Supp.84
(lyr.);βωμῶν ἀπείργειν τινά Id.Ch. 293
;ἀγυιεὺς β. S.Fr. 370
; of suppliants,ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι Od.22.334
; βωμοῖσι προσῆσθαι, προσπεσόντα βωμῷ καθῆσθαι, S.OT16, OC 1158;βωμὸν ἵζειν E. Ion 1314
: also in Prose,β. ἱδρύσασθαι Hdt.3.142
, cf. Pl.Prt. 322a;ἱζόμενοι ἐπὶ τὸν β. Hdt.6.108
;ἐπὶ βωμῶν καθέζεσθαι Lys.2.11
.3 later, tomb, cairn, Epigr.Gr.319.4 title of poems by Dosiades and Besantinus, AP15.26and25, cf. Luc.Lex.25.5 altar-shaped cake, IG2.1651B,C, Poll.6.76.6 Ζεὺς Βωμός, prob. a Syrian god, Hermes37.118 ([place name] Syria).8 in pl., = ἔμβολοι, Hsch. -
14 ἜΔΩ
ἜΔΩ, sedere, vgl. ἕδος, ἕδρα; dav. act. aor. εἷσα, imper. εἷσον Od. 7, 163, partic. ἕσας 10, 361. 14, 280, vgl. ἀνέσαιμι, ἀνέσαντες, sp. D. auch εἵσας, inf. auch ἐφέσσαι, wie ἐπὶ χώρας ἕσσαι Pind. P. 4, 273; ich setzte, hieß sitzen; τινὰ ἐν κλισμοῖσι, κατὰ κλισμούς, ἐς ϑρόνον, ἐπὶ ϑρόνου; Hom. εἷσέ μ' ἐπὶ βουσί, er setzte mich über die Rinder, Od. 20, 210; σκοπὸν εἷσε, er stellte einen Späher an, Il. 23, 359; λόχον εἷσαν, sie legten einen Hinterhalt, 4, 392; δῆμον εἷσεν ἐν Σχερίῃ, er ließ das Volk sich ansiedeln, Od. 6, 8; κὰδ δ' ἐν Ἀϑήνῃς εἷσεν Il. 2, 549. So Her. εἷσε ἄγων εἰς ϑρόνον, 3, 61. Seltener bei Att.; σὺ γάρ νιν εἰς τόδ' εἷσας αὔχημα Soph. O. C. 717, ch., du hast die Stadt zu diesem Glanz erhoben. – Med. ἕζομαι, sich setzen, sitzen, praes. u. imperf. Hom. oft, gew. ἐν λέκτρῳ, κλισμῷ u. ä.; ἑξείης ἕζοντο κατὰ κλισμούς τε ϑρόνους τε Od. 3, 389; ἕζεο τῷδ' ἐπὶ δίφρῳ Il. 6, 354; ἐπὶ χϑονὶ ἑζέσϑην, sie senkten sich dem Boden zu, von der schweren Wagschaale, 8, 74; εἴς τινα τόπον, Mimn. fr. 12; ἀμφὶ κλάδους ἑζομένα Eur. Phoen. 1516; ἐπὶ σεμνὸν βάϑρον Soph. O. C. 100; ἐπὶ βάρβαρον ἑζομένη πέταλον Ar. Ran. 682; c. accus., ἡ δὴ τὸ μητρὸς δευτέρα τόδ' ἕζετο μαντεῖον Aesch. Eum. 3; ϑοὸν εἰρεσίας ζυγὸν ἑζόμενος Soph. Al. 244; vgl. Eur. Hel. 1573; δελφἶνι, auf dem Delphin, Nonn. D. 1, 73. Vgl. das in Prosa allein übliche καϑέζομαι. – Aor. εἱσάμην, fut. εἵσομαι, Hom. nur ἐφέσσομαι, wohin man auch ἐπὶ νηὸς ἐέσσατο Od. 14, 295 rechnet; ich gründete, bau'te (für mich); ἱρόν Her. 1, 66, wie Plut. Them. 22; τῶν ἑσσαμένων (v. l. εἱσαμένων u. ἑσαμένων, sc. ἱερα) καὶ κτισάντων Thuc. δ, 58, wo der Schol. ἷδρυσαμένων erkl.; ἕσσαντο τέμενος Pind. P. 4, 204; Ἄρτεμι, ἣν Ἀγαμέμνων εἵσατο Theogn. 12; εἵσομαι ἱερόν Ap. Rh. 2, 807; βωμὸν εἵσατο 4, 119; λαόν, wie das act., 3, 1186. 4, 550; εἵσεται, er wird sich setzen, καὶ κατακλιϑήσεται vrbdt Phylarch. Ath. IV, 142 c. – Perf. ἧμαι, s. unten bes.
-
15 καί
καί particle,1 and, also, even A copulative.1 joining finite verbs,a with change of subject.ἦ θαύματα πολλά, καί πού τι καὶ ἐξαπατῶντι μῦθοι O. 1.28
, O. 3.21, O. 9.38, O. 10.41, O. 10.72, P. 1.5, P. 1.42, P. 3.35, P. 3.93, P. 3.94, P. 4.124, P. 4.164, P. 4.220, P. 4.247, P. 4.254, P. 4.257, P. 6.53, P. 9.40, P. 9.52, N. 5.18, N. 5.21, N. 6.53, N. 7.65, N. 10.10, N. 11.8, I. 3.17, I. 4.13, I. 4.34, I. 4.67, I. 5.48, I. 6.53, I. 8.47, fr. 51b. Pae. 2.53b with no change of subject.διεδάσαντο καὶ φάγον O. 1.51
, O. 5.8, O. 7.46, O. 10.49, O. 13.27, O. 13.69, O. 13.112, P. 3.15, P. 3.68, P. 4.254, P. 4.298, P. 9.12, P. 10.46, N. 1.64, N. 3.26, N. 3.38, N. 4.61, N. 5.39, N. 6.19, N. 6.49, N. 9.18, N. 10.22, N. 10.74, N. 10.80, I. 2.19, I. 5.63, I. 6.70, Πα. 2. 1, Εὔ]βοιαν ἕλον καὶ ἔνασσαν καὶ ἔκτισαν νάσους Πα.. 3. Πα. 8A. 13. Δ. 2. 30, fr. 169. 23, fr. 169. 47.c in subord. cl.,ὡς ἂν κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα καὶ ἰάναιεν O. 7.42
πρὶν μίχθη καὶ ἔνεικεν O. 9.59
κατέφρασεν ὁπᾷ ἔθυε καὶ ὅπως ἄρα ἔστασεν O. 10.57
ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ P. 1.100
θεός, ὃ καὶ κίχε καὶ παραμείβεται καὶ ἔκαμψε P. 2.50
εἰ δὲ σώφρων ἄντρον ἔναἰ ἔτι Χίρων, καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.63
P. 9.46—9.ὃς ἂν ἕλῃ καὶ ἴδῃ P. 10.25
, N. 3.34ὄφρα προσμένοι καὶ πάξαιθ N. 3.61
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον, καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.15
Pae. 6.50 irregularly coordinated;φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου καὶ ὁπότ' Πελλάνᾳ φέρε O. 9.97
εὐθύ-γλωσσος ἀνὴρ προφέρει παρὰ τυραννίδι χὠπόταν ὁ λάβρος στρατός, χὤταν πόλιν οἱ σοφοὶ τηρέωντι P. 2.87
—8.νᾶσον ὡς ἤδη λιπὼν κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν καὶ τὸ Μηδείας ἔπος ἀγκομίσαι P. 4.9
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν N. 5.52
d introducing question.ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο O. 2.99
“ καὶ τίς ἀνθρώπων σε ἐξανῆκεν γαστρός;” P. 4.982 joining grammatically similar words.a two nouns.Παλλὰς καὶ Ζεὺς O. 2.27
ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι καὶ στεφάνους O. 2.74
κρίσιν καὶ πενταετηρίδ O. 3.21
Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν καὶ πολυγνάμπτων μυχῶν O. 3.27
χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ O. 4.25
ἀρετᾶν καὶ στεφάνων O. 5.1
Ἄκρων' ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
Οἰνομάου καὶ Πέλοπος O. 5.9
Ποσειδᾶν' καὶ τοξοφόρον σκοπόν O. 6.59
παρ' Ἀλφειῷ καὶ παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17
Οὐρανὸς καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
ἀρετὰν καὶ χάρματ O. 7.44
τά τ' ἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
κῶμον καὶ στεφαναφορίαν O. 8.10
ἓ καὶ υἱὸν O. 9.14
κορᾶν καὶ φερτάτων Κρονιδᾶν O. 9.56
τόλμα δὲ καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις O. 9.82
σὺ καὶ θυγάτηρ O. 10.3
Καλλιόπα καὶ χάλκεος Ἄρης O. 10.15
βροντὰν καὶ πυρπάλαμον βέλος O. 10.80
ἀρχὰ λόγων καὶ πιστὸν ὅρκιον O. 11.6
Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τε O. 12.18
κασίγνηταί τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα O. 13.7
Σίσυφον καὶ τὰν Μήδειαν O. 13.53
ναὶ καὶ προπόλοις O. 13.54
παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα O. 13.83
αἰδῶ δίδοι καὶ τύχαν O. 13.115
Ἀπόλλωνος καὶ Μοισᾶν P. 1.1
κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.28
ὄλβον καὶ κτεάνων δόσιν P. 1.46
ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν P. 1.68
κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ P. 2.58
ἐν ὄρει καὶ ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
Νέστορα καὶΛύκιον Σαρπηδόν P. 3.112
ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ P. 4.68
“Ἰφιμεδείας παῖδας, ὦτον καὶ σέ” P. 4.89 “ πὰρ Χαρικλοῦς καὶ Φιλύρας” P. 4.103 “ λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ” P. 4.108Ἄδματος καὶ Μέλαμπος P. 4.126
ὀρνίχεσσι καὶ κλάροισι P. 4.190
ἀγέλα ταύρων ὑπᾶρχεν καὶ νεόκτιστον θέναρ P. 4.206
ἄροτρον καὶ βόας P. 4.225
Κυράνα καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου P. 4.280
πεδίον καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.53
ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
γείτων καὶ κτεάνων φύλαξ ἐμῶν P. 8.58
λαμπρὸν φέγγος καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97
“ θυμὸν γυναικὸς καὶ μεγάλαν δύνασιν” P. 9.30 “ τέλος οἶσθα καὶ πάσας κελεύθους” P. 9.45 “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47 ὥραισι καὶ Γαίᾳ” P. 9.60 “ νέκταρ καὶ ἀμβροσίαν” P. 9.63 “ Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ Νόμιον” P. 9.64—5.οἱ καὶ Ζηνὶ P. 9.84
νιν καὶ Ἰφικλέα P. 9.88
δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους P. 9.124
πόνων δὲ καὶ μαχᾶν ἄτερ P. 10.42
χαλκοῦ θαμὰ καὶ δονάκων P. 12.25
οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61
Ἰάσον' καὶ ἔπειτεν Ἀσκλαπιόν N. 3.54
τάνδε νᾶσον καὶ σεμνὸν Θεάριον N. 3.69
δῶρα καὶ κράτος N. 4.68
ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων N. 5.7
υἱοὶ καὶ βία Φώκου N. 5.12
ἀοιδαὶ καὶ λόγοι N. 6.30
αὐχένα καὶ σθένος (v. Dornseiff, Stil, 26) N. 7.73χειρὶ καὶ βουλαῖς N. 8.8
Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16
ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν N. 9.4
φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτε θρασυμήδεα καὶ δεινὰν στάσιν N. 9.13
χερσὶ καὶ ψυχᾷ N. 9.39
Κάστορος καὶ κασιγνήτου Πολυδεύκεος N. 10.50
Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ N. 10.53
Ζηνὸς ὑψίστου κασιγνήτα καὶ ὁμοθρόνου Ἥρας N. 11.2
λύρα καὶ ἀοιδά N. 11.7
πάλᾳ καὶμεγαυχεῖ παγκρατίῳ N. 11.21
ἐν Πυθῶνι καὶ Ὀλυμπίᾳ N. 11.23
παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ ὄχθῳ Κρόνου N. 11.25
πολιατᾶν καὶ ξένων I. 1.51
Ὀγχηστὸν καὶ γέφυραν I. 4.20
χρυσέων οἴκων ἄναξ καὶ γαμβρὸς Ἥρας I. 4.60
δαῖτα καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν I. 4.62
νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι I. 5.5
ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.38
Ἕκτορα καὶ στράταρχον Μέμνονα I. 5.40
Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27
Μερόπων ἔθνεα καὶ τὸν βουβόταν Ἀλκυονῆ I. 6.32
“χθόνα καὶ στρατὸν ἀθρόον Pae. 4.42
ἐμὰν ματέραλιπόντες καὶ ὅλον οἶκον Pae. 4.45
στεφάνων καὶ θαλιᾶν Pae. 6.14
νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσινἵζων Pae. 6.93
ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131
Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] Pae. 8.66
Κάδμου στρατὸν καὶ Ζεάθου πόλιν (Π: ἂν pro καὶ coni. Wil. metr. gr.) Πα... φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ἐπ' Αἰολάδᾳ καὶ γένει (G-H: τε καὶ Π.) Παρθ. 1. 13. ὦ Πάν, Ἀρκαδίας μεδέων καὶ σεμνῶν ἀδύτων φύλαξ fr. 95. 2. θυμὸν καὶ φωνὰν fr. 124d. βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ ἄνδρες fr. 133. 4. ]ἀοιδ[ὰν κ]αὶ ἁρμονίαν fr. 140b. 2. θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 6. τιμαὶ καὶ στέφανοι fr. 221. 2. Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος fr. 243.b two adjs.ξανθαῖσι καὶ παμπορφύροις ἀκτῖσι βεβρεγμένος O. 6.55
πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις O. 7.63
ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ O. 9.28
ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς O. 9.94
[ ἀκρόσοφον δὲ καὶ αἰχματὰν (v. l. τε καὶ) O. 11.19]κλυτὰν καὶ ὀνυμαστάν P. 1.38
πολυμήλου καὶ πολυκαρποτάτας χθονὸς P. 9.7
εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς P. 10.22
γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν N. 7.101
ἄνιππός εἰμι καὶ βουνομίας ἀδαέστερος Pae. 4.27
esp., two numerals,πρώτοις καὶ τερτάτοις O. 8.46
ἑβδόμᾳ καὶ σὺν δεκάτᾳ γενεᾷ P. 4.10
τεσσαράκοντα καὶὀκτὼ παρθένοισι P. 9.113
τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135.c two participles.ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς O. 5.24
ἀποπέμπων καὶ ἐποψόμενος O. 8.52
δεξάμενον καὶ δαίσαντα N. 1.71
θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
cf. O. 6.20d two infinitives. “ μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν” P. 4.166 “ χέρα οἱ προσενεγκεῖν ἦρα καὶ ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37.ἐπαινεῖσθαι χρεών, καὶ μελιζέμεν N. 11.18
κελαδῆσαι καὶ προσειπεῖν I. 1.55
e two pronouns. “ ἐμὲ καὶ σὲ” P. 4.141ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων P. 5.55
εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.21
f two adverbs.πολὺ καὶ πολλᾷ O. 8.23
3 in enumeration.a A καὶ B καὶ C ( καί...)λτ;γτ;άνθον ἤπειγεν καὶ Ἀμαζόνας εὐίππους καὶ ἐς Ἴστρον ἐλαύνων O. 8.47
νόστον ἔχθιστον καὶ ἀτιμότεραν γλῶσσαν καὶ ἐπίκρυφον οἶμον O. 8.69
πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν καὶ μέγαρον O. 13.62
γυναικεῖον στρατὸν καὶ Χίμαιραν καὶ Σολύμους ἔπεφνεν O. 13.90
Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε καὶ Μέροπας καὶ τὸν μέγαν Ἀλκυονῆ N. 4.25
—7.χαλκὸν ὅν τε Κλείτωρ καὶ Τεγέα καὶ Ἀχαιῶν ὑψίβατοι πόλιες καὶ Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.47
—8.ἐξικέσθαν καὶ μέγα ἔργον ἐμήσαντ' ὠκέως καὶ πάθον N. 10.64
ἐπῇεν καὶ ἔστα καὶ μυχοὺς διζάσατο fr. 51a. 3. τὸ δ' οἴκοθεν ἄστυ κα[ὶ ] καὶ συγγένεἰ Πα.. 32. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι Ἀθᾶναι fr. 76. 1. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν καὶ λιβάνῳ σκιαρὰν καὶ χρυσοκάρποισιν βέβριθε λτ;δενδρέοιςγτ; καὶ τοὶ μὲν Θρ.. 3. ἔνθα βουλαὶ γερόντων καὶ νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί, καὶ χοροὶ καὶ Μοῖσα καὶ Ἀγλαία fr. 199.b A καὶ B C τε ( καί...)Λύκιε καὶ Δάλοἰ ἀνάσσων, Φοῖβε, Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων P. 1.39
καὶ σοφοὶ καὶ χερσὶ βιαταὶ περίγλωσσοί τ' ἔφυν P. 1.42
Ἰόλαον καὶ Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες P. 11.61
ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν καὶ τὸ θαητὸν δέμας ἀτρεμίαν τε σύγγονον N. 11.12
τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον καὶ λεβήτεσσιν φιάλαισί τε χρυσοῦ I. 1.18
πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.99
—100.4 καί καί, both — andκαὶ ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων O. 7.90
καὶ ἀγάνορος ἵππου θᾶσσον καὶ ναὸς ὑποπτέρου O. 9.23
καὶ λογίοις καὶ ἀοιδοῖς P. 1.94
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος” P. 4.152κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.53
καὶ τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων καὶ τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.7
καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον βέβακεν ἐργμάτων ἀκτὶς I. 1.41
μυρίαι δ' ἔργων καλῶν τέτμανθ κέλευθοι καὶ πέραν Νείλοιο παγᾶν καὶ δἰ Ὑπερβορέους I. 6.23
εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 1. with irregular coordination,καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν O. 13.83
καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον (sc. ἐκράτησε) N. 10.26 in comparison,πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
5 with intensifying force.οὔτε δύσηρις ἐὼν οὔτ' ὦν φιλόνικος ἄγαν, καὶ μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις, τοῦτό γέ οἱ μαρτυρήσω O. 6.20
τέκεν γόνον ὑπερφίαλον μόνα καὶ μόνον P. 2.43
“τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσον· καί τοι μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν ὄμνυμι προήσειν” conditional parataxis P. 4.1656 v. E infra for exx. of καὶ irregularly placed. B copulative, combined with τε, where τε is superfluous.1Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις O. 1.18
τρεῖς τε καὶ δέκ' ἄνδρας O. 1.79
ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
εὐθυμιᾶν τε μέτα καὶ πόνων O. 2.34
πλοῦτόν τε καὶ χάριν ἄγων O. 2.10
τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν O. 2.53
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος O. 2.78
ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ διφρηλασίας O. 3.37
αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους O. 6.14
Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας O. 6.93
Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι O. 7.55
μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.80
αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88
μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι O. 9.65
τά λτ;τεγτ; τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα (supp. Hermann, met. gr.: om. codd., Schr.) O. 14.5γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
κτεάτεσσί τε καὶ περὶ τιμᾷ P. 2.59
“ παῖδες ὑπερθύμων τε φωτῶν καὶ θεῶν” P. 4.13 “ Κρηθεῖ τε μάτηρ καὶ Σαλμωνεῖ” P. 4.142ἀνέρες ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174
θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117
βουλᾶν τε καὶ πολέμων P. 8.3
ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς P. 8.6
λύρᾳ τε καὶ φθέγματι μαλθακῷ P. 8.31
πολλάν τε καὶ ἡσύχιον εἰρήναν P. 9.22
“ ἔν τε θεοῖς κἀνθρώποις” P. 9.40τόλμᾳ τε καὶ σθένει P. 10.24
εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45
τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες N. 1.30
εὖ τε παθεῖν καὶ ἀκοῦσαι N. 1.32
λῆμά τε καὶ δύναμιν N. 1.57
Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα N. 3.50
Κλεωναίου τ' ἀπ ἀγῶνος καὶ λιπαρῶν εὐωνύμων ἀπ Ἀθανᾶν N. 4.18
Οἰνώνᾳ τε καὶ Κύπρῳ N. 4.46
εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν N. 5.9
ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας N. 6.48
σέ τ' καὶ Πολυτιμίδαν N. 6.62
χειρῶν τε καὶ ἰσχύος ἁνίοχον N. 6.66
φίλιπποί τ' αὐτόθι καὶ κτεάνων ψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
γνώτ' ἀείδω θεῷ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται N. 10.31
Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Τυνδαρίδαις N. 10.38
Κορίνθου τ' ἐν μυχοῖς, καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις (loc. susp.) N. 10.42θάνατόν τε φυγὼν καὶ γῆρας ἀπεχθόμενον N. 10.83
ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29
κτεάνων θ' ἅμα λειφθεὶς καὶ φίλων I. 2.11
τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.51
γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει I.5. 52.δαπάνᾳ τε χαρεὶς καὶ πόνῳ I. 6.10
ἀγλαοὶ παῖδές τε καὶ μάτρως I. 6.62
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ I. 9.2
ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος fr. 2. 1. γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.51
Χαρίτεσσίν τε καὶ Ἀφροδίτᾳ Pae. 6.4
ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Pae. 6.132
μαντευμάτων τε θεσπεσίων δοτῆρα καὶ τελεσσιε[πῆ] θεοῦ ἄδυτον Pae. 7.2
σέ τε καὶ ῥαδ[ Πα. 7. d. 2.τά τ' ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83
ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν (Blass: πτανὸν ἀνδράσι codd. Dion. Hal.)Πα... Ἐλείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.17
τ]ριπόδεσσί τε καὶ θυσίαις fr. 59. 11. πρὶν μὲν ἕρπε σχοινοτένειά τ' ἀοιδὰ διθυράμβων καὶ τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν fr. 89a. 2. Πειθώ τ' ἔναιεν καὶ Χάρις fr. 123. 14. Ἀπόλλωνί τε καὶ[ fr. 140b. 10. ] ραί τε καὶ υ[ fr. 215. 9. τόλμα τέ μιν ζαμενὴς καὶ σύνεσις fr. 231. emphasised, both — and, ξένον μή τιν' ἀμφότερα καλῶν τε ἴδριν ἅμα καὶ δύναμιν κυριώτερον ( ἀλλὰ coni. Hermann) O. 1.104ἀμφότερον μάντιν τ' ἀγαθὸν καὶ δουρὶ μάρνασθαι O. 6.17
ἀμφότερον δαπάναις τε καὶ πόνοις I. 1.42
once joining finite verbs,ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων, καὶ τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον I. 1.19
—20. irregularly coordinated,ἄγοντι δέ με νῖκαι, ὦ Μεγάκλεες, ὑμαί τε καὶ προγόνων P. 7.18
συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.33
—6.οἶά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν I. 1.24
—5.ζώων τ' ἀπὸ καὶ θάνων I. 7.30
Κλεάνδρῳ τις ἀνεγειρέτω κῶμον, Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα, καὶ Νεμέᾳ ἀέθλων ὅτι κράτος ἐξεῦρε I. 8.4
[ἀνατεί τε] καὶ ἀπριάτας ἔλασεν (H. J. Mette: ἀναιρεῖται καὶ codd. Aristidis contra metr.) fr. 169. 8. explicative / appositional, ἐγγυάσομαι ὔμμιν, ὦ Μοῖσαι, φυγόξεινον στρατὸν μήδ' ἀπείρατον καλῶν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι ( δὲ καὶ v. l.) O. 11.19 Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 2. cf. P. 9.452 in enumeration.a A τε καὶ B Cτε φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν O. 3.8
“ μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημ' ἀγρούς τε πάντας” P. 4.148ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
—2.ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει Ἀλεύα τε παῖδες P. 10.4
ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν Δαρδάνων τε N. 3.60
—1.τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9
Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε N. 4.75
κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι πόνων τ ἄπειροι fr. 143.b A τε καὶ B καὶ C ( καὶ...) “ὅσσα τε χθὼν ἠρινὰ φύλλ' ἀναπέμπει, χὠπόσαι ψάμαθοι κλονέονται χὤ τι μέλλει, χὠπόθεν ἔσσεται, εὖ καθορᾷς” P. 9.45 ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισιν τε γλυκερὸν καὶ Διωνύσοιο καρπῷ καὶ κυλίκεσσιν Ἀθαναίαισι κέντρον fr. 124. 3. ἄστρα τε καὶ ποταμοὶ καὶ κύματα πόντου fr. 136.c μέν τε καί, v.μέν τε O. 4.14
C emphatic, non-copulative, v. also D. 1. infra.1 καί means even.καὶ ἄπιστον ἐμήσατο πιστὸν ἔμμεναι O. 1.31
ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31
[ θαμὰ καὶ ( θαμάκι v. l.) O. 4.27]ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν O. 5.16
ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.25
αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ παρέπλαγξαν καὶ σοφόν O. 7.31
τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων καὶ τάνδ' ἁλιερκέα χώραν παντοδαποῖσιν ὑπέστασε ξένοις O. 8.25
τράπε δὲ Κύκνεια μάχα καὶ ὑπέρβιον Ἡρακλέα O. 10.15
δάμασε καὶ κείνους. (Boeckh: κἀκείνους codd.) O. 10.30 ἤτοι καὶ τεά κεν ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12. 13.ἤτοι καὶ ὁ καρτερὸς ὁρμαίνων ἕλε Βελλεροφόντας O. 13.84
σὺν δὲ κείνῳ καί ποτ' Ἀμαζονίδων βάλλων γυναικεῖον στρατὸν O. 13.87
σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.52
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει P. 1.87
ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφία δέδεται P. 3.54
ἔτραπεν καὶ κεῖνον (Boeckh: κἀκεῖνον codd.) P. 3.55ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186
καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον P. 4.265
ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν δεῖσαι καὶ ἀφαυροτέροις P. 4.272
αὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279
κεῖνόν γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον P. 5.57
κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν ἔννεπεν P. 9.95
ἔτι καὶ μᾶλλον P. 10.57
ἔμπα καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ (Christ: καίπερ codd.) N. 4.36κεῖνος καὶ Τελαμῶνος δάψεν υἱὸν N. 8.23
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν where καί emphasizesκάματον N. 8.50
ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει μοῖρα N. 11.42
τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.2
ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων I. 4.31
ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15
ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60
ἤτοι καὶ ἐγὼ σκόπελον ναίων Pae. 4.21
εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει, ἄνιππός εἰμι though Pae. 4.252 where καί means also.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
Μοῖρ' θεόρτῳ σὺν ὄλβῳ ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει O. 2.37
ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος O. 7.45
Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.94
ἐοικότα γὰρ καὶ τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν (v. l. ἐν καὶ: κἀν Mosch.) P. 1.35Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58
ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ P. 2.36
ὅθεν φαμὶ καὶ δὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν P. 2.64
σοφοὶ δέ τοι κάλλιον φέροντι καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13
ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος P. 6.28
ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102
ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν P. 10.15
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.17
ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν N. 4.32
σὺν δὲ τὶν καὶ παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κλιθεὶς εὔδοξος ἀείδεται N. 7.7
ἐχθρὰ δ' ἄρα πάρφασις ἦν καὶ πάλαι N. 8.32
“καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” N. 10.77ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40
ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63
ἔτι καὶ Πυθῶθεν I. 1.65
κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ I. 4.44
ἐν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον I. 7.51
ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν sc. as well as to men I. 8.59ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δή ποτε καὶ κεῖνος I. 8.65
θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς καὶ χάριν ἀοιδᾷ φυτεύει fr. 141.3 emphatic, where neither of the two previous meanings seems applicable.a emphasizing subs., adj.καί πού τι καὶ βροτῶν φάτις O. 1.28
σέο ἕκατι καὶ μεγασθενῆ νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων I. 5.2
φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας (others interpr. καὶ as copulative) I. 8.47ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26
ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ὁ δὲ κηλεῖται χορευοίσαισι κα[ὶ θη]ρῶν ἀγέλαις (supp. Housman) Δ. 2. 22. esp. subs. prop.,ἦλθε καὶ Γανυμήδης O. 1.44
ἀνταγόρευσεν καὶ Πελίας P. 4.156
ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον P. 9.79
λαὸν θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων φύλλοις ἐλαιᾶν χρυσέοις μιχθέντα N. 1.17
αἰνέω καὶ Πυθέαν I. 5.59
κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.21
other exx. under c. α. infra.b preceding demonstrative.εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86
καὶτόδε συνθέμενος ῥῆμα P. 4.277
ἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.44
I relative.Ἄργει δ' ὅσσα καὶ ἐν Θήβαις O. 13.107
θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50
οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
οἵτε καὶ P. 3.89
ἔνθα καὶ P. 4.253
ὃ καὶ P. 5.63
[ τῷ καὶ (codd.: καὶ del. Pauw.) P. 5.69]ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας P. 12.31
ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι N. 2.1
ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἷλε N. 3.34
τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.36
οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ἀμφεπόλησαν N. 8.6
ὅσπερ καὶ Κινύραν ἔβρισε πλούτῳ N. 8.18
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον I. 2.23
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον I. 5.35
ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23
ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε πεδίον I. 8.49
ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34.II demonstrative.τὸ καὶ ἀνδρὶ πάρεστι Συρακοσίῳ O. 6.17
τὸ καὶ κατεφάμιξεν O. 6.56
τῶ καὶ ἐγὼ καίπερ ἀχνύμενος θυμόν I. 8.5
τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61
cf. I. 8.26d with temporal adv.τότε καὶ φαυσίμβροτος δαίμων Ὑπεριονίδας O. 7.39
καὶ τότε γνοὺς P. 3.31
μετὰ καὶ νῦν P. 4.64
cf. I. 8.61καὶ νῦν N. 5.43
[ καὶ νῦν (v. l. καί νυν) N. 6.8] ἐνῆκεν καὶ ἔπειτ[ Παρθ. 2.. καὶ τότ' ἐγὼ fr. 168. 4. v. also νῦνe emphasizing prepositional phrases, cf. E infra.ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.47
“εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέω” P. 9.50πλεῖστα νικάσαντά δε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
γλυκύ τι δαμωσόμεθα καὶ μετὰ πόνον I. 8.8
οἶαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2. 7.f with dependent infinitive phrase.γλυκεῖα δὲ φρὴν καὶ συμπόταισιν ὁμιλεῖν P. 6.53
πράσσει χρέος, αὖτις ἐγεῖραι καὶ παλαιὰν δόξαν ἑῶν προγόνων P. 9.105
ἐγὼ δ' ἀστοῖς ἁδὼν καὶ χθονὶ γυῖα καλύψαι (sc. εὔχομαι) N. 8.384 in comparisons.aὡς εἰ καί, ὥτε καί. φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ, καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν ἀνδράσιν πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.7
ἀλλ' ὥτε παῖς, καὶ ὅταν O. 10.91
bοὕτω καί. ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται· οὕτω δὲ καὶ πίτνει χαμαί P. 8.93
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει N. 11.42
cοἷος καί. ἤρατο τῶν ἀπεόντων· οἶα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
τῶν ἀρειόνων ἐρώτων. οἷοι καὶ Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον ποιμένες ἀμφεπόλησαν N. 8.6
d ἐπεὶ ψάμμος ἀριθμὸν περιπέφευγεν, καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν, τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.99ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται, καὶ ὅδ ἀνὴρ N. 2.3
, cf. P. 10.67 D in combination with other particles.1 δὲ καίa where καί means evenφύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαί P. 4.25
κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας P. 1.12
βία δὲ καὶ μεγάλαυχον ἔσφαλεν ἐν χρόνῳ P. 8.15
θανόντων δὲ καὶ φίλοι προδόται (Bergk: λόγοι φίλοι codd.) fr. 160.b where καί means alsoἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.14
δαέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει O. 7.53
ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος O. 8.77
οἱ δ' Ἀρκάδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.68
ἄλλαι δὲ δὔ χάρμαι, τὰ δὲ καὶ Νεμέας κατὰ κόλπον O. 9.87
τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.20
τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω, ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ bis. P. 8.56—7.πολλοὶ ἀριστῆες, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.
108.ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών N. 3.74
πρόφρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.22
ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.43
ἔστι δὲ καὶ κόρος ἀνθρώπων N. 10.20
ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι N. 10.25
τρὶς μὲν τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ N. 10.28
ἐν Ἰσθμῷ Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν I. 5.18
μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
αἰνέων Μελέαγρον, αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.32
κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1
διαγινώσκομαι μὲν γινώσκομαι δὲ καὶ μοῖσαν παρέχων ἅλις Pae. 4.23
μνάσει δὲ καί τινα Pae. 14.35
τέρπεται δὲ καί τις ἐπ' οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων fr. 221. 4. N. B. anaphora O. 9.68, P. 9.108, N. 10.28, I. 6.71, I. 7.32, I. 9.1c where καί is generally emphatic. τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα (= αὖ, Gr. Part., 305 P. 6.44 ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα and two are the victories that M. has I. 3.9 ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ Πειθώ τ ἔναιεν ( précisement van Groningen) fr. 123. 13. σοφοὶ δὲ καὶ τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος αἴνησαν περισσῶς fr. 35b. where δὲ is separated fromκαί; εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι N. 7.89
2 combined with particles other particles than δέ. a. καί ῥα v. ῥα. b. καί νυν v. νυν. c. καὶ γάρ v. γάρ. d. καὶ μάν v. μά ν. e. καίτοι v. τοι f. καίπερ v. καίπερ [g. καί τε is not a genuine combination of particles, in spite of apparent exx. I. 2.19 coni., I. 2.23, I. 4.25—6, I. 7.32—3.] E position of καί: 1. the position of emphatic καὶ is sometimes between prep. and subs., cf. C. 3. e supra:ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐπὶ καὶ θανάτῳ P. 4.186
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102
ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. cf. fr. 123. 13. This usage is irregularly applied to copulative καί:ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις (Tricl.: ἔν τε, ἔν τε καὶ codd.) P. 10.58 πέσε δ (sc. κῦμ' Ἀίδα)ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα N. 7.31
ζώων τ' ἀπὸ καὶ θανών I. 7.30
2 irregular position of καί. dub. exx.a copulative. ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν / καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καί coni. Ahlwardt: τε codd.: ὀξ. σχ. καὶ δειν. coni. Wil.) N. 4.64 [ καὶ coni. Ahlwardt, τ codd. P. 10.69]b emphatic. δελφῖνι καὶ τάχος δἰ ἅλμας ἶσον κ' εἴποιμι Μελησίαν (Schr. e Σ: κεν codd.: κ add. Wil., om. codd: “nicht ein umgestelltes “und” sondern “auch” wie die Σ auch verstehen.” Wil.) N. 6.64 F in crasis.κἀσόφοις O. 3.45
κἀγοραὶ O. 12.5
χὠπόταν χὤταν P. 2.87
—8.κοὔ P. 4.151
τε κἀγαθῷ P. 8.100
κἀνθρώποις P. 9.40
χὠπόσαι χὤ τι χὠπόθεν P. 9.46
—8. καἴπερ (coni. Christ: καίπερ codd.) N. 4.36 κἀν (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59 κεἴ fr. 4. κἀγχερριθ[ Πα. 22. i. 3. G fragg.καὶ θυόε[ντα Pae. 3.8
]καί ποτε[ Pae. 6.73
]σεκαι[ Πα. 7B. 2. ]καὶ χ[ Pae. 10.2
]καὶ χρυσο[ Pae. 10.10
καὶ τα[Πα. 13d. 8. ]τε καὶ ἁνίκα ναύλοχοι[ Pae. 18.9
]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 1. ]αμα καὶ στρατιὰ[ Δ. 3. 11. ]τηρκαιε[ Δ. 4. d. 3. καὶ λιπαρῷ fr. 204. ] σκαιλυ[ fr. 215b. col. 2. 4. -
16 καθ-ίζω
καθ-ίζω (s. ἵζω), impf. καϑῖζον u. ἐκάϑιζον, Od. 16, 408, wie aor. gew. ἐκάϑισα, auch καϑῖσα, Ar. Ran. 911 Thuc. 6, 66. 7, 82; fut. καϑιῶ, z. B. Dem. 39, 11, Xen. An. 2, 1, 4, mit der v. l. καϑίσειν, dor. καϑιξῶ, Bion. 2, 16, auch καϑιζήσω, bes. im med.; καϑίξας Anacr. 31, 19, wie Theocr. 1, 12, καϑιζηϑείς D. Cass. 63, 5; perf. κεκάϑικα, Apoll. Dysc. synt. p. 318; – niedersetzen, sich setzen lassen; μή με κάϑιζε Il. 6, 360; σ' ἐπ' ἐμοῖσιν ἐγὼ γούνεσσι καϑίσσας 9, 488; ἥ τ' ἀνδρῶν ἀγορὰς ἠμὲν λύει ἠδὲ καϑίζει, die Volksversammlung ansetzen, Od. 2, 69, vgl. Ar. Vesp. 303; τὴν σύγκλητον Plut. Oth. 9; τὴν βουλὴν πάντων ἐπίσκοπον Sol. 19; κάϑιζε νῦν με Soph. O. C. 21; εἰς εὐγενῆ δόμον σε καϑί. ζει Eur. Ion 1541; στρατόν Heracl. 664, wie Phoen. 1188, lagern lassen, vgl. Thuc. 4, 90, καϑῖσαν τὸ στράτευμα ἐς χωρίον ἐπιτήδειον 6, 66, καϑῖσε τὴν στρατιάν 7, 82, Plat. Legg. V, 755 e; καὶ ἅμα με καϑίζει ἄγων παρὰ Κριτίαν Plat. Charm. 153 c; δικαστήρια, einsetzen, Polit. 298 e; δικαστήν, den Richter einsetzen, bestellen, Legg. IX, 873 e; ἐὰν κλαίοντας αὐτοὺς καϑίσω, wenn ich sie weinen lasse, zum Weinen bringe, Ion 535 e; Xen. Cyr. 2, 2, 15 ἢν κλαίοντας ἐκεί. νους πειράσῃ καϑίζειν; Conv. 3, 11 dem γελωτοποιεῖν entggstzt; Din. 3, 7 εἰς αἰτίαν καϑίσαντα πᾶσαν τὴν πόλιν, wo Steph. καϑιστάντα las; ϑυγα τέρα ἐπ' οἰκήματος Her. 2, 121, 5; – κάτισον φύλακας, stelle Posten aus, Her. 1, 89; εἰς τὸν ϑρόνον τὸν βασίλειον αὐτὸν καϑιεῖν Xen. An. 2, 1, 4; ἐνέδραν, einen Hinterhalt legen, Plut. Poplic. 20. – Häufiger intr., sich niedersetzen, sich setzen, sitzen; εἰ μετ' ἀϑανάτοισι καϑίζοις Il. 15, 50, ἐπὶ κλισμοῖσι 8, 436, ἐν πέτρῃσι Od. 5, 156, ἐν ϑρόνοισι 8, 422; Eur. vrbdt es auch c. acc., βωμόν, auf den Altar, Herc. Fur. 48, ὀμφαλόν Ion 6, τρίποδα Or. 954; κάϑιζε ἐπὶ τὸν ἱερὸν σκίμποδα Ar. Nubb. 255; ἐν τῷ ϑρόνῳ κατίζων δικάζει Her. 5, 25; ἐπὶ τοὺς βωμούς, als Hülfeflehender, Thuc. 1, 126, wie Lys. 13, 24; vom Heere, sich lagern, Thuc. 3, 107; εἰς τὴν προεδρίαν τῶν πρυτάνεων Din. 2, 13; von Richtern, Plat. Legg. II, 659 b; ὥςτε ἐπὶ τὰ ἰσχία ἄμφω καϑίσαι τὼ ἵππω Phaedr. 254 c; προέδροις, οἳ κεκληρωμένοι καϑίζουσιν ἐξ ὑμῶν Dem. 24, 89, wo es ebenfalls dem καϑίστημι entspricht; von Gästen, sich zu Tische setzen, Xen. Cyr. 8, 4, 2; ἐπὶ κώπην, sich an's Ruder setzen, rudern, Ar. Ran. 198; von Schiffen, καϑισάντων τῶν πλοίων, auf den Grund kommen, sitzen bleiben, Pol. 1, 39, 3. – Med. sich setzen, sitzen; ὅπου καϑιζησόμεϑα Plat. Phaedr. 229 a; Prot. 317 d; Folgde.
-
17 ἜΧω
ἜΧω (vgl. ὄχος, vehi, u. s. Savelsberg diss. inaug. quaest. lezic. de radicibus graecis, der die Wurzel FΕΧ nachweis't); ἔχεισϑα, Theogn. 1316; conj. ἔχῃσϑα, Il. 19, 180; imperf. εἶχον, ep. ἔχον, alexandrinisch εἴχοσαν, = εἶχον, Posidipp. 6 (V, 209); ἔχεσκον, Hom. u. Her. 6, 12; fut. ἕξω, med. ἕξομαι, Soph. O. R. 891, u. σχήσω, bes. in der Bdtg halten, bei Hom. häufiger als ἕξω, bei den Tragikern seltener als dieses, Aesch. Eum. 662 Pers. 732 Soph. El. 216 Ai. 669 Eur. I. A. 1365; die Form σχήσῃσϑα H. h. Cer. 367, auch σχήσεισϑα geschrieben, entspricht dem conj. aor. δεσπόσσῃς; – tut. med. σχήσομαι, Ar. Av. 1335; aor. ἔσχον (nie ohne Augm.), alexandrinisch auch ἔσχα, Inscr. 1030, inf. σχεῖν, ep. σχέμεν, conj. σχῶ, opt. σχοίην, imperat. σχές, Soph. El. 1013, u. σχέ, orac. bei Schol. Eur. Phoen. 641, l. d. (vgl. παρέχω); med. ἐσχόμην, σχέσϑαι, σχέτο, Il. 7, 248. 21, 345, sonst immer mit dem Augm.; perf. ἔσχηκα (ὄχωκα nur in Zusammensetzungen erhalten, wie συνοχωκότε, s. συνέχω) u. ἔσχημαι, aor. pass. ἐσχέϑην. Vgl. noch Giese Aeol. Dial. S. 245 ff, S. auch ἴσχω, σχέϑω, und die Composita; – 11 halten, haben, u. zwar zunächst – al sassen, tragen, was die Alten durch βαστάζω, φέρω erklären, πεμπώβολα χερσίν Il. 1, 463, σκῆπτρα δὲ κηρύκων ἐν χέρσ' ἔχον 18, 105, ἔχε δὲ στεροπὴν μετὰ χερσίν 11, 484; ἐν χερσὶν βόμβυκας Aesch. frg. 51; οὐ γὰρ ἔχω χεροῖν βελέων ἀλκάν Soph. Phil. 1135; übertr., ἐν χειρὶ τῇ σῇ πάντ' ἔχεις Eur. El. 610, s. unten 5); – ἐπ' ὤμων πατέρ' ἔχων Soph. frg. Laoc. 3, 2, wie τὸ δῶρον ἀμφὶ φαιδίμοις ἔχων ὤμοις Niptr. 5, 4; so von Kleidern u. Waffen, εἷμα δ' ἔχ' ἀμφ' ὤμοισι Il. 18, 538; auch παρδαλέην ὤμοισιν ἔχων, 3, 17; ἐπὶ τὸν ὦμον, Xen. An. 6, 3, 25; στολὴν ἀμφὶ σῶμα, Eur. Hel. 561; χιτῶνας Xen. An. 1, 5, 8; τρίβωνας Dem. 54, 34; πρόσϑεν δ' ἔχεν ἀσπίδα Il. 13, 157; von Pferden ζυγὸν ἀμ φὶς ἔχοντες Od. 3, 486; αἰχμήν, σάκος, Aesch. Spt. 511. 624 u. sonst; ähnlich auch πολιὰς ἔχω (τρίχας), ich habe graue Haare, Aesch. 1, 49. – So ist auch Od. 1, 53 erklärt worden, wo von Atlas gesagt wird ἔχει δέ τε κίονας αὐτὸς μακράς, αἳ γαῖάν τε καὶ οὐρανὸν ἀμ φὶς ἔχουσιν, er hält die Säulen u. tragt sie, die den Himmel u. die Erde von einander halten; vgl. Hes. Th. 517 Ἄτλας δ' οὐρανὸν εὐρὺν ἔχει; οἱ κίονες τὰ ἐπικείμενα βάρη Arist. Metaphys. 4, 23. Aber in der Homerischen Stelle nimmt man ἔχει besser = er beaufsichtigt, hütet, wie Odyss. 4, 737 καί μοι κῆπον ἔχει πολυδένδρεον. – Κάρη ὑψοῠ, hoch halten, Il. 6, 509. 16, 266; κάρη ὑπὲρ πασῶν, das Haupt über alle erheben, Od. 6, 107. Auch ἐν γαστρὶ ἔχουσα, Her. 3, 32 u. Sp., von den Schwangeren gesagt, ist hierher zu ziehen, wofür γυνὴ ἔχουσα allein gesagt ist 5, 41; vgl. Arist. Polit. 7, 16. – bl halten, bes. festhalten; Il. 9, 209; χειρὸς ἔχων Μενέλαον, ihn bei der Hand haltend, 4, 154; 11, 488; Πάτροκλος ἑτέρωϑεν ἔχεν ποδός 16, 763; ὑπὸ ζυγῷ λόφον Soph. Ant. 292; λαβεῖν καὶ σχεῖν Plat. Theaet. 197 c; ἔχειν τινὰ μέσον, ihn in der Mitte des Leibes gefaßt halten, wie der Ringer, Ar. Nubb. 1047; im pass., ἔχομαι μέσος, Ach. 546; Equ. 388; gefangen halten, τῶν ἀνδρῶν τῶν μὲν διεφϑαρμένων, τῶν δὲ ζώντων ἐχομένων Thuc. 2, 5; so ἔχονται οἱ ἄνδρες Xen. An. 7, 3, 47. Aehnl. auch νίκης πείρατ' ἔχονται ἐν ϑεοῖσιν, sind in der Gewalt der Götter, Il. 7, 102. Anhalten, ἵππους 4, 302, zusammenhalten, σάρκας τε καὶ ὀστέα ἶνες ἔχουσιν Od. 11, 219. – 2) In seiner Hand halten ist im Besitzhaben, besitzen, inne haben: – a) von Göttern, die einen Tempel, ein Land besitzen, als Schutzgottheiten darin walten, Aesch. Βρόμιος δ' ἔχει τὸν χῶρον, Eum. 24 u. öfter; Soph. O. C. 40. 54 Tr. 199; ναούς Eur. Suppl. 2; οἱ τὴν πόλιν ἔχοντες ϑεοί Plat. Legg. IV, 717 a, wie bei Hom. οἳ Ὄλυμπον ἔχουσι, Il. 5, 890, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι, 21, 267 u. öfter. So auch Thuc. 2, 74 u. Sp., z. B. D. Sic. 20, 7. – bl von Menschen, eine Stadt od. ein Land inne haben, bewohnen, ἀνϑρώπων, οἳ τήνδε πόλιν καὶ γαῖαν ἔχουσιν Od. 6, 177; οἶκον 6, 183; von den Todten, οὖδας ἔχει, 23, 46, er nimmt den Boden ein, bedeckt ihn; οἳ γᾶς ἔσχατον τόπον ἀμφὶ Μαιῶτιν ἔχουσι λίμναν Aesch. Prom. 417; ὁ τὰν Κρῖσαν βο υνόμον ἔχων ἀκτάν Soph. El. 175; Σαλαμῖνος βάϑρον Ai. 135; ähnlich ἔχεις χῶρον οὐχ ἁγνὸν πατεῖν, du stehst auf einem Platz, O. C. 37; Συρίαν Xen. Cyr. 8, 3, 24. Auch von Thieren, τὰ ὄρη ἔχουσιν Xen. Cyn. 5, 12. 24. – c) in Besitz haben als Herrscher; τὸ Κάδμου ἑπτάπυλον ἔχει κράτος Eur. Herc. Fur. 543; σκῆπτρα καὶ ϑρόνους Soph. O. C. 426; τυραννίδα Eur. Phoen. 485. – d) wie bei den Göttern u. den Herrschern der Begriff des Verwaltens u. der Fürsorge hervortritt, so ist ἔχειν κῆπον Od. 4, 737 = die Aufsicht über den Garten haben, ihn besorgen, vgl. oben; πατρώϊα ἔργα, das Land bestellen, 2, 22; πύλαι, ἃς ἔχον Ωραι Il. 5, 749, ἔχειν τὰς ἀγέλας Xen. Cyr. 7, 3, 7; vgl. Il. 24, 280 ἵππους αὐτὸς ἔχων ἀτίταλλε, er pflegte sie u. zog sie auf; bei Dem. 47, 45 ist ἔχειν τὰς δίκας die Gerichte verwalten. – el allgemein vom Besitz, τἀγαϑὸν χεροῖν ἔχοντες Soph. Ai. 944, vgl. Dem. ἔστι γὰρ ἔχειν καὶ τὰ ἀλλότρια, καὶ οὐχ ἅπαντες οἱ ἔχοντες ἔχο υσι τὰ ἑαυτῶν, 7, 26, der Besitz ist nicht ihr Eigenthum; αὐτῷ ταὐτά σοι δίδωμι ἔχειν Eur. Hec. 1276; ὅπως καὶ ἔχοντές τι οἴκαδε ἀφίκοιντο Xen. An. 5, 9, 17, vgl. Cyr. 4, 1, 20, mit Beute; ὁ ἔχων τι, der Etwas hat, Her. 6, 22; οἱ ἔχοντες τὰς οὐσίας Xen. Hell. 5, 2, 7; absolut, ὁ ἔχων, der Reiche, Soph. Ai. 157; Eur. Alc. 58; Xen. An. 7, 3, 28; οἱ οὐκ ἔχοντες, die Armen, Eur. Suppl. 240; ὁ ἔχων neben πλουτῶν entggstzt den ἐν ταῖς ἐσχάταις ἀπορίαις ὄντες Dem. 45, 73. Aehnl. χρέα πολλῶν ταλάντων ἔτ' ἔχων, ausstehende Forderungen habend, Dem. 36, 41, vgl. 37, 12 αἰτιώμενοι πολλῷ πλείονος ἄξια ἔχειν ὧν ἐδεδώκειμεν χρημάτων, auch von Forderungen. Daher πλέον ἔχειν, Vortheil haben, μεῖον ἔχειν, den Kürzern ziehen, Xen. Cyr. 1, 6, 26. 7, 3, 35. – f) hierher gehört auch die Vbdg "zur Frau haben", οὕνεκ' ἔχεις Ἑλένην Od. 4, 569, ἄλοχον Il. 9, 336, vgl. 3, 53. 13, 173; pass., τοῦπερ δὴ ϑυγάτηρ ἔχεϑ' Ἕκτορι Il. 6, 398; auch in Prosa, Xen. Cyr. 1, 5, 4 u. sonst; auch von Geliebten, Thuc. 6, 54, wie der bekannte Ausspruch Aristipps in Beziehung auf die Lais: ἔχω, ἀλλ' οὐκ ἔχομαι Ath. XII, 244 d D. L. 2, 75. – g) bei sich haben, als Gast, οἷον μέν τινα τοῦτον ἔχεις ἐπίμαστον ἀλήτην, was hast du da für einen Landstreicher, Od. 20, 377; πολλοὺς ἔχων ἄνδρας λοχίτας Soph. O. R. 750; bes. vom Feldherrn, στρατὸν ἔχων Her. 7, 8, 4; τοὺς ὁπλίτας ἔχων, die Soldaten bei sich habend, Xen. u. A. oft, wo man das Particip einfacher durch mit übersetzen kann, selten mit der Präposition, τοὺς βελτίστους ἔχων μεϑ' ἑαυτοῦ Xen. Cyr. 1, 4, 17. Vgl. noch προϑύμως εἶχε ὑπακουούσας Xen. Cyr. 1, 6, 19, wie πειϑομένους αὐτοὺς πολὺν χρόνον οὐ δυνήσομαι ἔχειν, im Gehorsam erhalten, sie als gehorsame behalten, 7, 2, 11. – Aehnlich Ζῆν' ἔχων ἐπώμοτον, als einen Vereidigten, Zeugen, den Zeus für sich haben, Soph. Tr. 1178. – Zuweilen scheint es uns pleonastisch zu stehen, ἀναπτερώσας αὐτὴν οἴχεαι ἔχων ἐκκλέψας Her. 2, 115, du gehst mit ihr fort, u. so ἀπῆλϑεν ἔχων, er ging damit fort. – g) In Besitz nehmen, erlangen; π οῠ δύςοιστον ἕξομεν τροφάν Soph. O. C. 1684; στέφανον εὐκλείας Ai. 460; νίκης γέρας El. 677; so ist ἔσχε τὴν ἀρχήν zu fassen, Thuc. 6, 54 Xen. Cyr. 1, 5, 2 u. sonst; πρὶν ἔχεσϑαι τὰ ἄκρα, ehe sie eingenommen wurden, 3, 2, 12; Πύλου ἐχομένης Thuc. 4, 54; Sp., wie Plut. Rom. 18; Aesch. Τροίαν Ἀχαιοὶ τῇδ' ἔχουσι, Ag. 311. Bei Dem. 32, 14, τὴν ναῦν οἱ ἐπὶ τῇ νηῒ δεδανεικότες εὐϑέως εἶχον, ist es "in Beschlag nehmen"; τεύχε' ἔχονται, die Waffen werden festgehalten, sind geraubt, Il. 18, 197, wie ἔντεα μετὰ Τρώεσσιν ἔχονται 18, 130. – h) inne haben, umgeben, φρένες ἧπαρ ἔχουσι Il. 9, 301, αἴϑρη ἔχει κορυφήν, Heitere umgiebt den Gipfel, Od. 12, 76; vgl. αἰεὶ δ' ὄμβρος ἔχει τεϑαλυῖά τ' ἐέρση 13, 245; τοὺς δ' ἄκραντος ἔχει νύξ Aesch. Ch. 68. – il erhalten, retten, beschirmen; ὅς τέ μιν αὐτὴν ῥύσκευ, ἔχες δ' ἀλόχους Il. 24, 729; τοῦ δὲ καὶ ἄλλο τόσον μὲν ἔχε χρόα χάλκεα τεύχη 22, 322. – 3) Worauf zu halten, wohin richten, wie ὀϊστὸν ἔχεν, er richtete den Pfeil, Il. 23, 871, denn den Bogen hält man auf den Gegenstand hin, den man treffen will. So χεῖράς τε καὶ ἔγχεα ἀντίον ἀλλήλων, sie richteten die Fäuste u. Schwerter gegen einander, 5, 569. Bes. von Pferden u. Schiffen, darauflos treiben, steuern, ἵππο υς, 3, 263. 5, 230. 240. 829. 841. 8, 139. 23, 423, νῆας, Od. 9, 279. 10, 91. 11, 70; παρὲξ ἔχε δίφρον Hes. Sc. 352; παρὰ τὴν ἤπειρον ἔχον τὰς νέας Her. 6, 95; mit Auslassung von ἵππους u. νῆας steht es scheinbar intr., Πύλονδ' ἔχον, ich hielt oder steuerte auf Pylos hin, Od. 3, 182; Πάτροκλος δ' ᾗ πλεῖστον ὀρινόμενον ἴδε λαόν, τῇ ῥ' ἔχε ὁμ οκλήσας, da fuhr, lenkte er hin, Il. 16, 378, vgl. 23, 325. 401. 422; ὑπ' ἐσχάτην στήλην ἔχων ἔχριμπτ' ἀεὶ σύριγγα Soph. El. 710, vgl. 724; τάχ' ἄν τις ἄκων ἔσχε, landete an, Phil. 305; π οῖ Ar. Ran. 188; so νέες ἕσχον εἰς τὴν Ἀργολίδα χώρην Her. 6, 92; πρὸς Σαλαμῖνα 8, 40; bes, oft Thuc., εἰς Φειὰν σχόντες 2, 25, πρὶν τῇ Δήλῳ ἔσχον 3, 29, κατὰ τὸ Ποσειδώνιον 4, 129, σχὼν ἐς Σκιώνην 5, 2, ἐς τὸν αἰγιαλόν 6, 52; κάτω ἔχειν Plat. Rep. V, 465 c. – Aehnlich sind Vbdgn wie ὅστις πημάτων ἔξω πόδα ἔχει Aesch. Prom. 264; ἴσως ἂν ἐκτὸς κλαυμάτων ἔχοις πόδα Soph. Phil. 1244, wie ἔξω πραγμάτων ἔχειν πόδα Eur. Heracl. 110; σαυτὸν ἐκποδὼν ἔχων, dich entfernt haltend, Aesch. Prom. 344, wie συμβουλεύουσιν, ἐκποδὼν ἔχειν ἐμαυτόν Xen. Cyr. 6, 1, 37; τὸν ὦμον γυμνὸν πρὸς γυμνῷ τῷ Κριτοβούλου ὤμῳ ἔχων, daran haltend, lehnend, Conv. 4, 27; übertr., στυγερὰν ἔχε δύςποτμον ἀρὰν ἐπ' ἄλλοις, er richtete den Fluch gegen sie, Soph. Phil. 1105; ὧδ' ἐφάλοις κλισίαις ὄμμ' ἔχων Ai. 190, er richtete sein Auge auf die Zelte; ϑἀτέρᾳ νοῦν ἔχοντα Tr. 272, seine Gedanken, seinen Sinn worauf richten, δεῦρο νοῦν ἔχε, hierauf gemerkt, Eur. Or. 1181; ἐκεῖσε Phoen. 363; in Prosa nicht selten, ὅπως ἥκιστα πρὸς αὐτοὺς νοῦν ἔχοιεν Thuc. 3, 22, wie γνώμην 3, 25. – 4) zurückhalten, anhalten, hemmen, bes. den angreifenden Feind, den Angriff aushalten, bestehen, κρατερὴ δ' ἔχεν ἲς Ὀδυσῆος Il. 23, 720, οὐδὲ μίνυνϑ' ἕξουσι – Πηλείωνα 20, 27, χεῖρας Od. 22, 70; δάκρυον 16, 191; ὀδύνας, d. i. die Schmerzen stillen oder lindern, Il. 11, 848; κῦμα Od. 5, 451; Ἑλλήςποντον ἱερὸν ἤλπισε σχήσειν Aesch. Pers. 732; τὰν φόνιον ἔχετε φλόγα Eur. Tr. 1318; ἔχ' αὐτοῦ πόδα σόν, halt deinen Fuß dort an, I. T. 1159; Πέρσας ἔσχον Plat. Menex. 239 d, wie Xen. An. 7, 1, 20 u. sonst; βουϑυτοῦντά μ' ἀμφὶ βωμὸν ἔσχετε, hieltet mich zurück, hindertet mich, Soph. O. C. 892, vgl. Phil. 1332; ὃς παρὰ νηυσὶν ἔχεις ἀέκοντας ἑταίρους Il. 16, 204; ἔσχε μαργῶντα αὐτόν Eur. Phoen. 1156; δοιοὶ δ' ἔντοσϑεν ὀχῆες εἶχον πύλας Il. 12, 456, wie ϑύρην δ' ἔχε μοῠνος ἐπιβλής 24, 453; πύργων γῆς ἔσχομεν κατασκαφάς, wir hielten die Zerstörung ab, Eur. Phoen. 1203; mit folgendem inf., ἦ τινα καὶ Δαναῶν σχήσω ἀμυνέμεναι, ob ich auch einen der Danaer hemmen, hindern werde, Il. 17, 182; 22, 412; gew. mit μή, οὐκ ἄν ποτ' ἔσχον μὴ τάδ' ἐξειπεῖν πατρί Eur. Hipp. 658, wie Ἀριστόδικος ἔσχε μὴ ποιῆσαι ταῠτα Κυμαίους, hielt die K. ab, dies zu thun, Her. 1, 158, vgl. 9, 12; auch tritt der Artikel dazu, τὸ δὲ μὴ λεηλατῆσαι ἑλόντας σφέας τὴν πόλιν ἔσχε τόδε, daß sie nicht plünderten, hinderte Folgendes, 5, 101, wie φόβος τε συγγενὴς τὸ μὴ 'δικεῖν σχήσει Aesch. Eum. 662; – mit dem genit., wovonabhalten, ὃς τὸν λωβητῆρα ἔσχ' ἀγοράων Il. 2, 275; ὃ ταύτην τῶν μακρῶν σχήσει γόων Soph. El. 367; ὅς νιν φόνου ἔσχε Eur. Herc. Fur. 1005; τοὺς πολεμίους τῆς ἐς τὸ πρόσϑεν προόδου, vom weiteren Vordringen abhalten, Xen. Cyr. 7, 1, 36; ἀσκὸς δύο ἄνδρας ἕξει τοῦ μὴ καταδῠναι An. 3, 5, 11, vgl. Hell. 4, 8, 5. – Aehnlich ist μῦϑον σιγῇ Od. 19, 502; σῖγα ἕξομεν στόμα, den Mund halten, Eur. Hipp. 660; εἶχε σιγῇ Her. 9, 93 ( σιγή). – Auch c. dat., οὐδέ οἱ ἔσχεν ὀστέον, widerstand ihm nicht, Il. 16, 740. – 5) habenin allgemeinster Bedeutung von den verschiedensten Zuständen des Leibes u. der Seele. Die Verbindungen mit Substantivis, die sich oft als Umschreibungen für einfache Verba ansehen lassen, sind bei diesen aufgeführt und werden hier nur kurz zusammengestellt: a) ἡλικίαν, ein Alter haben, Xen. Cyr. 1, 6, 34; ἥβην Plat. Prot. 309 b; ähnlich ἡμέρας δύο ἢ τρεῖς τῆς ἀρχῆς ἔχειν Plut. Cic. 9; –. βίοτσν εὐαίων' ἔχειν, ein glückliches Leben haben, Soph. Tr. 81, wie αἰῶνα τλάμον' ἕξω O. C. 734. – b) ἃς ἔχεις ὀργὰς ἄφες Aesch.Prom. 315; νοῦν ἔχειν Soph. El. 1001, vgl. 1457; φρόνησιν τάνδε O. R. 664, φρένας Phil. 1115; anders φρεσίν oder ἐν φρεσὶν ἔχειν, im Geiste festhalten, behalten, Hom., wie νῷ ἔχειν, sich erinnern, Plat. Euthyphr. 2 b; ἄγρας ἀΰπνους ἔχων, = ἀγρεύων, Soph. Ai. 867; – αἰσχύνην ἔχειν, = αἰσχύνεσϑαι, Eur. Andr. 243; vgl. αἰσχύνη, wo auch ἐν αἰσχύναις ἔχειν angeführt ist, wie ἐν αἰσχύνῃ ἔχειν, Xen. Cyr. 5, 1, 36, u. δι' αἰσχύνης ἔχω, Eur. I. T. 683; – βλάβην ἔχειν, = βλαφϑῆναι, Soph. Ai. 1304; – βοὴν ἔχειν, ertönen, Il. 18, 495, wie καναχὴν ἔχειν, Getöse machen, 16, 105 u. oft; – γνώμην ἔχειν, = γνῶναι, – δεῖμα, Furcht haben, Soph. Ai. 636; – διάνοιαν ἔχειν, = διανοέομαι, Plat. Legg. VIII, 828 d; – δίκην ἔχει, = δίκαιόν ἐστι, Plat. Rep. VII, 520 b; – ἔγκλημά τινι, = ἐγκαλεῖν, Soph. Phil. 322; – ἐλπίδα, Hoffnung haben, hoffen, Soph. Ai. 600 u. öfter; – ἐπιϑυμίαν Eur. Andr. 1282; δι' ἐπιμελείας ἔχειν, s. ἐπιμέλεια, ἐπιστήμην, Soph. Ant. 338; ἔρευναν ἔχειν, = ἐρευνᾶν, O. R. 566; ἔρωτα, Plat. Phaedr. 239 a, wie ἔρον Eur. El. 297; εὔνοιάν τινι, Or. 867; ἡσυχίαν ἔχω, = ἡσυχάζω, – ϑήραν, Soph. Ai. 561, Jagd halten; – κότον, Zorn hegen, Il. 1, 82; – λιτάς τινι, flehen zu Einem, Soph. O. C. 1309; λόγον ἔχει, hat Grund, ist vernunftgemäß, Plat. Theaet. 157 d; – μεριμνήματα, sorgen, Soph. Phil. 187; – μέμψιν τινί, tadeln, Aesch. Prom. 443 Soph. Phil. 1243, wie ἕν σοι μομφὴν ἔχω Eur. Or. 1069, vgl. Phoen. 773; auch Ar. Paz 633; – μνείαν u. μνήμην τινός, = μιμνήσκεσϑαι, μεμνῆσϑαι, – οἶκτον, = οἰκτείρω, Soph. Ai. 521; ὀργήν, = ὀργίζεσϑαι, Phil. 1293, wie τὴν ὀργὴν ἐπὶ Μειδίαν ἔχειν Dem. 21, 70; auch δι' ὀργῆς ἔχειν τινά, Thuc. 2, 37. 64, wie ἐν ὀργῇ ἔχειν 2, 18, ἐν ὀῤῥωδίᾳ, fürchten, 2, 89; δι' ἡσυχίας, 2, 22; vgl. auch δι' ἐλπίδος ἔχειν, διὰ φυλακῆς u. ähnl. unter διά; διὰ χειρὸς ἔχειν, an 1 a) erinnernd, in den Händen haben, in seiner Gewalt haben, womit beschäftigt sein, vgl. Aesch. Suppl. 193; Soph. Ant. 1243; τὰ τῶν συμμάχων Thuc. 2, 13. 76; γάμους ἑτοίμους ἐν χεροῖν ἔχειν Eur. Hel. 1402; vgl. Her. 1, 35; auch μετὰ χεῖρας ἔχειν τι, 7, 16, 2, wie Thuc. 1, 138; – διὰ στόματος ἔχειν, im Munde haben, Plut. Lyc. 6, wie ἀνὰ στόμ' αἰεὶ καὶ διὰ γλώττης ἔχειν Eur. Andr. 95; διὰ στέρνων ἔχειν, von der Gesinnung, Soph. Ant. 635; – παρουσίαν ἔχειν, = παρεῖναι, Soph. Ai. 536; – πόϑον βορᾶς Eur. Or. 189; προϑυμίαν Phoen. 909; Plat. Tim. 23 c; – προμηϑίαν ἔχειν τινός u. πρόνοιαν, Eur. Alc. 1057. 1064; σπουδήν Hec. 673; συγγνώμην ἔχειν, = συγγιγνώσκειν, Tragg.; – σπάνιν ἔχειν, = σπανίζειν, Soph. O. R. 1461; – σωφροσύνην, besonnen sein, Xen.; – τέλος, wie wir "ein Ende haben", Il. 18, 378; Plat. Rep. VI, 502 c; – ὕβριν, Uebermuth treiben, Frevel üben, Od. 1, 368. 17, 109; Soph. El. 523; ä. δῆριν, μάχην ἔχειν; – φϑέγμα ὅσιον Eur. Herc. Fur. 927 Andr. 925, vgl. βοάν; – φϑόνον, Neid hegen, Aesch. Prom. 891; – φροντίδα τινός Eur. Med. 1301; Soph. Phil. 210; ὤραν O. C. 387; – φυγὴν δὀμων Aesch. Ch. 252; – φυλακάς, Wache halten, bewachen, Il. 9, 471; Eur. Andr. 962; ἀλαοσκοπιήν Il. 13, 10 Od. 8, 285; σκοπιήν, = σκοπιάζειν, 8, 302; Her. 5, 13; – φύσιν ἔχει, es ist naturgemäß, Plat. Rep. V, 473 a; – χρείαν ἔχειν τινός u. ähnlich ἐπιδευὲς ἔχειν τινός, einer Sache Noth haben, sie vermissen, Il. 19, 180. – c) wie bes. von unglücklichen Zuständen gesagt wird κακόν, γῆρας ἔχειν, Od. 20, 83. 24, 250, ἕλκος, ll. 19, 49, ἄχεα ϑυμῷ, 3, 412, πένϑος φρεσίν, Od. 7, 219, πόνον, Hes. So. 310, κακά, συμφορἀν, Plat. Prot. 309 b Phaedr. 231 c, so wird auch umgekehrt gesagt πότμος μ' ἔχει, Soph. Ir. 270, mich hält gefesselt, wie ὕπνος Phil. 811, ϑάνατος ἐν τάφοις O. R. 942; auch ἐπεὶ γὰρ ἔσχε μοῖρ' Ἀχιλλέα ϑανεῖν, Phil. 1132; vgl. πυρετὸς τὸν ἄνϑρωπον ἔχει Arist. Metaphys. 4, 23; was auf viele andere, bes. Gemüthszustände übertragen wird, ἀνάγκη σε ἔχει Plat. Euthyd. 293 e, ἦ ῥά σε οἶνος ἔχει φρένας Od. 18, 391, bethört dich; φόβος μ' ἔχει φρένας Aesch. Suppl. 379; eben so mit doppeltem acc., στρόφος μ' ἔχει τὴν γαστέρα κὠδύνη Ar. Th. 484; ἄγνοιά μ' ἔχει Soph. Tr. 349, αἰδώς Eur. Hec. 970 Gr. 460, ἀφασία u. ä., die man unter den subst. nachsehen kann; – ὄφρα με βίος ἔχῃ Soph. El. 318, so lange ich lebe; οὓς ἔχε γῆρας Il. 18, 515; γέλως ἔχει τινά, kommt ihn an, Od. 8, 344; – δύη 14, 215; ἔρως χρημάτων Eur. Suppl. 178; Aesch. Suppl. 516; – εὐεργεσίαι αὐτοὺς εἶχον, verpflichteten sie, waren ihnen erzeigt, Her. 1, 69; – ϑαῦμα u. ä., ἄγη, σέβας, Hom. u. Tragg.; – ἵμερος Soph. O. C. 1723; – κίνδυνος πόλιν ἔσχε Eur. Hec. 5; κλέος, Hom. u. Folgde, wie φάμα, Eur. Med. 470; ἵνα λόγος ἀγαϑός σε ἔχῃ πρὸς ἀνϑρώπων Her. 7, 5; κομιδή Od. 24, 249; ὄκνος Soph. O. C. 658; πάϑος Plat. Conv. 217 c; λιμός, δίψη, Aesch. Ch. 746; μένος ἠελίοιο ἔχεν μιν, die Gluth der Sonne ergriff ihn, Od. 10, 160; προϑυμία Eur. Ion 1110; vgl. Plat. Soph. 239 b; – τέρψις Soph. O. R. 1477; – φιλοψυχία Plat. Apol. 37 c; φλυαρία Rep. I, 336 c; – ὅτου σε χρεία καὶ πόϑος μάλιστ' ἔχει Soph. Phil. 642; ὅτ' ἂν ὠδίνουσαν ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα Il. 11, 269; ὥς σφεας ἡσυχίη εἶχε πολιορκίης, als sie Ruhe hatten, Her. 6, 135. – Auch passio., gefesselt, gehalten werden, behaftet sein, ἀνάγκῃ ἔχεσϑαι, Xen. An. 2, 5, 21; ἔχομαι κακότητι καὶ ἄλγεσι Od. 8, 182; ἄσϑματι Il. 15, 10; κωκυτῷ καὶ οἰμωγῇ 22, 409; – ὑπὸ ἐπιϑυμίας Plat. Rep. III, 390 c; μανίαις Legg. IX, 881 b; περιπλευμονίᾳ Lach. 192 c; ν οσήμασι, mit Krankheiten behaftet, Phil. 45 b; – ὀργῇ, ἀγρυπνίῃσι, Her. 1, 141. 3, 129. – Aehnlich οἷσιν εἴχετ' ἐν κακοῖς Soph. Ai. 265, vgl. 1124; ἐν ἀπορίᾳ ἔχεσϑαι, von Verlegenheit, von Noth bedrängt werden, Plat. Gorg. 522 a; ἐν ξυμφοραῖς τε καὶ πένϑεσι Rep. III, 395 e, wie ἐν ἀπόρῳ Thuc. 1, 25 u. ὑπ' ἀπορίας πολλῆς Plat. Legg. VI, 780 b. – d) von anderer Art sind die folgdu Verbindungen, wo man es durch παρέχειν erklären kann: ἀγανάκτησιν ἔχειν, Gelegenheit zum Unwillen geben, Unwillen verursachen, Thuc. 2, 41; αἰσχύνην οὔπω ἔχοντος τοῠ ἔργου, es brachte noch keine Schande mit sich, 1, 5; – αἰτίαν ἔχειν, die Schuld tragen, beschuldigt werden, Soph. Ant. 1296; πολλῶν κακῶν Eur. El. 213; ὑπό τινος, Aesch. Eum. 99. 549; mit folgendem ὡς, Plat. Rep. VIII, 565 b, wie πολλὴν τὴν αἰτίαν ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν εἶχε Thuc. 6, 46; auch δι' αἰτίας ἔχειν, 2, 60 u. ἐν αἰτίᾳ ἔχειν, beschuldigen, s. αἰτία. Eben so ὑποψίαν ἔχειν, verdächtig sein, Dem. 57, 24, aber auch Argwohn hegen, 61, 5; – αἴσϑησιν ἔχειν, bemerkt werden, ταῦτ' ἀπιστίαν, ταῠτ' ὀργὴν ἔχει, Dem. 10, 44, erregt Mißtrauen u. Zorn; κατάμεμψιν ἔχειν, Grund zum Tadel geben, Thuc. 2, 41; ἔλεον ἔχειν, Mitleid erregen, Plut. Them. 10; ὄψιν, den Anblick gewähren, Xen. An. 5, 9, 9; vgl. προὐφάνης δὲ φιλτάτην ἔχων πρόςοψιν Soph. El. 1277; ἱδρῶτα οὐκ ὀλίγον ἔχει τοῖς ὁδοιπόροις ὁ ἐπ' ἀρετὴν οἶμος, eigtl. er hat Schweiß für die, verursacht den Wanderern Schweiß, Luc. Hermot. 2 (anders ist τιμήν, φϑόνον ἔχειν παρά τινι, Plut. Sol. 29 Them. 29); – πικρὰς ὠδῖνας ἔχουσαι beißen die Eileithyien, die bittere Wehen verursachen, Il. 11, 272. – 6) vom Gewicht, haben, schwer sein, νόμισμα εἶχεν Ἀττικὰς δραχμὰς δέκα D. Sic. 11, 26, vgl. 2, 9; τράπεζα σταϑμὸν ἔχουσα ταλάντων πεντακοσίων, der funfzig Talente wog. – 7) aus Verbindungen, wie ὄφρ' ἂν ἔχῃς βόσκειν σὴν γαστέρα, Od. 18, 364, damit du habest, den Bauch zu nähren, daß du deinen Bauch nähren könnest, entwickelt sich die Bedeutung können, vermögen, im Stande sein, οὐδὲ πόδεσσιν εἶχε στηρίξασϑαι, er konnte sich nicht auf die Füße stützen, Il. 21, 242 u. öfter; am Gewöhnlichsten mit dem inf. aor., ἔχω φράσαι, ich habe zu sagen, kann anzeigen, Pind. Ol. 13, 11 N. 7, 56; οὐδὲν ἀντειπ εῖν ἔχω Aesch. Prom. 51; οὐκ ἔχω προςεικάσαι Ag. 158; ταῠτα γάρ σ' ἔχω μόνον προςειπεῖν Soph. O. R. 1071; τὸ μέλλον οὐκ ἔχω μαϑεῖν Eur. Hec. 761; τάδε μὲν ἔχομεν ὁρᾶν Soph. Tr. 946; πόλλ' ἂν λέγειν ἔχοιμι Phil. 1036; in Prosa bes. mit λέγειν u. ä., οὐδὲν ἔχουσιν οὔτε ἀποκρίνασϑαι οὔτε ἐρέσϑαι Plat. Prot. 329 a. Auch ohne den inf., ἀλλ' οὔπως ἔτι εἶχε Il. 17, 354; λέγοις ἄν, εἴ τι τῶνδ' ἔχοις ὑπέρτερον Aesch. Ch. 103, wo man λέγειν leicht ergänzen kann, wie Xen. An. 2, 1, 9, ἀποκρίνασϑε, ὅ τι κάλλιστον ἔχετε, ein ἀποκρίνασϑαι, antwortet, was ihr am Besten zu antworten wißt. Vgl. noch ἐξ οἵων ἔχω, αἰτῶ, so sehr ich kann, Soph. El. 1379, wie ἐπεκούρησας ὅσον εἶχες φίλοις Eur. I. A. 1453. – Noch häufiger folgt, bes. in Prosa, ein Fragesatz, οὐκ ἔχω τί φῶ, ich weiß nicht, was ich sagen soll, ich habe Nichts zu sagen, Aesch. Ch. 89; Soph. O. C. 318 u. sonst; οὐκ ἔχω τίς ἄν γενοίμαν Aesch. Prom. 907; ὅπως μολούμεϑ' ἐς δόμους οὐκ ἔχω Soph. O. C. 1740; ὑμῖν οὐκ ἔχω τί χρήσομαι Eur. Heracl. 440 u. sonst, ich weiß nicht, was ich mit euch machen soll; τὰ ἐπιτήδεια οὐκ εἶχον ὁπόϑεν λαμβάνοιεν Xen. An. 3, 5, 3; Sp., wie Luc., οὐκ εἶχον ὅπως ἐκμάϑοιμι Philops. 35. – Uebh. w i ssen, verstehen, eigentlich, τέχνην δὲ κακὴν ἔχει, er besitzt die Kunst, hat sie inne, Hes. Th. 770, wie Eur. I. T. 43; neben ἐπίστασϑαι, Her. 3, 130; λέληϑα ταύτην ἔχων τὴν τέχνην Plat. Theaet. 149 a; ἰατρικήν Prot. 322 c, wie ἐπιστήμην Euthyd. 273 e; τὰ πρὸ τῆς τέχνης μαϑήματα Phaedr. 269 b; ἱκανῶς ἔχομεν τοῦτο, ὅτι, das wissen wir wohl, daß, Phaed. 71 a; οἱ τὰς τέχνας ἔχοντες, die Kunstverständigen, Künstler u. Handwerker, Xen. Mem. 3, 10, 1. Auch ἵππων ἀϑανάτων ἐχέμεν δμῆσίν τε μένος τε, Il. 17, 476, kann man hierherziehen, das Bändigen verstehen. Man vgl. noch ἔχεις τι κἀξήκουσας Soph. Ant. 9, εἴ τιν' ἄλλην μαντικῆς ἔχεις ὁδόν O. R. 311; auch ἔχεις τίνα σωτηρίαν; Eur. Or. 776, weißt du ein Mittel zur Rettung? wie οὐκ ἔχω κατακρυφάν Soph. O. C. 218, ich weiß nicht zu verbergen; ἄλλον δ' αἶνον ἔχω ματροπόλει ib. 713, ich kann sie loben. Vgl. noch ἅλωσις. – 8) intr., sichverhalten, sich in einer Lage, Verfassung, Stimmung u. dgl. befinden, – al gew. mit Adverbien, durch sein mit dem Adjectivum zu übersetzen; εὖ ἔχει, er steht gut, Od. 24, 245, wie bei den Attikern häufig καλῶς ἔχει, es ist gut; ἀναγκαίως ἔχει, es ist nohwendig (s. unter ἀναγκαῖος, wie übh. diese Verbindungen bei den betreffenden Adjectivis angegeben sind). Bes. häufig οὕτως ἔχει, so verhält es sich, so steht es, Ar. Plut. 110 u. A.; οὕτω δ' ἐχόντων sc. τῶν πραγμάτων, in solcher Lage, Xen. An. 3, 2, 10; οὕτω δ' ἔχει, unter der Bedingung, 5, 6, 12; auch οἶδα ταῠτα τῇδ' ἔχοντα, Soph. Phil. 1320; οἶσϑ' ὡς ἔχει; weißt du, wie oder was es ist? Plat. Phaedr. 236 d; – ὥςπερ εἶχεν, von Her. an bei den Geschichtschreibern häufig, so wie er gerade war, wie er ging u. stand, sogleich, sofort, ὀργῇ ὡς εἶχεν ἐλϑών Her. 1, 114, vgl. 1, 61; ἐμοὶ δοκεῖ πλεῖν ὥςπερ ἔχομεν, ohne Verzug, Thuc. 3, 30; vgl. Xen. Cyr. 3, 1, 7 An. 4, 1, 19; Folgde; σκάπτε ὡς ἔχεις Luc. Tim. 40. – Oft tritt zur näheren Erklärung ein gen. hinzu, ὡς ὀργῆς ἔχω Soph. O. R. 345; πῶς εὐμενείας ἔχεις Eur. Hel. 320, eigentlich, wie du dich in Beziehung auf das Wohlwollen verhältst, wie wohlwollend du bist; ὡς ποδῶν εἶχε Her. 6, 116, was die Füße vermochten, wie ὡς τάχους εἶχε, so schnell er konnte, 8, 107; Thuc. 2, 90; ὡς ἔχοι τῆς μνήμης 1, 22; μετρίως ἔχων βίου Her. 1, 32; εὖ σώματος ἔχει, er befindet sich wohl, Plat. Rep. III, 404 d; οὐ γὰρ οἶδα παιδείας ὅπως ἔχει καὶ δικαιοσύνης Gorg. 470 e, wie es mit ihm in Ansehung der Bildung u. Gerechtigkeit steht, wie gebildet u. gerecht er ist; Folgde häufig, ὡς ἕκαστος ἑτοιμότητος καὶ βουλήσεως ἔσχε Plut. Cam. 32, wie Jeder bereitwillig war. Vgl. noch ὅπου συμφορᾶς ἔχεις, in welchem Unglück du dich befindest, Eur. El. 236. – Doch auch εὖ oder κακῶς ἔχω τὸ σῶμα, Xen. – Andere Bestimmungen sind: πῶς ἔχεις πρὸς ἐπιστήμην; Plat. Prot. 352 b; πῶς ἔχουσι Φιλίππῳ; wie sind sie gegen Philipp gesinnt? Dem. 2, 17, vgl. 3, 8 ἐχόντων μὲν ὡς ἔχουσι Θηβαῖοι ὑμῖν u. Arist. Eth. 8, 2. – Die Verbindungen ἔχειν σιγῇ, ἔχε ἠρέμα, ἡσυχῆ, ἀτρέμα u. ä., sich ruhig verhalten, s. unter diesen Wörtern. – Ἔχε αὐτοῦ, halt da an! Dem. 45, 26; σχές, οὗπερ εἶ, halt an, sprich nicht weiter, Soph. O. C. 1171; vgl. Eur. I. A. 1467; – ἔχε, vor einem Imperativ, wie ἄγε, wohlan, ἔχ' ἀποκάϑαιρε τὰς τραπέζας Ar. Paz 1193; Vesp. 1135; ἔχε νῠν, ἄμειψον τὸν τράχηλον Equ. 490; ἔχε δή μοι τόδε εἰπέ Plat. Ion 535 b; ἔχε δή, πότερον λέγεις –, Prot. 349 d; ἔχε δὴ ἴδωμεν, halt, laß uns sehen, Crat. 435 e. – b) ähnlich mit Präpositionen, διὰ φυλακῆς ἔχοντες, behutsam, Thuc. 2, 81, wobei die betreffenden Präpositionen nachzusehen sind. Eigenthümlich καίτοι τινὲς ἐπιτιμῶσι τῶν λόγων τοῖς ὑπὲρ τοὺς ἰδιώτας ἔχουσι Isocr. 4, 11, die über die Ungebildeten hinausgehen, wo man fälschlich eine Tmesis für ὑπερέχειν annimmt; – ἀμφί τι ἔχειν, sich mit Etwas beschäftigen, ὅπως οἱ πολέμιοι ἀμφὶ ταῠτα ἔχοιεν Xen. An. 5, 2, 26, öfter. S. ἀμφί c 31. – Andere Verbindungen der Art sind: ἕξω δ' ὡς λίϑος, ich werde mich halten, wie ein Stein, Od. 19, 494, ἔχον ὥστε τάλαντα γυνή, sc. ἔχει, sie hielten sich, wie ein Weib die Wagschale (im Gleichgewicht) hält, Il. 12, 433, vgl. 13, 679; ἔχον ὥς σφιν πρῶτον ἀπήχϑετο Ἴλιος Il. 24, 27, sie blieben bei ihrem früheren Hasse gegen Ilios; – κίονες ὑψόσ' ἔχοντες, Od. 19, 38, sind in die Höhe ragende Säulen, wie ἔκτοσϑε ὀδόντες ἔχον ἔνϑα καὶ ἔνϑα, sie ragten hier u. da empor, Il. 10, 263; vgl. ἔγχος ἔσχε δι' ὤμου, der Speer ragte durch die Schulter hervor, 13, 520. 14, 452, welche Stellen den Uebergang machen zu der Bdtg – 9) sich wohin erstrecken, wohin reichen, ὁδοὶ ἐπὶ τὸν ποταμὸν ἔχουσαι, die zum Fluß hinführen, Her. 1, 180; διώρυχα τὴν ἐκ τοῠ Νείλου ἔχουσαν ἐς τὸν Ἀράβων κόλπον, der sich vom Nil bis zum arabischen Meerbusen erstreckt, 4, 42, vgl. 2, 91; ἔχει πρὸς ἑσπέρην 2, 17; κῶμαι ὑπὸ τὸ Παρϑένιον π όλισμα ἔχουσαι Xen. An. 7, 8, 21, die sich bis unter die Stadt hinziehen; auch übertr., τὰ ἐς Ὅμηρον ἔχοντα Her. 2, 53, was den Homer betrifft, angeht, wie τὸ ἐς Ἀργείους ἔχον 6, 19; τὸν χρησμὸν εἰς Πέρσας ἔχειν 9, 43, wie ἐς' Αϑηναίους εἶχε τὸ ἔπος εἰρημένον, es ging auf die Athener, 7, 143; ἔχϑρης παλαιῆς ἐχούσης ἐς Ἀϑηναίους, gegen die Athener gerichtet, 5, 81; öfter bei Paus., wie ὅσον εἰς τὴν ἅλωσιν τὴν Ἀϑηναίων ἔχει δηλώσω 1, 20, 4. Vgl. oben 3). – 10) in Verbindung mit Participien behält es oft seine eigentliche Bdtg bei, ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν γήμας ἔχεις, du hast sie geheirathet u. hast sie nun zur Frau, Soph. O. R. 577; Κορινϑίο υς δήσαντες εἶχον, sie banden sie u. dielten sie in Hast, Thuc. 1, 30; πολλὰς ὑφ' ἑαυτῇ ἔχειν δουλωσαμένην, nachdem sie viele unterjocht, hält sie dieselben in Unterwürfigkeit, Plat. Rep. I, 351 b. Aehnlich lassen sich erklären: οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῠτον κατακρύψαις ἔχειν, wo auch wir "verborgen halten" sagen, Pind. N. 1, 31; vgl. Hes. O. 42 κρύψαντες γὰρ ἔχουσι ϑεοὶ βίον ἀνϑρώποισι. Auch ἀμφοτέρων με τούτων ἀποκληΐσας ἔχεις Her. 1, 37 ist = du hältst mich ausgeschlossen; ἐν οἷς τὰ ἐπιτήδεια εἶχον πάντα ἀνακεκομισμένοι Xen. An. 4, 7, 1, unserem "sie hatten die Lebensmittel dahin gebracht" ähnl., ist eigentlich = in welchen sie alle Lebensmittel hatten, nachdem sie dieselben hingeschafft hatten. Oft aber wird nur ein dauernder Zustand dadurch ausgedrückt, ϑαυμάσας ἔχω, ich verhalte mich als Einer der sich wunderte, ich bin in Staunen begriffen, Soph. Phil. 1346; Plat. Phaedr. 257 c; κἀποδηλώσας ἔχει τραχὺν πετραῖον ὄρνιν Aesch. frg. 300; τὸν μὲν προτίσας, τὸν δ' ἀτιμάσας ἔχει, er hält Jenen in Ehren, Soph. Ant. 22; ταρβήσας ἔχω Tr. 37; ὅς σφε νῠν ἀτιμάσας ἔχει Eur. Med. 33; αὐτῆς ἐρασϑεὶς ἔχειν λέγεται Plat. Crat. 404 c. – Seltener ist dabei das partic. perf., οἷά μοι βεβουλευχὼς ἔχει Soph. O. R. 701, ὅν γ' εἶχον ἤδη χρόνιον ἐκβεβληκότες Phil. 596; ὧν πολλὰ χρήματα ἔχομεν ἡρπακότες Xen. An. 1, 3, 14, welches Beispiel sich mehr an die zuerst angeführten anreiht. – Auch part. praes., ἐπεὶ σὺ ἐπὶ δάκρυσι καὶ γόοις τὸν ϑανόντα – καταστένουσ' ἔχεις Eur. Tr. 318. – 11) scheinbar pleonastisch steht es in τί δῆτα ἔχων στρέφει; was hast du, daß du dich sträubst, warum sträubst du dich? Plat. Phaedr. 236 e; vgl. τί δῆτα διατρίβεις ἔχων; was hast du zu zögern? Ar. Nubb. 509; Eccl. 1151; τί γὰρ ἕστηκ' ἔχων; ib. 853; τί κοικύλλεις ἔχων; Th. 852; häufig ἔχων φλυαρεῖς, Plat. Euthyd. 295 c Gorg. 490 e; Ar. ληρεῖς ἔχων, παίζεις ἔχων, du spaßest, dich so verhaltend, d. i. wie du pflegst, wie es dir zum dauernden Zustand geworden ist. Eine Vertauschung der Modi anzunehmen u. ἔχεις ληρῶν "du verhältst dich als ein Spaßmacher, "bist ein Spaßmacher" zu erklären, ist unnöthig.
Med. – a) für sich halten, ἀσπίδα πρόσϑε σχόμενος, vor sich haltend, Il. 12, 294. 298, σάκος, 20, 262, ἄντα παρειάων σχομένη λιπαρὰ κρήδεμνα, indem sie sich vor die Wangen hielt, Od. 1, 334. 21, 65; vgl. Ap. Rh. 3, 445. – b) sich halten, sich behaupten, ἔχεο κρατερῶς Il. 16, 501. 17, 559, Schol. erkl. ἀντέχου τῆς μάχης; ἄντα σχομένη, gegenüber Stand haltend, Od. 6, 141; wie das act. mit dem acc., οὐδ' ἔτι φασὶν Ἕκτορος μένος καὶ χεῖρας σχήσεσϑαι, Il. 17, 639. 12, 126. – c) sichan Etwashalten, festhalten, τῷ (ἐρινεῷ) προςφὺς ἐχόμην Od. 12, 433; c. gen., πέτρης Od. 5, 429; ἀώτου ϑεσπεσίοιο 9, 435; ἀκμάζει βρετέων ἔχεσϑαι Aesch. Spt. 95; δράκοντος δ' εἴχετο γενύων Pind. P. 4, 244; ὁποῖα κισσὸς δρυὸς ὅπως τῆςδ' ἕξομαι Eur. Hec. 396; ἐμῆς ἔχετο χερός Bacch. 197; πέπλων I. A. 1461; ὡς πείσματος Plat. Legg. X, 893 b; καί μοι ἕπου χλαμύδος ἐχόμενος Luc. Tim. 30; übertr., τῆς αὐτῆς γνώμης ἔχομαι, ich halte mich an derselben Ansicht, bleibe dabei, Thuc. 1, 140; τοῦ αὐτοῦ λόγου 5, 49, wie Her. 7, 5; τῆς προφάσιος 6, 94; ἐπωνυμιέων, Namen haben, 2, 17; τῆς σωτηρίας, an der Rettung eifrig arbeiten, Xen. An. 6, 1, 17; τοῠ πολέμου Thuc. 6, 88, wie ἔργου Pind. P. 4, 233; Her. 2, 17; Thuc. 2, 2; Arr. An. 6, 6, 6 u. A.; μάχης, ἧς νῠν ἔχονται Soph. O. C. 425; – ἑξόμεϑα αὐτοῦ, wir werden uns an ihn halten, Xen. An. 7, 6, 41; Ar. Plut. 101; – τὸν νομοϑέτην ἀληϑείας ἐχόμενον, der sich an der Wahrheit hält, sich derselben befleißigt, Plat. Legg. IV, 709 c. – Ἃ διδασκάλων ἔχεται, was die Lehrer betrifft, Plat. Prot. 324 d, vgl. ὅσα ἔχεται τῶν αἰσϑήσεων Legg. II, 661 a; – σέο ἕξεται, von dir wird es abhangen, Il. 9, 102. Mit ἐκ vbdn, Ἀλκινόου ἐκ τοῠδ' ἔχεται ἔργον τε ἔπος τε Od. 11, 346, hängt von ihm ab. – Hierher ist auch wohl Soph. O. R. 709 zu ziehen, βρότειον οὐδὲν μαντικῆς ἔχον τέχνης, wo die Schol. ἐχόμενον, ἁπτό μενον erklären. – d) unmittelbar daranstoßen, darauf folgen, zusammenhangen, bes. im partic., οἱ ἐχόμενοι, die Nachbarn, Her. 1, 134, τούτων ἔχονται οἱ Γελιγάμμαι 4, 169; Thuc. 5, 67; ἐν τῇ ἐχομένῃ ἐμοῠ κλίνῃ Plat. Conv. 217 d; τὴν ἐχομένην χώραν κατέχον ἐκείνης Parm. 148 e; δύ' εἶναι χάσματε ἐχομένω ἀλλήλοιν Rep. X, 614 c, dicht aneinanderliegend; Salamis heißt ἡ ἐχομένη νῆσος Isocr. 4, 96; τὰ τούτων ἐχόμενα. was damit zusammenhängt, ibd. 4, 23; Plat. Rep. III, 389 c; neben ὅμοια Legg. VII, 811 d; bes. auch beim Aufführen der Schlachtordnung, z. B. Πρόξενος ἐχόμενος, daneben stand Proxenus, Xen. An. 1, 8, 4; ἐχομένους ὅτι μάλιστα τῶν ἁρμάτων ἕπεσϑαι, sich so dicht wie möglich an die Wagen haltend, Xen. Cyr. 7, 1, 9. – Mit dem dat. scheinbar Plat., ἐάν τίς σε τὰ ἐχόμενα τούτοις ἐφεξῆς ἅπαντα ἐρωτᾷ Gorg. 494 a, wo der dat. von ἐφεξῆς abhangen kann, aber sicher D. Sic. 3, 24 ἐχόμενοι τούτοις εἰσὶν οἱ ὑλοφάγοι; vgl. Pol. 12, 17, 7 u. a. Sp.; τοῦ ἐχομένου ἔτους, im folgenden Jahre, Thuc. 6, 3; ἐκ τῶν ἐχομένων γνώσεσϑε, ihr werdet aus dem Folgenden einsehen, Isocr. 6, 29; ἐν τοῖς ἐχομένοις ἔσται φανερόν Arist. H. A. 5, 11. – Zuweilen wird damit nur eine Hervorhebung des Subjects bezweckt, wie bei Her. τὰ τῶν ὀνειράτων, καρπῶν, σιτίων, οἰκετῶν ἐχόμενα, Alles was auf die Träume, Früchte u. s. w. Bezug hat, die Träume u. s. w. mit allen Umständen, 1, 120. 190. 2, 78. 3, 25. 66. 5, 49. 8, 142. – e) sich enthalten, abstehen wovon, absolut, Il. 9, 235, wie σχέο, laß ab, 21, 379, σχέσϑε 22, 416; ἔχεσϑ', ἔχεσϑε, wie im act., haltet an, Eur. Or. 1349; gew. c. gen., σχέσϑαι μάχης, βίης, Il. 3, 84 Od. 4, 422; ἐχώμεϑα δηϊοτῆτος ἐκ βελέων Il. 14, 129; οἱ Αἰγινῆται ἔσχοντο τῆς τιμωρίης Her. 6, 85, sie standen davon ab, vgl. 7, 237; ἔσχοντο μάχης, δρόμου, Plut. Rom. 30 Caes. 32; μανίης ἔσχετο Luc. Dea Syr. 22; auch mit folgdm inf., Ap. Rh. 1, 328. So wird auch Soph. O. R. 891 τῶν ἀϑίκτων ἕξεται erkl., er wird sich enthalten, während Andere übersetzen "er wird sich an dem Unnahbaren "halten, es antasten". – Thuc. braucht so auch das act., Ἑλληνικοῦ πολέμου ἔσχον οἱ Ἀϑηναῖοι 1, 112. – f) in der Stelle Il. 7, 248, ἐν τῇ δ' ἑβδομάτῃ ῥινῷ σχέτο, hielt die Lanze an, blieb stecken, faßten es Einige passivisch, vgl. ϑαλερὴ δέ οἱ ἔσχετο φωνή Od. 4, 705, sie stockte; κηληϑμῷ ἔσχοντο Od. 11, 333. 13, 2; Callim. Iov. 28 ὑπ' ἀμηχανίης σχομένη, Ap. Rh. 4, 920 οἱ δ' ἄχεϊ σχόμενοι, ἀφασίῃ 3, 811; obwohl auch diese Stellen den passiven Gebrauch nicht erweisen. – g) bei Soph. Ant. 463, εἰ τὸν ἐξ ἐμῆς μητρὸς ϑανόντ' ἄϑαπτον ἐσχόμην νέκυν, ist es = wenn ich ertrüge, duldete, wie das activ. ib. 417 steht, μύσαντες εἴχομεν ϑείαν νόσον. – Das pass. ist schon bei den einzelnen Fällen erwähnt, es ist im Simplex viel weniger in Gebrauch als das act. – Die Bedeutung "wofür halten ( habere, νομίζω)" ist selbst bei Sp. unsicher; Isocr. 12, 30 ist von Bekker τίνας οὖν καλῶ πεπαιδευμένους für die vulgata ἔχω aus einem guten Codex hergestellt.
-
18 ἵζω
ἵζω (vgl. ἕζω, ἕδος), dor. ἵσδω, – 1) setzen, niedersitzen lassen; μή μ' ἐς ϑρόνον ἵζε Il. 24, 553; so lies't Bekker mit Zenodot. 2, 53 βουλὴν – ἷζε γερόντων, wo Wolf mit Aristarch. βουλή las; ἵζει τέταρτον τόνδε μάντιν ἐν ϑρόνοις Aesch. Eum. 18; einzeln bei sp. D., wie Ap. Rh. 2, 36. – 2) gew. sich setzen, sitzen; Il. 2, 96. 792; αὐτὸς δ' ἀντίον ἶζεν Od. 14, 79; ἷζεν ἐν μέσσοισι, er saß in der Mitte, Il. 20, 15; ἵζειν εἰς ϑρόνον, sich auf einen Stuhl setzen, Od. 8, 469; auch ἐπί τι, 16, 365, u. ἐπί τινος, 17, 339. Anders ἵζ' ἐπὶ δεῖπνον, setze dich zum Mahle, Od. 24, 394, wie ἵζω ἐπὶ κώπην, ans Ruder, Ar. Ran. 199; ἐπὶ κώπᾳ πηδαλίῳ τε ἵζει, am Ruder, Eur. Alc. 443; – εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζουσαν πόλιν Pind. Ol. 11, 37; ϑάρσος εὐπιϑὲς ἵζει φρενὸς φίλον ϑρόνον Aesch. Ag. 982, getroster Muth besetzt, nimmt den Thron ein; εἰς παλαιὸν ϑᾶκον ὀρνιϑοσκόπον ἵζων Soph. Ant. 987; τοὺς ἀδίκους βωμὸν οὐχ ἵζειν ἐχρῆν Eur. Ion 1314, wie ὃν ἵζειν φὴς σὺ κλωπικὰς ἕδρας Rhes. 512; in Prosa, ϑρόνον, ἐς ὃν ἴζων ἐδίκαζεν, auf den er sich setzte, also auf dem sitzend er Recht sprach, Her. 5, 25; τὰ κοῦφα εἰς ἑτέραν ἵζει φερόμενα ἕδραν Plat. Tim. 53 a. – 31 in derselben Bdtg das med.; ἔνϑ' ἄρα τοίγ' ἵζοντο, sie legten sich in Hinterhalt, Il. 18, 522; ἵζευ, setze dich, 3, 162; ἵζου Aesch. Eum. 80; ἐν ἁγνῷ ἵζεσϑε Suppl. 221; ἐς ϑρόνους ἵζου Eur. Ion 1618; mit dem bloßen acc., μήτ' ἀλσώδεις ἵζου κρήνας I. A. 141; ἐν τῷ Ταύγέτῳ u. ἐς τὸν Ταΰγετον, Her. 4, 145. 146; öfter von Soldaten, sich lagern, ἐς τὸν Ἰσϑμὸν ἵζοντο, 8, 71; – sich senken, versinken, ἡ νῆσος ἱζομένη πηλὸν παρέσχετο Plat. Tim. 25 d. – Gewöhnlicher ist bei den Attikern καϑίζω. Den aor. ἵζησα haben erst Sp., wie D. Cass. 50, 2; früher, wie in allen aufgeführten Beispielen, kommt nur praes. u. impf. vor.
-
19 κατα-φεύγω
κατα-φεύγω (s. φεύγω), hinab-, hineinfliehen, seine Zuflucht wohin nehmen; οὐκ ἔχω βωμὸν καταφυγεῖν ἄλλον ἢ τὸ σὸν γόνυ Eur. I. A. 911; häufig in Prosa, ἐς τὸ ἱρόν Her. 2, 113, ἐπὶ Διὸς βωμόν 5, 46, εἰς τὸ τεῖχος Plat. Legg. VI, 778 e; αἱ νῆες ἐς τὸν Πειραιᾶ κατέφυγον Xen. Hell. 5, 1, 9; auch πρὸς ϑεῶν εὐχάς, Plat. Phaedr. 244 e; εἰς τὸν ἔλεον Antiph. 3 β 2; Sp.; beim perf. auch mit ἐν, z. B. ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ καταπεφευγέναι Plat. Soph. 260 c; vgl. Xen. Hell. 4, 5, 5; ὅποι Mem. 3, 8, 10; ἐνταῦϑα Isocr. 4, 30; adj. verb. καταφευκτέον, Luc. Pisc. 3.
-
20 ἐπιδέξιος
ἐπιδέξῐ-ος, ον,A towards the right, i.e. from left to right:I. used by Hom. only in neut. pl. as Adv., ὄρνυσθ' ἑξείης ἐπιδέξια rise in order, Od.21.141, cf. Pl.Smp. 214b; περίιθι τὸν βωμὸν ἐ. Ar. Pax 957; πίνειν τὴν ἐ. (sc. κύλικα) Eup.325, cf. Anaxandr.1.4, Critias 33 D.; without idea of motion, ἕστηκεν ἐ. Lys.Fr.94; sts. as two words, ἐπὶ δεξιά, opp. ἐπ' ἀριστερά, Il.7.238, cf. Eust.ad Od. l.c.;ἐπὶ δ. χειρός Pi.P.6.19
, Theoc. 25.18; τὰ ἐπὶ δ., opp. τὰ ἐπ' ἀριστερά, Hdt.2.93, 4.191, 6.33.2. auspicious, lucky, ἀστράπτων ἐ. Il.2.353.II. later as Adj., = δεξιός, on the right hand, X.An.6.4.1, etc.; τἀπιδέξια the right side, Ar.Av. 1493 (lyr.);οἱ ἐ. ἄνεμοι Arist.Pr. 941b12
.2. clever, dexterous, tactful, Aeschin.1.178, Arist.EN 1128a17, Thphr.Char.29.4; λαβὴ φιλοσόφωνἐπιδέξιος ἡ διὰ τῶν ὤτων Zeno Stoic.1.64
: c. inf., Arist.Rh. 1381a34;ἐ. πρὸς τὰς ὁμιλίας Plb.5.39.6
;περί τι Plu.Aem.37
, D.C.69.10: [comp] Sup.,Ἀφροδίτην -ωτάτην θεῶν Plu.2.739e
: neut. pl. as Adv., ἐπιδέξια dexterously, cleverly, Anaxandr.53.5, Nicom.Com.1.27; elegantly, ἀναβάλλεσθαι ἐ. Pl.Tht. 175e: Regul. Adv.- ίως Erasistr.
ap. Gal.7.539, Plb.3.19.13, 4.35.7, Corn.ND14, Plu.2.439e.3. lucky, prosperous,τύχη D.S.8.4
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιδέξιος
См. также в других словарях:
ARA dicendi ritus (de) — de ARA dicendi ritus meworatur Tertulliano de Pallio c. 5. Tamen propemodum mihi quoque licebit in publicum prodesse, soleo de qualibet margine (i. e. suggestu lapideô vel terreô, ad fines constitutô) vel Arâ medicinas moribus dicere, etc. i. e.… … Hofmann J. Lexicon universale
MISERICORDIA — I. MISERICORDIA ab antiquis fuit culta, eiusque aram Athenienses habuêre, ut Pausan. l. 1. aliique tradunt: Romani etiam Misericordiae templum asylum vocavêre. Nempe illius Templum primum apud Athenienses Asylum collocatum est: Nam Postquam… … Hofmann J. Lexicon universale
ποιώ — (I) ποιῶ, έω, ΝΜΑ, αιολ. τ. πόημι, δωρ. τ. ποιFέω, αττ. τ. ποῶ, Α 1. δημιουργώ, δίνω ύπαρξη σε κάτι (α. «ὁ πάλαι ἐξ οὐδενὸς ποιήσας τὰ σύμπαντα», Μηναί. β. «ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν», ΠΔ γ. «χρύσεον μὲν πρώτιστα γένος… … Dictionary of Greek
Autos epha — Alpha Inhaltsverzeichnis 1 Ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω 2 Άγιον Όρος … Deutsch Wikipedia
Religion grecque (culte) — Religion grecque antique (culte) Dans les formes cultuelles adoptées par la religion grecque antique, les principaux rites sont les prières, les offrandes, les sacrifices, les fêtes publiques et les jeux [1]. Ces rites ne s excluent pas, au… … Wikipédia en Français
Religion grecque antique (culte) — Dans les formes cultuelles adoptées par la religion grecque antique, les principaux rites sont les prières, les offrandes, les sacrifices, les fêtes publiques et les jeux[1]. Ces rites ne s excluent pas, au contraire : une offrande s… … Wikipédia en Français
Sacrifice dans la religion grecque antique — Religion grecque antique (culte) Dans les formes cultuelles adoptées par la religion grecque antique, les principaux rites sont les prières, les offrandes, les sacrifices, les fêtes publiques et les jeux [1]. Ces rites ne s excluent pas, au… … Wikipédia en Français
Religión de la Antigua Grecia (culto) — Saltar a navegación, búsqueda Este artículo trata de las diferentes formas cultuales adoptadas por la religión de la Antigua Grecia. Ciertos conceptos que aquí son evocados necesitan de la lectura del artículo referente a las nociones en la… … Wikipedia Español
DEXTRATIO — apud Solin. c. 45. ubi de quadriga Rutumannae, relicto, inquit, certamine ad Capitolium prosiluit, nec ante substitit quam Tarpeium Iovem tertiâ dextratione lustraret: motus est seu conversio, quae sit a sinistra ad dextram. Sic enim adorantes… … Hofmann J. Lexicon universale
ORBIS Sinister — apud Stat. l. 7. Theb. v. 220. Lustrantque ex more sinistro Orbe rogum: interior erat seu sinistratio, quô gyrô lustrabant Veteres rogos, in decursionibus sollennibus: cum aras contra dextratione, ut et Aedes, lustrarent, h. e. dextrô interiore… … Hofmann J. Lexicon universale
μονοχίτων — μονοχίτων, ό, ἡ (ΑΜ) αυτός που φορά μόνο τον χιτώνα («ὁ δ ἐφιάλτης... καθίζει μονοχίτων ἐπὶ τὸν βωμόν», Αριστοτ.) (μνσ.) φρ. «μονοχίτων βίος» ο βίος τον οποίο διάγει κάποιος φορώντας συνεχώς έναν χιτώνα αρχ. (για φλέβα) αυτός που έχει ένα μόνο… … Dictionary of Greek